Π. Κονδύλης – Ε.Χ. Γονατάς: Εκλεκτικές συγγένειες

Σχολιάστε

Συλλογικό, 5 οικουμενικοί Έλληνες στοχαστές: Αξελός, Καστοριάδης, Κονδύλης, Πουλαντζάς, Σβορώνος, εκδόσεις Η εφημερίδα των συντακτών και Οι εκδόσεις των συναδέλφων, Αθήνα 2014, ISBN: 978-960-9797-27-6.

Π. Κονδύλης – Ε.Χ. Γονατάς: Εκλεκτικές συγγένειες

«Είναι αυτός ο φουσκωμένος διάνος φιλόσοφος;»

«Είδες που έχω δίκιο για τα ψώνια που μαζεύεις;»

του Αιμίλιου Καλιακάτσου

Εκείνη τη μέρα, 12 Οκτωβρίου 1983, στις 2 το μεσημέρι περίμενα στο τυπογραφείο τον Κονδύλη να πάρει διορθώσεις του βιβλίου, στη σειρά της «Γνώσης» που διηύθυνε, και να δει επί τόπου δοκίμια του εξωφύλλου. Το ραντεβού είχε οριστεί 6 μήνες νωρίτερα. Γερμανική συνέπεια και εκνευριστική ακρίβεια, χρόνια τώρα. Ημουν, βεβαίως, έτοιμος – κι ας τολμούσα να κάνω αλλιώς. Νωρίτερα, στις 11, θα κατέφθανε ο Γονατάς να ρίξει μια ματιά στις τελευταίες (;) διορθώσεις του βιβλίου του. Οι ώρες ταίριαζαν και για τις δυο δουλειές. Ομως, κι αυτό καθόλου ασυνήθιστο, ο Νώντας αντί για τις 11 ήρθε με «ολίγη καθυστέρηση» στις 2 παρά τέταρτο. Καθώς του ’φτιαχνα καφέ, ευχόμουν ο Τάκης να καθυστερήσει. Δουλειά με την ταυτόχρονη παρουσία και των δύο δεν μπορούσε να γίνει.

Δύο ακριβώς άνοιγε η πόρτα και χαιρετώντας με εκ του μακρόθεν ανέκραξε, με το γνωστό τρανταχτό, μεταδοτικό του γέλιο: «Χαίρε, λευκέ νέγρε!». Οταν ερχόταν από τη Χαϊδελβέργη μάς στόλιζε, καθώς μας έβρισκε συγκεντρωμένους να τον περιμένουμε, με τα παρόμοια. Το καλοκαίρι το περνούσε στη Γερμανία, γιατί έλειπαν οι Γερμανοί σε διακοπές, και ξεχειμώνιαζε στην Αθήνα καθώς είχαν επιστρέψει. «Χαίρε ευδαίμων Αραβία! Περνάτε, ευθύς αμέσως, από τη θερινή ραστώνη στη χειμερία νάρκη» και άλλα ανάλογα, γελώντας σύγκορμος. Μας πονούσε, αλλά δεν είχε κι άδικο.

Βρέθηκα σε δύσκολη θέση για την άκαιρη συνάντηση. Στην αμηχανία μου τα θαλάσσωσα στις συστάσεις. «Ο φιλόσοφος Παναγιώτης Κονδύλης» στον Νώντα, «Ο ποιητής Εψιλον Χι Γονατάς» στον Τάκη.

Ο Νώντας γινόταν έξαλλος όταν άκουγε «φιλόσοφος». «Πάψε, βρε πουλάκι μου, αυτοί τριχοτομούν την τρίχα. Γράφουν για να συλλέξουν μόρια στην πανεπιστημιακή τους καριέρα. Φλυαρίες που δεν αφορούν κανέναν. Ο τελευταίος φιλόσοφος που διαβάζω ξανά και ξανά είναι ο Σοπενάουερ». «Μαζεύεις εδώ όλα τα ψώνια, ποετάστρους της συμφοράς. Επειδή δεν μπορούν να γράψουν συγκροτημένα δέκα αράδες καταλογάδην, κάνουν ποιήματα με ασυναρτησίες και τρισάθλια ελληνικά και τα δικαιολογούν ως ποιητικές άδειες. Αδειο είναι το κεφάλι τους».

Αρπάχτηκαν για τα καλά, βεβαίως με «αστική ευγένεια», λόγω ανατροφής. Ο Τάκης έφυγε πριν της ώρας του, κατακόκκινος από θυμό, χωρίς καν να μας χαιρετίσει.

«Είδες που έχω δίκιο. Είναι αυτός ο φουσκωμένος διάνος φιλόσοφος; Να τη βράσω την πολυξεροσύνη και γλωσσομάθειά του. Δεν αντιλαμβάνεται απολύτως τίποτα».

Την επαύριο ήρθε ο Τάκης να πάρει τα δοκίμια. «Είδες που έχω δίκιο για τα ψώνια που μαζεύεις; Και το μεγαλύτερο είναι αυτός ο Εψιλον Χι».

Κάνα μήνα αργότερα, στο τυπογραφείο, Σάββατο μεσημέρι για την καθιερωμένη κρασοκατάνυξη και τα συναφή. Συνήθεια χρόνων. Συνέπεσαν οι δυο τους χωρίς να ανταλλάξουν καν χαιρετισμό. Γρήγορα έδεσαν τα «πηγαδάκια». Οι «φιλολογούντες» στον κύκλο του Γονατά και οι «φιλοσοφούντες» στου Κονδύλη. Οι πρωταγωνιστές έδειχναν εμφανώς να «αδιαφορούν» παντελώς ο ένας για τον άλλον. Υποτίθεται. Με την άκρη του ματιού και τα αυτιά τσιτωμένα παρακολουθούσαν τα τεκταινόμενα στη διπλανή παρέα. «Κύριε Κονδύλη, για ποιον Γιούγκερ μιλάτε;». «Μα για τον Ερνστ, κύριε Γονατά». «Τον ξέρετε; Εχω τα Απαντά του, σε γαλλική μετάφραση. Τον λατρεύω». «Είναι φίλος μου. Τον επισκέπτομαι συχνά. Η πολίχνη που διαβιοί είναι κοντά στη Χαϊδελβέργη. Εχουμε και αλληλογραφία». «Και είναι πράγματι 88 χρονών, κυκλοφορεί με ποδήλατο και καπνίζει 4 πακέτα άφιλτρα τσιγάρα;». «Ακριβώς. Βλέπω γνωρίζετε λεπτομέρειες!».

Ολοι μας ακούγαμε το όνομα του Γερμανού συγγραφέα πρώτη φορά. Στα ελληνικά δεν είχε, μέχρι τότε, κυκλοφορήσει τίποτε. Οι κύκλοι όμως παρέμεναν άτμητοι. Σε λίγο: «Ακουσα, κύριε Γονατά, να αναφέρεσθε με θαυμασμό στον Γκριλπάρτσερ. Σπουδαίος. Τον αναγιγνώσκω μετ’ ευχαριστήσεως».

Μετά από κάμποσα τέτοια οι κύκλοι ενώθηκαν. Τα «κύριε» ευθύς παραμερίστηκαν και, πράγμα απρόσμενο για τις πεποιθήσεις και των δύο, αντικαταστάθηκαν με τα τρυφερά «Τάκη μου», «αγαπητέ μου Νώντα». Δεν υπήρχε περιοχή της Τέχνης που να μην κατείχαν και τις υποσημειώσεις. Λάτρευαν τον Μπονιουέλ, τον Σκριάμπιν, τον Αϊβαζόφσκι, τον Λεσκώφ, τον Σολωμό, τους Ρώσους παντός καιρού και εποχής (ο Τάκης τους διάβαζε στο πρωτότυπο), τη νεοελληνική παραλογοτεχνία (Ιωάννη Σκουτερόπουλο, Αγγελο Τσουκαλά, Αριστείδη Κυριακό…), τους βυζαντινούς υμνωδούς (έψαλαν παρέα, όχι βεβαίως σε εκκλησία) και ό,τι άλλο βάλει ο νους.

Ο Κονδύλης αρκετές φορές μας είχε κεραυνοβολήσει: «Την ουσία του έργου μου μόνον ο Γονατάς έχει σε βάθος κατανοήσει, που δεν με διαβάζει κιόλας». «Τάκη μου, αυτά τα απέραντα πονήματά σου δεν τα μπορώ. Ανιώ αφάνταστα. Τ’ άλλα όμως, Παβέζε, Λίχτενμπεργκ, Σαμφόρ, Ριβαρόλ και τα σχετικά τα μελετώ εξονυχιστικώς». Οι εκλεκτικές τους συγγένειες, γειτόνευαν και τα σπίτια τους —στην Κηφισιά ο ένας, στον Κοκκιναρά ο άλλος—, δημιούργησαν ξεχωριστή, εγκάρδια φιλία. Είχαν διαβάσει τα ίδια βιβλία, συγκινηθεί με παραπλήσιες ουράνιες μουσικές, συναπαντηθεί με εξαίσιους θιάσους. Για τον μόνο άνθρωπο που με ρωτούσε ο Τάκης τι κάνει, στα πυκνά τηλεφωνήματά του από τη Γερμανία, ήταν ο Νώντας. «Δεν φανταζόμουνα ποτέ ότι θα συναντούσα στην καθ’ ημάς Ανατολή έναν αληθινά καλλιεργημένο άνθρωπο σαν τον Γονατά. Να μου τον ασπασθείς αλά ρωσικά». Ο Γονατάς δεν σήκωνε το τηλέφωνο παρά μόνο αν χτυπούσε με μυστικό σήμα. Συχνά τα μπέρδευε τα συνωμοτικά και δεν το σήκωνε καθόλου. Εχουμε περάσει ώρες πολλές με γέλια, αθώα πειράγματα εκατέρωθεν και καλή καρδιά, αλλά και συζητήσεις απροσμέτρητης ευφορίας.

Ο Νώντας, όταν πέθανε ο Τάκης (θλίψη ασήκωτη), στο γραφείο του κορνίζωσε και τοποθέτησε δίπλα στις φωτογραφίες του Τσέχωφ και του Φλωμπέρ (τους δασκάλους του, όπως έλεγε) και εκείνη του Τάκη, χαρισμένη από τον ίδιο τον Κονδύλη, μετά από φορτικές παρακλήσεις του Εψιλον Χι. Χειρονομία μία και μοναδική.

Συλλογικό, 5 οικουμενικοί Έλληνες στοχαστές: Αξελός, Καστοριάδης, Κονδύλης, Πουλαντζάς, Σβορώνος, εκδόσεις Η εφημερίδα των συντακτών και Οι εκδόσεις των συναδέλφων, Αθήνα 2014, σελ. 111-114.

Νικόλας Σεβαστάκης, Άνθρωπος στη σκιά

1 σχόλιο

Νικόλας Σεβαστάκης, Άνθρωπος στη σκιά: Μια ελληνική ιστορία, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2019, ISBN: 978-960-435-661-4.

Το πρώτο μυθιστόρημα του Νικόλα Σεβαστάκη με τίτλο Ἀνθρωπος στη σκιά διαβάζεται απνευστί. Μια ρεαλιστική παρουσίαση του πολιτικού κακού, όπως εκδιπλώθηκε στη χώρα μας με την εμφάνιση του φαινομένου της τρομοκρατίας.

Παρά το εξαιρετικά δύσκολο του θέματος το βιβλίο δεν υστερεί σε λογοτεχνική δεινότητα, ούτε πέφτει στην παγίδα ενός πολιτικού οιονεί μονισμού.

Πολυπρισματική γραφή, θαυμάσια αναπαράσταση της εποχής, πολλαπλοί αφηγηματικοί τρόποι προσπέλασης στην αφήγηση.

Έπειτα από την αναμέτρηση του με τη μικρή φόρμα, ο Νικόλας Σεβαστάκης αντιμετωπίζει επιτυχημένα και την πρόκληση του μυθιστορήματος.

Απείρανθος 4/8/2019

Γ. Μ. Βαρδαβάς

Χρήστος Γιανναράς, [Περί σχέσης]

Σχολιάστε

Χρήστος Γιανναράς, Για το «νόημα» της πολιτικής, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 2019, ISBN: 978-960-572-283-8.

(…) Η σχέση έχει απεριόριστη γνωστική δυναμική, συνεχώς συντελούμενη και ουδέποτε περατούμενη, ενεργά κατορθούμενη και ουδέποτε εξαντλούμενη. (…)

Χρήστος Γιανναράς, Για το «νόημα» της πολιτικής, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 2019, σελ. 67.

***

(…)Σχέση είναι εκείνη η γνωστική πρόσβαση στην πραγματικότητα, που πραγματώνεται ως ελευθερία από κάθε αναγκαιότητα, επομένως από κάθε σκοπιμότητα. (…)

Χρήστος  Γιανναράς, ό. π., σελ. 74

Μανώλης Πιμπλής: Υψηλές προσδοκίες, φρούδες ελπίδες (για το βιβλίο των Ζygmunt Bauman-Thomas Leoncini «Γεννημένοι ρευστοί»)

Σχολιάστε

Zygmunt Bauman – Thomas Leoncini, Γεννημένοι ρευστοί: μεταμορφώσεις της τρίτης χιλιετίας, μετάφραση: Σώτη Τριανταφύλλου, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2019, ISBN: 978-960-16-8116-0.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Ο Ζύγκμουντ Μπάουμαν, συνομιλώντας με τον Ιταλό δημοσιογράφο Τόμας Λεοντσίνι, περιγράφει όψεις του τρόπου ζωής των Millennials, των ανθρώπων που γεννήθηκαν μετά το 1980, και που συχνά ονομάζονται «Γενιά Υ». Ο μεγάλος Πολωνός στοχαστής στο τελευταίο του κείμενο μιλάει για το πώς η Γενιά Υ σχετίζεται με το σώμα της, με τα κοινωνικά δίκτυα και με τις μεταμορφώσεις της δημόσιας σφαίρας. Ο Μπάουμαν επισημαίνει και σχολιάζει μερικά φαινόμενα της δεύτερης ή «ρευστής» νεωτερικότητας, όπου τίποτα δεν είναι μόνιμο, σταθερό και συνεχές και όπου οι ανθρώπινες σχέσεις στηρίζονται στο «δίκτυο» – και εξάλλου περιγράφονται ως «δικτύωση». Το Γεννημένοι ρευστοί είναι κατά κάποιο τρόπο και μια μικρή εισαγωγή στο έργο του Μπάουμαν περί καταναλωτικής κοινωνίας -ως μηχανισμού κατασκευής απορριμμάτων (τόσο αντικειμένων όσο και ανθρώπων)-, περί διαδικτύου -ως μηχανισμού ψευδών σχέσεων- καθώς και γενικότερα περί σύγχρονου κράτους και παγκοσμιοποίησης.

***

Παραθέτουμε την κριτική του Μ. Πιμπλή που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Εποχή» στις 30/6/2019: 

Υψηλές προσδοκίες, φρούδες ελπίδες

Σύμφωνα με μια έρευνα στις ΗΠΑ, το 47% των πολιτών, εκεί, της γενιάς των λεγόμενων Millenials (είναι αυτοί που γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1980 και το 2000) έχουν τατουάζ. Αλλά και το 36% της προηγούμενης γενιάς, στις ΗΠΑ πάντα, δηλαδή των γεννημένων από το 1965 μέχρι το 1980 -αυτή είναι η λεγόμενη γενιά Χ-, επίσης έχει τατουάζ. Αντίθετα το ποσοστό περιορίζεται στο 13% στους Baby Boomers, δηλαδή στους γεννημένους την εικοσαετία 1944-1964.
Εκτός του ότι σε λίγα χρόνια θα γεμίσουμε συνταξιούχους με τατουάζ, το εύρημα δηλώνει πολλά παραπάνω.

Μια πρώτη παρατήρηση είναι η επιβεβαίωση ότι η έννοια της «κοινότητας», που ήταν άλλοτε πολύ ισχυρή άρχισε εδώ και πολλά χρόνια – όπως το είχε προαναγγείλει ο σπουδαίος ιστορικός Έρικ Χομπσμπάουμ – να υποχωρεί και να περιθωριοποιείται στο χώρο της σκέψης και της κοινωνικής πρακτικής, και στη θέση της αναδύθηκε η έννοια της «ταυτότητας» και η «αναγνώριση του εαυτού». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι δύο έννοιες δεν συνυπάρχουν. Η μεταξύ τους διαλεκτική, μάλιστα, λέει ο άλλος σπουδαίος στοχαστής που χάθηκε πρόσφατα, ο κοινωνιολόγος Ζίγκμουντ Μπάουμαν, παράγει ούτε λίγο ούτε πολύ τη μόδα.
Το σώμα, λέει ο Μπάουμαν, είναι όλο και περισσότερο το μέρος όπου τοποθετούνται τα σημάδια των ελπίδων και των προσδοκιών. Εκεί αποτυπώνονται δυσεπίλυτα διλήμματα, λ.χ. ανάμεσα στο «ανήκειν» και στην αυτοεπιβεβαίωση, στη μονιμότητα και την ευελιξία, εκφράζοντας ταυτόχρονα πρόθεση σταθερότητας και ελευθερία επιλογής. Και ενώ το ρούχο είναι απολύτως παροδικός συμβολισμός ταυτότητας (που αλλάζει ανά πάσα στιγμή), το τατουάζ δηλώνει μονιμότερη δέσμευση. Και όλα αυτά παρόλο που ήδη ο Μποντλέρ, το 19ο αιώνα, έλεγε πως οι τρόποι συναγωνισμού στο επίπεδο της εξωτερικής εμφάνισης δεν είναι παρά μια προσπάθεια να αιχμαλωτιστεί η αιωνιότητα σε μια φευγαλέα στιγμή.
Φαίνεται πάντως ότι οι ουλές και τα τατουάζ εκφράζουν μια βαθιά και αντιφατική σχέση ανάμεσα στην επιφάνεια και τη σοβαρότητα, τον πόνο και την απόλαυση της αυτοεπιβεβαίωσης, τη συλλογική και την ατομική ταυτότητα. Ειδικά ο πόνος της εγχάραξης, δηλώνει ταυτόχρονα έμπρακτη έκφραση μιας ατομικής ελευθερίας επιλογής και διάθεση ένταξης σε μια ομάδα με κοινές πεποιθήσεις με όρους σταθερότητας.

Surface και surfing

Αυτά -και όχι μόνο- αποτελούν θέμα συζήτησης μέσω ανταλλαγής e-mail ανάμεσα στον Ζίγκμουντ Μπάουμαν και έναν νεαρό Ιταλό δημοσιογράφο, τον Τόμας Λεοντσίνι. Είχε συμφωνηθεί ότι η εκτενής αυτή συνέντευξη – κατά την οποία καταθέτει σοβαρές απόψεις και ο Λεοντσίνι – θα δημοσιευτεί μετά το θάνατο του Μπάουμαν, ο οποίος συντελέστηκε το 2017. Πρόκειται δηλαδή για το κύκνειο άσμα του θεμελιωτή της θεωρίας της «ρευστής νεωτερικότητας» και ο Λεοντσίνι πιστεύει ότι, αν διάλεξε κάποιον τόσο νέο όσο αυτός για συνομιλητή, είναι για να δηλώσει ότι οι γενιές δεν (πρέπει να) παίζουν πια κανέναν απολύτως ρόλο στη δόμηση των επιχειρημάτων και την ερμηνεία του κόσμου.
Συνεχίζοντας πάνω στο ίδιο θέμα, και προεκτείνοντάς το στο πεδίο των αισθητικών επεμβάσεων, ο Λεοντσίνι επισημαίνει ότι το καινούριο στοιχείο είναι πως και πολύ νεαρά κορίτσια κάνουν αισθητικές επεμβάσεις, κάτι που στο παρελθόν ήταν αδιανόητο. Ο Μπάουμαν επισημαίνει το ζήτημα της λατρείας της επιφάνειας, είτε αυτό αφορά τις επεμβάσεις στην επιφάνεια του σώματος (surface) είτε την επιφάνεια του υπολογιστή και το σερφάρισμα (surfing). Υπερθεματίζει, μάλιστα, στην παρατήρηση του Λεοντσίνι ότι η αισθητική επέμβαση είναι συχνά και επίδειξη πλούτου, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Μια τέλεια φυσική κατάσταση, λαμπερή, αψεγάδιαστη, σημαίνει ευημερία, φουσκωμένο πορτοφόλι και ανώτερη κοινωνική θέση, ίσως ακόμα περισσότερο από τα ακριβά και επώνυμα ρούχα. Η υψηλότερη κοινωνική θέση που μαρτυρεί η προσεγμένη εμφάνιση συνοδεύεται από δημόσια εκτίμηση. Διακηρύσσει σε αλάνθαστη γλώσσα: “Έχω την οικονομική άνεση, σε αντίθεση με σένα καημένε! Βγάλε τα συμπεράσματά σου, κατάλαβε τη θέση σου και μείνε εκεί”».

Δωρεάν χώρος για υπονοούμενα και ψέματα

Ως προς το σερφάρισμα, πάντως, ο πωλονοεβραίος Μπάουμαν, καθηγητής πολλά χρόνια στο Πανεπιστήμιο του Λιντς, κάνει την εύστοχη παρατήρηση ότι η πλειοψηφία των χρηστών του διαδικτύου δεν έλκεται από την είσοδο σε έναν κόσμο, αλλά από την ευκαιρία εξόδου από έναν άλλο. Δεν θέλει δηλαδή να επωφεληθεί από τον πλούτο της online γνωστικής πληροφορίας, όσο θέλει να ξεφύγει από τον offline κόσμο, τον πραγματικό κόσμο δηλαδή. Η βασική μάλιστα διαφορά που καθιστά το διαδίκτυο μια «ζώνη άνεσης», όπως λέει, είναι ότι από τον online κόσμο μπορείς να αποσυνδεθείς, ενώ από τον offline όχι.
Ένα άλλο σημαντικό θέμα που θίγεται ως προς το διαδίκτυο, είναι η υποτιθέμενη ή μη δημοκρατικότητά του. Ο Λεοντσίνι λέει ότι ο «κραυγαλέος» χαρακτήρας του διαδικτύου βρίσκεται πιο κοντά στον ολοκληρωτισμό παρά στη δημοκρατία. Και ο Μπάουμαν φαίνεται να συμφωνεί λέγοντας ότι το κύριο χαρακτηριστικό του διαδικτύου είναι ότι αποτελεί συνδυασμό υψηλών προσδοκιών και φρούδων ελπίδων. Υποσχέθηκε έναν «ιδανικό τόπο, δημοκρατικό» αλλά «σήμερα βιώνουμε κρίση της δημοκρατίας και επιδείνωση των ανισοτήτων και των πολιτικών και ιδεολογικών συγκρούσεων. Αντί να διευρύνει την ποσότητα και να βελτιώνει την ποιότητα της ανθρώπινης ολοκλήρωσης, της αμοιβαίας κατανόησης, της συνεργασίας και της αλληλεγγύης, έχει διευκολύνει τις πρακτικές απομόνωσης, διαχωρισμού, αποκλεισμού, εχθρότητας και διαμάχης. Προσφέρει δε σε όλους δωρεάν χώρο για υπονοούμενα, κουτσομπολιό, συκοφαντία, δυσφήμιση και ψέματα».

Η επανάληψη «ομαλοποιεί» το συγκλονιστικό

Ο Όσβαλντ Σπέγκλερ, ήδη πριν από έναν αιώνα ακριβώς, στη μνημειώδη «Παρακμή της Δύσης», έλεγε ότι ενώ «ο άνθρωπος του πνευματικού πολιτισμού στρέφεται προς τα μέσα, ο άνθρωπος του πρακτικού πολιτισμού στρέφεται προς τα έξω, στο χώρο μεταξύ των σωμάτων και των “γεγονότων”». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τα πράγματα είναι κατ’ ανάγκην γραμμικά και απαισιόδοξα, όπως τα έβλεπε ο Σπέγκλερ. Αν και στο μεταξύ, κάτι που έχει συμβεί στην εποχή μας και που δεν έχει τίποτα το ευχάριστο, είναι ότι έχουμε εξοικειωθεί με πολλά εγκλήματα και εγκληματικές συμπεριφορές, κάποιες από τις οποίες δεν έχουν καν σαφές κίνητρο – προς επίρρωσιν του λόγου περί ρευστότητας. Ο Μπάουμαν, αφού θυμίζει τις εμβληματικές ως προς αυτό ταινίες του Μίκαελ Χάνεκε, επισημαίνει το στοιχείο της κοινοτοπίας του κακού που έφερε ο 20ός αιώνας και που έχει εγκατασταθεί για τα καλά στη ζωή μας: «όσο συγκλονιστικό και τρομακτικό είναι κάτι την πρώτη φορά που συμβαίνει, η μονοτονία της επανάληψης το “ομαλοποιεί”, το κάνει “τετριμμένο”. Το τετριμμένο, η κοινοτοπία, διασκεδάζει. Δεν σοκάρει». Ισχύει και για γεγονότα και για πρόσωπα…

Μανώλης Πιμπλής

http://epohi.gr/ypshles-prosdokies-froudes-elpides/

***

Απόσπασμα από τη σελίδα 37 του βιβλίου: 

[…] Η καταναλωτική οικονομία ακμάζει (ή έστω επιβιώνει) χάρη στο μαγικό κόλπο της μετατροπής της ευκαιρίας σε υποχρέωση ή, σύμφωνα με την ορολογία των οικονομολόγων, της προσφοράς σε ζήτηση. […]

Zygmunt Bauman – Thomas Leoncini, Γεννημένοι ρευστοί: μεταμορφώσεις της τρίτης χιλιετίας, μετάφραση: Σώτη Τριανταφύλλου, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2019, σελ. 37 (απόσπασμα)

Εκδήλωση-συζήτηση με θέμα: «Οι μεταμορφώσεις του έρωτα και της σχέσης του με τον νόμο» με αφορμή το βιβλίο του Νίκου Παρασκευόπουλου «Έρωτας και τιμωρία στην Ελλάδα» την Τρίτη 2/7/2019 στη Θεσσαλονίκη

Σχολιάστε

Ο πολιτικός γνωστικισμός του Κάρλ Σμίτ

Σχολιάστε

Νικήτας Σινιόσογλου, Μαύρες Διαθήκες: Δοκίμιο για τα όρια της ημερολογιακής γραφήςεκδόσεις Κίχλη, Αθήνα 2018, ISBN: 978-618-5004-82-8.

Απόσπασμα από τις σελ. 62-63 (συνίσταται η ανάγνωση ολόκληρου του βιβλίου):

(…) [σελ.62] Μολονότι δηλώνει χριστιανός, ο Σμίτ μάλλον ασπάζεται – όπως ο Χάιντεγκερ- έναν πολιτικό γνωστικισμό. Δηλαδή θεωρεί πως οι εδραιωμένες φιλελεύθερες, νεωτερικές και αστικές αξίες είναι παραισθητικές. Το διαφωτιστικό εγχείρημα είναι ένας ύπουλος μηχανισμός κυριαρχίας, το εργαλείο [σελ.63] μιας παγκοσμιοποιημένης εξουσίας που χρησιμοποιεί την κατοχύρωση των ατομικών δικαιωμάτων ως άλλοθι για την υποταγή των μαζών. Απαιτείται μια νέα έννοια του πολιτικού που θα σκίσει τον πέπλο της ψευδώνυμης “αλήθειας”, “προόδου” και “ελευθερίας”. Όπως οι Γνωστικοί που θεωρούσαν ότι ο αληθινός Θεός βρίσκεται πέρα από τον κακό δημιουργό του κόσμου, ο Σμίτ αναζητεί τον κατέχοντα πίσω από το κράτος δικαίου και πέρα από τις οικείες πολιτειακές δομές. (…)

Νικήτας Σινιόσογλου, Μαύρες Διαθήκες: Δοκίμιο για τα όρια της ημερολογιακής γραφήςεκδόσεις Κίχλη, Αθήνα 2018, σελ. 62-63 (απόσπασμα)

Πιέρ Βιντάλ-Νακέ, Οι δολοφόνοι της μνήμης

Σχολιάστε

Πιέρ Βιντάλ – Νακέ,  Οι δολοφόνοι της μνήμης: Ένας χάρτινος Άιχμαν και άλλα δοκίμια για τον αναθεωρητισμό,  μετάφραση: Κορίνα Λάμψα, εκδόσεις Καπόν, Αθήνα 2018, ISBN: 978-618-5209-39-1.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Το βιβλίο «Οι δολοφόνοι της μνήμης» του μεγάλου ιστορικού Πιέρ Βιντάλ-Νακέ, αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη απάντηση στους αρνητές του Ολοκαυτώματος. Αποτελείται από πέντε δοκίμια, που βοηθούν τον αναγνώστη να καταλάβει πώς μια τέτοια εκτροπή, όπως η άρνηση της χιτλερικής γενοκτονίας, είδε το φως της μέρας και απέκτησε δημοσιότητα, παρά τα σαθρά «επιχειρήματα» των αρνητών.

Ο Βιντάλ-Νακέ δηλώνει από την αρχή πως δεν «κάνει διάλογο» με τον εχθρό: αποσυναρμολογεί τους μηχανισμούς των ψεμάτων του, πιστεύοντας πως αυτό μπορεί, μεθοδολογικά, να είναι χρήσιμο για τις επόμενες γενιές: οι αρνητές του Ολοκαυτώματος δεν έχουν σωπάσει, αρκετά μέσα ενημέρωσης εξακολουθούν να φιλοξενούν τις θέσεις τους και τα ναζιστικά κόμματα έχουν μια ανησυχητική παρουσία στην Ευρώπη. Ένα βιβλίο ιδιαίτερα επίκαιρο!

***

Αποσπάσματα από το βιβλίο:

1

[…]Τα γεγονότα δεν είναι πράγματα, ακόμα κι αν το πραγματικό διαθέτει μια ακατανίκητη αδιαφάνεια. […]

Πιέρ Βιντάλ – Νακέ,  Οι δολοφόνοι της μνήμης: Ένας χάρτινος Άιχμαν και άλλα δοκίμια για τον αναθεωρητισμό,  μετάφραση: Κορίνα Λάμψα, εκδόσεις Καπόν, Αθήνα 2018, σελ. 200.

2

[Περί ιστορίας]

[…] Το λιγότερο που μπορεί να κάνει ο ιστορικός είναι να παραθέτει τα γεγονότα με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια, να απαλλάσσει το έργο του από ότι είναι πλαστό ή μύθευμα κι αυτό είναι βέβαια δουλειά που δεν ολοκληρώνεται ποτέ. Τέλεια ιστορία δεν υπάρχει, όπως δεν υπάρχει πλήρης και διεξοδική ιστορία. Όσο «θετικιστής» κι αν θέλει να είναι, όσο κι αν επιθυμεί «να αφήσει τα γεγονότα να μιλήσουν», όπως λένε οι αγαθές ψυχές, ο ιστορικός δεν ξεφεύγει από τη δική του ευθύνη, την ευθύνη των προσωπικών επιλογών του ή, καλύτερα, των αξιών του. […]

Πιέρ Βιντάλ – Νακέ,  Οι δολοφόνοι της μνήμης: Ένας χάρτινος Άιχμαν και άλλα δοκίμια για τον αναθεωρητισμό,  μετάφραση: Κορίνα Λάμψα, εκδόσεις Καπόν, Αθήνα 2018, σελ. 212 (απόσπασμα)

 

Κρίστοφερ Λας, [Η ατροφία της ικανότητας]

Σχολιάστε

Κρίστοφερ ΛαςΗ κουλτούρα του ναρκισσισμούμετάφραση: Βασίλης Τομανάς εκδόσεις Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2008, ISBN: 978-960-8480-93-3.

[…] Η υποβάθμιση της μάθησης στην ιστορία, τη διακυβέρνηση και τη φιλοσοφία αντανακλά την αυξανόμενη περιθωριοποίηση τους ως μέρους του μηχανισμού κοινωνικού ελέγχου.

Έτσι, σαρωτικές κοινωνικές αλλαγές, που αντανακλώνται στην ακαδημαϊκή πρακτική, βρίσκονται κάτω από τη χειροτέρευση του σχολικού συστήματος και την συνακόλουθη εξάπλωση της ηλιθιότητας. Η μαζική εκπαίδευση, που ξεκίνησε ως φέρελπις απόπειρα να εκδημοκρατιστεί η ανώτερη κουλτούρα των προνομιούχων τάξεων, έχει καταλήξει να αποβλακώσει και τους προνομιούχους. Η σύγχρονη κοινωνία έχει επιτύχει πρωτοφανή ποσοστά τυπικής εγγραμματοσύνης, αλλά συγχρόνως έχει παραγάγει νέες μορφές αγραμματοσύνης. Οι άνθρωποι ολοένα περισσότερο είναι ανίκανοι να χρησιμοποιήσουν τη γλώσσα με ευχέρεια και ακρίβεια, να αναθυμηθούν τα βασικά γεγονότα της ιστορίας της χώρας τους, να κάνουν λογικούς συλλογισμούς, να καταλάβουν οτιδήποτε εκτός από τα πιο υποτυπωδώς γραμμένα κείμενα ή έστω να χωνέψουν σωστά τα συνταγματικά τους δικαιώματα. Η μετατροπή των λαϊκών παραδόσεων της αυτοδυναμίας σε εσωτεριστική γνώση που την διαχειρίζονται ειδικοί ενθαρρύνει την πεποίθηση ότι η συνηθισμένη ικανότητα σε οποιοδήποτε πεδίο, ακόμα και στην τέχνη της αυτοδιακυβέρνησης βρίσκεται πέρα από τις δυνατότητες του μη ειδικού. Οι γνώμονες διδασκαλίας υποβιβάζονται, τα θύματα της ανεπαρκούς διδασκαλίας φτάνουν να συμμερίζονται την κακή γνώμη των ειδικών για τις ικανότητες τους και οι διδάσκοντες παραπονούνται για φοιτητές ανεπίδεκτους μαθήσεως. […]

Κρίστοφερ ΛαςΗ κουλτούρα του ναρκισσισμούμετάφραση: Βασίλης Τομανάς εκδόσεις Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 129 (απόσπασμα)

«Η ψυχή της μαριονέτας»: το νέο βιβλίο του John Gray

1 σχόλιο

John GrayΗ ψυχή της μαριονέτας: Μια σύντομη έρευνα για την ανθρώπινη ελευθερία, μετάφραση: Γιώργος Λαμπράκος, εκδόσεις Οκτώ, Αθήνα 2018, ISBN: 978-618-5077-26-6. 

26239713_1677784805614288_2053166836685506378_n

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Ο John Gray επιτίθεται στην εμμονή του νεωτερικού κόσμου σε έναν ουτοπικό τρόπο σκέψης και τις τραγικά ελπιδοφόρες ψευδαισθήσεις της αλαζονικής εποχής μας. Αντλώντας παραδείγματα από ένα ευρύ φάσμα λογοτεχνικών, φιλοσοφικών και άλλων πηγών (από τον Κλάιστ και τον Μπένθαμ, τον Λεοπάρντι και τον Ντικ, τον Ντεμπόρ και τον Μπόρχες μέχρι τους Αζτέκους και την κυβοργική οικονομία), συνθέτει ένα ποιητικό επιχείρημα για την ανθρώπινη ελευθερία. Αποφεύγοντας τη συνηθισμένη άποψη, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος δεν έχει ελεύθερη βούληση επειδή είναι μια μαριονέτα που δεν αντιλαμβάνεται τα νήματα που την κινούν, υποστηρίζει πως δεν είμαστε ελεύθεροι επειδή ακριβώς δεν είμαστε πλήρως μαριονέτες: είμαστε καταδικασμένοι από ένα είδος αυτεπίγνωσης, που μας παρακινεί να αναζητούμε μια κατάσταση κατά την οποία λανθασμένα πιστεύουμε πως μπορούμε να υπερβαίνουμε τους περιορισμούς μας, να ελέγχουμε το περιβάλλον και την εξέλιξή μας. Όσο αυξάνουμε τη γνώση μας, τόσο περισσότερο συνειδητοποιούμε πως είμαστε το αποτέλεσμα ασύνειδων δυνάμεων και βιολογικών παρορμήσεων που δεν μπορούμε να ελέγξουμε. Άραγε εμείς οι άνθρωποι θέλουμε να έχουμε περισσότερες επιλογές στη ζωή μας, αναρωτιέται ο John Gray, ή μήπως, όπως οι μαριονέτες που ο Χάινριχ φον Κλάιστ θαύμαζε για τον αλλόκοτο αυθορμητισμό τους, ονειρευόμαστε να απελευθερωθούμε εντελώς από το βάρος της επιλογής;

[update 9/2/2018] Μικρό απόσπασμα από τη σελίδα 150 του βιβλίου:

[…] Η πίστη πως κάποια μυστική ομάδα κατευθύνει την πορεία των γεγονότων συνιστά μια μορφή ανθρωπομορφισμού – ένας τρόπος να εντοπίζει κανείς δρώντες στην εντροπία της ιστορίας. Εάν κάποιος κινεί τα νήματα πίσω από τη σκηνή, τότε το ανθρώπινο δράμα έχει νόημα. […]

John Gray, Η ψυχή της μαριονέτας: Μια σύντομη έρευνα για την ανθρώπινη ελευθερία, μετάφραση: Γιώργος Λαμπράκος, εκδόσεις Οκτώ, Αθήνα 2018, σελ. 150 (απόσπασμα)

«Φαντάσματα του καιρού μας»: Το νέο βιβλίο του Νικόλα Σεβαστάκη

3 Σχόλια

thumbnail

 

Νικόλας ΣεβαστάκηςΦαντάσματα του καιρού μας: Αριστερά, κριτική, φιλελεύθερη δημοκρατία, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2017, ISBN: 978-960-435-541-9.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Τα Φαντάσματα του καιρού μας φιλοξενούν κείμενα για τη δημοκρατία και τη διαμάχη των ιδεών στα χρόνια της ελληνικής κρίσης και της ευρωπαϊκής μελαγχολίας. Στο βιβλίο γίνεται λόγος για την Αριστερά, τα αδιέξοδα του αντιμνημονιακού ριζοσπαστισμού και τις παθογένειες της πολιτικής στη σημερινή Ελλάδα. Συνδυάζοντας την πολιτική ανάλυση και την πολιτισμική κριτική, τα Φαντάσματα επαναφέρουν ένα αίτημα κριτικής αυτογνωσίας για το παρόν, χωρίς να αποσιωπούν το γεγονός ότι ζούμε μια μετάβαση στο άγνωστο.

Ν.Σ.

Μικρό απόσπασμα από τη σελίδα 13 (συνίσταται η ανάγνωση ολόκληρου του βιβλίου):

[σελ.13] […] Η ελληνική ριζοσπαστική Αριστερά της κρίσης φρόντισε να πολιτευθεί, εντέλει, ως χώρος συσσωμάτωσης του ακραίου, συναισθηματικού δημοκρατισμού. Ο δημοκρατισμός έγινε το εύπλαστο πλαίσιο το οποίο διευκόλυνε την τυποποίηση και, σε δεύτερο πλάνο, την εκλογική απόσταξη της αγανάκτησης ως δεσπόζοντος κοινωνικού συναισθήματος. […]

Νικόλας ΣεβαστάκηςΦαντάσματα του καιρού μας: Αριστερά, κριτική, φιλελεύθερη δημοκρατία, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2017, σελ. 13 (απόσπασμα)

Παρουσίαση του νέου βιβλίου του Γ. Κοντογιώργη «Η Συριζαία Αριστερά ως Νέα Δεξιά» στις 11/4/2016 στον ΙΑΝΟ

Σχολιάστε

Εξωφυλλο 10760
Οι εκδόσεις Πατάκη παρουσιάζουν το βιβλίο του Γιώργου Κοντογιώργη με τίτλο Η Συριζαία Αριστερά ως Νέα Δεξιά: Το συντηρητικό ιδιώνυμο της Αριστεράς, στον Ιανό (Σταδίου 24) στις 11 Απριλίου 2016, ώρα 18:00.
***
 
[update] Βίντεο από την εκδήλωση εδώ:

Ένα βιβλίο αναφοράς του P.-A. Taguieff

Σχολιάστε

e4d2fc79-15e1-4a64-960e-98c225e13766_4

 

Pierre – André TaguieffΣυνωμοσιολογική σκέψη και «θεωρίες συνωμοσίας» : Μια κριτική εισαγωγήμετάφραση: Αναστασία Ηλιαδέλη, εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2015, ISBN 978-960-458-603-5. 

Από το οπισθόφυλλο:

Από την 11η Σεπτεμβρίου 2001 μέχρι την τρομοκρατική επίθεση στο Charlie Hebdo και το τρομοκρατικό αντισημιτικό χτύπημα στο εβραϊκό παντοπωλείο στο Παρίσι, οι «θεωρίες της συνωμοσίας», με την αποφασιστική μεσολάβηση του Διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, γνωρίζουν ιδιαίτερη άνθηση. Ανασυγκροτούν και ανανεώνουν μια μανιχαϊκή κοσμοαντίληψη, έναν σκοταδιστικό τρόπο σκέψης και δράσης, απειλητικό για τις δημοκρατικές και πλουραλιστικές κοινωνίες. Στο παρόν πολύ πρόσφατο δοκίμιό του, ο φιλόσοφος, ιστορικός των ιδεών και πολιτολόγος, Πιέρ-Αντρέ Ταγκιέφ (Pierre-Andre Taguieff), διευθυντής ερευνών στο CNRS, εκθέτοντας με απλό, κριτικό και συνοπτικό τρόπο όλες τις θεωρητικές επεξεργασίες και έρευνες, έως τις πλέον πρόσφατες, περί «συνωμοσιολογίας», αναλύει τα χαρακτηριστικά της, την «λογική» και τους μυστικοποιητικούς μηχανισμούς της, τα πρόσωπά της και τον λόγο της. Αναδεικνύει την ιδεολογική της προσφορά, αλλά και μια ορισμένη κοινωνική ζήτηση για εξ αποκαλύψεως «αλήθειες», που «μας κρύβουν οι ισχυροί», νέες απατηλές βεβαιότητες εν μέσω μιας χαώδους κίνησης του παγκοσμιοποιημένου κόσμου μας.

Παλιά και νέα συνωμοσιολογία: από τους Ιλουμινάτι, την Γαλλική Επανάσταση, το αντισημιτικό πλαστογράφημα των «Πρωτοκόλλων των Σοφών της Σιών» και τις μεταμορφώσεις του, μέχρι την 11η Σεπτεμβρίου και τις επιθέσεις στο Charlie Hebdo, περνώντας, μεταξύ άλλων, από την διεθνή οικονομική κρίση του 2007-2008, την υπόθεση WikiLeaks, τις τρομοκρατικές αντισημιτικές επιθέσεις στην Τουλούζη, την ακροδεξιά αλλά και αριστερή συνωμοσιολαγνεία, το πολυσχιδές λαϊκιστικό, εθνικιστικό και αντισημιτικό τους φαντασιακό, τον εξτρεμισμό, τον ριζοσπαστικό ισλαμισμό, την υπόθεση Ντομινίκ Στρος-Καν, τις επιδημίες, ακόμα και τους «ψεκασμούς». (…)

Μικρό απόσπασμα από τη σελ. 44 του βιβλίου:

[…] Ο ρόλος της μνησικακίας για την προσχώρηση στις συνωμοσιολογικές θέσεις ορθά υπογραμμίστηκε από τον Χοφστάντερ. Αυτό το μείγμα συναισθήματος αδυναμίας και μίσους που είναι η μνησικακία αποτελεί παράγοντα εντατικοποίησης των παρανοϊκών προσλήψεων. […]

Pierre – André TaguieffΣυνωμοσιολογική σκέψη και «θεωρίες συνωμοσίας» : Μια κριτική εισαγωγήμετάφραση: Αναστασία Ηλιαδέλη, εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2015, σελ. 44 (απόσπασμα)

Το βιβλίο διαβάζεται απνευστί.

Διαβάστε του ιδίου: 

assets_LARGE_t_942_36270789_type13031

Pierre – André Taguieff,  Θεωρίες συνωμοσίας:Εσωτερισμός, εξτρεμισμός (εκδόσεις Πόλις)

Πέτρος Π. Θεοδωρίδης, [Ένα πλεόνασμα πληροφόρησης δεν φωτίζει τον κόσμο]

Σχολιάστε

street-bw021 (1)

                         φωτογραφία: Λουκάς Βασιλικός [ http://lukasvasilikos.com/ ]

Στην εποχή μας η συσκότιση και στρέβλωση της αλήθειας δεν προκύπτει μέσω της απόκρυψης πληροφοριών αλλά αντίθετα μέσα από την πληθώρα και την ταχύτατη διάδοση τους.
Ένα πλεόνασμα πληροφόρησης δεν φωτίζει τον κόσμο: είναι σαν να σκεπάζουμε το μυαλό μας με τόνους λάσπης. 

Η υπερπληροφόρρηση κάνει τον κόσμο μας πιο Διάφανο αλλά και πιο εύθραυστο, αδιανόητα εύθραυστο: σαν να κάνουμε πατινάζ σε πολύ λεπτό πάγο βλέποντας τις ρωγμές να ανοίγουν κάτω από τα πόδια μας.

Πέτρος Π. Θεοδωρίδης

[πηγή]

Wolinski, Σκέψεις

Σχολιάστε

G.Wolinski, Σκέψεις, εκδόσεις Ροές, Αθήνα 2015, ISBN: 978-960-283-432-9.

thumbnail

Georges Wolinski (1934-2015): Δολοφονήθηκε στο Παρίσι στις 7/1/2015 στην τρομοκρατική επίθεση εναντίον του περιοδικού Charlie Hebdo.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Όταν το πενάκι του σκιτσογράφου συναντά την οξυδερκή πένα του σχολιαστή, τότε το αποτέλεσμα είναι ο Βολίνσκι, ένας από τους τραχύτερους και ωμότερους ευθυμογράφους. Για να μη βρεθεί αναγκασμένος να επιλέξει –και, κατά συνέπεια, να περιοριστεί– είναι λίγο απ’ όλα: εθνικιστής, ξενόφοβος, ρατσιστής, σεξομανής, μαζοχιστής, αριστεριστής, φασίστας, ηλίθιος, κακός και μαλάκας. Προσοχή όμως! Όλα αυτά συμβαίνουν σ’ ένα πρώτο, επιφανειακό επίπεδο. Αν ο Βολίνσκι διάλεξε τα άκρα, το έκανε επειδή πίστευε πως πρέπει να εξωθούμε την πραγματικότητα στα ακραία της όρια. Και, πέρα από το αστείο, υπάρχει πάντα το έναυσμα για σοβαρές σκέψεις.

Απόσπασμα από το βιβλίο:

Η κρίση είναι σαν τον κυκλώνα. Αφού περάσει, η κυβέρνηση θα πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να προστατεύσει την περιουσία όσων μπόρεσαν να την αποφύγουν απέναντι στην εκδικητική μανία όσων δεν έχουν τίποτα πια.

G.Wolinski, Σκέψεις, εκδόσεις Ροές, Αθήνα 2015, σελ.128.

Δείτε και:

Zygmunt Bauman, Ρευστοί καιροί

Σχολιάστε

Zygmunt Bauman, Ρευστοί καιροί: Η ζωή την εποχή της αβεβαιότηταςμετάφραση: Κωνσταντίνος Δ. Γεώρμας, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2009, ISBN: 978-960-455-613-7.

0001331_195

Απόσπασμα από το βιβλίο:

[σελ. 170](…) Η «ουτοπία» συνήθως υποδήλωνε έναν ποθητό, ονειρεμένο, μακρινό στόχο στον οποίο η πρόοδος έπρεπε, μπορούσε και τελικά θα οδηγούσε όσους αναζητούσαν έναν κόσμο που θα υπηρετούσε καλύτερα τις ανθρώπινες ανάγκες. Ωστόσο, στα σύγχρονα όνειρα, η εικόνα της «προόδου» φαίνεται να έχει μετακινηθεί από το λόγο περί κοινής βελτίωσης σε αυτόν της ατομικής επιβίωσης. (…)

[σελ.171](…) Δεν χρειάζεται να προσθέσω, αφού είναι πλέον προφανές, ότι αυτή η νέα έμφαση στο ξεφόρτωμα πραγμάτων, στην εγκατάλειψη τους, στο να απαλλάσσεσαι από αυτά, αντί να τα οικοιοποιείσαι, ταιριάζει απόλυτα στη λογική της προσανατολισμένης στον καταναλωτή οικονομίας μας. Οι άνθρωποι που εμμένουν στα χθεσινά ρούχα, υπολογιστές, κινητά ή καλλυντικά θα σπείρουν την καταστροφή σε μια οικονομία της οποίας η κύρια μέριμνα, και η εκ των ων ουκ άνευ συνθήκη για την επιβίωση της, είναι το ραγδαίο και επιταχυνόμενο ξεπέταγμα των πουλημένων και αγορασμένων προϊόντων στα απόβλητα. Σε αυτή την οικονομία η ταχεία διάθεση των αποβλήτων αποτελεί μία πρώτης γραμμής βιομηχανία.

Όλο και πιο πολύ, η διαφυγή γίνεται τώρα στο όνομα του πιο δημοφιλούς παιχνιδιού. Σημασιολογικά, η διαφυγή αποτελεί το ακριβώς αντίθετο της ουτοπίας, υπό τις παρούσες συνθήκες όμως ψυχολογικά αποτελεί το μοναδικό υποκατάστατο της. Θα μπορούσε να προβληθεί ο ισχυρισμός ότι είναι μια νέα, ενημερωμένη και υψηλής τεχνικής ερμηνεία της, αναδιαμορφωμένη στα μέτρα της απορρυθ-[σελ.172]μισμένης, εξατομικευμένης κοινωνίας των καταναλωτών. Δεν μπορείς πλέον να ελπίζεις στα σοβαρά ότι μπορείς να κάνεις τον κόσμο ένα καλύτερο κόσμο για να ζήσεις. Δεν μπορείς ούτε και να κάνεις πραγματικά ασφαλές ακόμα και το καλύτερο μέρος στον κόσμο που ίσως κατάφερες να κατασκευάσεις για τον εαυτό σου. Η ανασφάλεια είναι εδώ παρούσα ό,τι και να γίνει. Περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο «καλή τύχη» σημαίνει να κρατάς την «κακή τύχη» σε απόσταση. (…)

Zygmunt Bauman, Ρευστοί καιροί: Η ζωή την εποχή της αβεβαιότηταςμετάφραση: Κωνσταντίνος Δ. Γεώρμας, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2009, σελ. 170-172 (απόσπασμα)

 

Zygmunt Bauman, Ρευστός φόβος

Σχολιάστε

αρχείο λήψης

Zygmunt Bauman,  Ρευστός φόβοςμετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, εκδόσεις Πολύτροπον, Αθήνα 2007, ISBN 978-960-8354-72-2.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Η νεωτερικότητα υποτίθεται ότι θα ήταν η περίοδος εκείνη της ανθρώπινης ιστορίας στην οποία οι φόβοι που στοίχειωναν την κοινωνική ζωή κατά το παρελθόν θα μπορούσαν να ξεπεραστούν οριστικά και τα ανθρώπινα όντα θα μπορούσαν να αναλάβουν τον έλεγχο της ζωής τους και να δαμάσουν τις ανεξέλεγκτες δυνάμεις του κοινωνικού και του φυσικού κόσμου. Κι όμως, στην αυγή του εικοστού πρώτου αιώνα, ζούμε ξανά σε μια εποχή φόβου. Είτε πρόκειται για τον φόβο των φυσικών ή περιβαλλοντικών καταστροφών είτε για τον φόβο τυφλών τρομοκρατικών επιθέσεων, ζούμε σήμερα σε μια κατάσταση διαρκούς άγχους αναφορικά με τους κινδύνους που δύνανται να ενσκήψουν απροειδοποίητα και ανά πάσα στιγμή. «Φόβος» είναι το όνομα που δίνουμε στην αβεβαιότητά μας μπροστά στους κινδύνους που χαρακτηρίζουν τη ρευστή μοντέρνα εποχή μας, στην άγνοιά μας σχετικά με τη φύση της απειλής και στην ανικανότητά μας να καθορίσουμε τι μπορεί και τι δεν μπορεί να γίνει για την αντιμετώπισή της. (…)

Αποσπάσματα από το βιβλίο:

Ι

[σελ. 17] (…) Η ζωή μας σήμερα αποδείχθηκε διαφορετική από το είδος ζωής που οραματίστηκαν και βάλθηκαν να σχεδιάσουν οι σοφοί του Διαφωτισμού και οι κληρονόμοι και μαθητές τους. Στη νέα ζωή που προοιωνίζονταν και αποφάσισαν να δημιουργήσουν, ελπιζόταν ότι ο άθλος της τιθάσευσης των φόβων  και της χαλιναγώγησης των απειλών οι οποίες τους προκαλούσαν θα ήταν υπόθεση άπαξ δια παντός. Στο ρευστό μοντέρνο τοπίο, ωστόσο, η πάλη ενάντια στους φόβους έχει αποδειχθεί έργο που κρατά όλη μας τη ζωή, ενώ οι κίνδυνοι που πυ-[σελ.18]ροδοτούν το φόβο, έστω κι αν κανείς τους δεν θεωρείται ατίθασος, κατέληξαν να εκλαμβάνονται ως μόνιμοι, αναπόσπαστοι σύντροφοι της ανθρώπινης ζωής. Ολόκληρη η ζωή  είναι τώρα ένας μακρύς και μάλλον ανώφελος αγώνας ενάντια στον δυνάμει παραλυτικό αντίκτυπο φόβων κι ενάντια στους πραγματικούς ή υποθετικούς κινδύνους που μας κάνουν να φοβόμαστε. Γίνεται καλύτερα αντιληπτή ως μια συνεχής αναζήτηση κι ως μια διηνεκής δοκιμή στρατηγημάτων και μεθοδεύσεων που μας επιτρέπουν να αναστέλλουμε, έστω και προσωρινά, τον επικείμενο χαρακτήρα κινδύνων- ή, ακόμα καλύτερα,να μετατοπίζουμε την ανησυχία γι’ αυτούς σε μια παρακείμενη εστία όπου ελπίζουμε ότι ίσως εξαερωθούν ή παραμείνουν ξεχασμένοι για κάμποσο. Η εφευρετικότητα μας δεν γνωρίζει όρια. (…)

(…)Το μέλλον είναι άδηλο; Άλλος ένας καλός λόγος για να μην το αφήσετε να σας στοιχειώσει. Οι κίνδυνοι άγνωστοι; Άλλος ένας καλός λόγος για να τους αφήσετε κατά μέρος. Μέχρι εδώ, όλα καλά· θα μπορούσε να ήταν και χειρότερα. Διατηρείστε το έτσι. Μην αρχίζετε να ανησυχείτε για το πώς θα διασχίσετε εκείνη τη γέφυρα στο βάθος, πριν φθάσετε εκεί. Ίσως δεν την πλησιάσετε ποτέ, ή ίσως η γέφυρα καταρρεύσει ή μετακινηθεί αλλού πριν την πλησιάσετε. Οπότε, γιατί να ανησυχείτε από τώρα; Καλύτερα να τηρείτε την πατροπαράδοτη συνταγή: cαrpe diem. Με απλά λόγια: χαρείτε τώρα, πληρώστε αργότερα. Ή, σύμφωνα με μια νεότερη εκδοχή αυτής της παμπάλαιας σοφίας, νεόκοπη ευγενική χορηγία των εταιριών πιστωτικών καρτών: αφαιρέστε την αναμονή από την επιθυμία.

Ζούμε επί πιστώσει: καμία γενιά στο παρελθόν δεν υπήρξε τόσο υπερχρεωμένη όσο εμείς – ατομικά και συλλογικά (καθήκον των κρατικών προϋπολογισμών ήταν κάποτε η εξισορρόπηση εσόδων-[σελ.19] εξόδων· τη σήμερον ημέρα, «καλοί προϋπολογισμοί» είναι εκείνοι που κρατούν την περίσσεια των εξόδων επί των εσόδων στο επίπεδο του προηγούμενου έτους). Το να ζεις επί πιστώσει έχει τις ωφελιμιστικές χαρές του: προς τι η καθυστέρηση της ικανοποίησης; Γιατί να περιμένετε, αν μπορείτε να γευτείτε τη μελλοντική ευδαιμονία εδώ και τώρα; Ας το παραδεχθούμε, το μέλλον είναι ανεξέλεγκτο. Ως διά μαγείας, όμως, η πιστωτική κάρτα φέρνει αυτό το ενοχλητικά διαφεύγον μέλλον κατευθείαν στην αγκαλιά σας. Μπορείτε να καταναλώσετε ούτως ειπείν, το μέλλον προκαταβολικά – όσο υπάρχει ακόμα κάτι προς κατανάλωση… Αυτή φαίνεται ότι είναι η λανθάνουσα έλξη του ζην επί πιστώσει, του οποίου το έκδηλο όφελος, αν πιστέψετε στις διαφημίσεις, είναι καθαρά ωφελιμιστικό: να δίνει απόλαυση. Κι αν το μέλλον έχει σχεδιαστεί να είναι τόσο δυσάρεστο όσο υποψιάζεστε, μπορείτε να το καταναλώσετε τώρα, όσο ακόμα είναι φρέσκο και άσπιλο, πριν χτυπήσει η καταστροφή και πριν το μέλλον έχει την ευκαιρία να σας δείξει πόσο ακριβώς δυσάρεστη μπορεί να είναι αυτή η καταστροφή. (…).

Τα μέσα είναι μηνύματα. Οι πιστωτικές κάρτες είναι κι αυτές μηνύματα. Αν οι λογαριασμοί αποταμιεύσεων υποδηλώνουν βεβαιότητα για το μέλλον, ένα αβέβαιο μέλλον κραυγάζει για πιστωτικές κάρτες.

Οι λογαριασμοί αποταμιεύσεων γεννιούνται, και τρέφονται, από ένα μέλλον το οποίο μπορεί κανείς να εμπιστεύεται – ένα μέλλον που θα έρθει και, όταν θα έρθει, οπωσδήποτε δεν θα διαφέρει και τόσο από το παρόν. Ένα μέλλον που θα δίνει αξία σε ό,τι δίνουμε αξία και εμείς – κι έτσι θα σέβεται τις παρελθούσες αποταμιεύσεις και θα ανταμείβει τους κατόχους τους. Οι λογαριασμοί αποταμιεύσεων ευδοκιμούν επίσης βάσει της ελπίδας / προσδοκίας / εμπιστοσύνης ότι -χάρη στη συνέχεια μεταξύ τού τώρα και του «τότε»- αυτό [σελ.20] που γίνεται τώρα, στο παρόν, θα προλάβει το «τότε», δεσμεύοντας το μέλλον πριν έρθει· αυτό που κάνουμε τώρα θα «κάνει τη διαφορά», θα καθορίσει τη μορφή του μέλλοντος.

Οι πιστωτικές κάρτες, και τα χρέη που δημιουργούν, εύκολα τρομάζουν τους πιο πειθήνιους και ταράζουν ακόμα και τους πιο ριψοκίνδυνους. Αν δεν το κάνουν, είναι επειδή διαθέτουμε μια υποψία ασυνέχειας: έχουμε ένα προαίσθημα ότι το μέλλον που θα έρθει (αν έρθει, κι αν είμαι και τότε εδώ για να δω την άφιξή του) θα είναι διαφορετικό από το παρόν που γνωρίζουμε – αν και δεν ξέρουμε πώς και πόσο θα διαφέρει. Θα τιμήσει, μετά από χρόνια, τις θυσίες που κάναμε επί του παρόντος στο όνομά του; Θα ανταμείψει τις προσπάθειες που καταβάλαμε για να εξασφαλίσουμε την εύνοιά του; Ή μήπως θα κάνει, αντιθέτως, τα σημερινά κέρδη αυριανά βάρη και τα πολύτιμα φορτία οχληρά άχθη; Αυτό δεν το ξέρουμε και δεν μπορούμε να το ξέρουμε: δεν έχει και πολύ νόημα να προσπαθούμε να προεξοφλήσουμε το άγνωστο.

Zygmunt Bauman,  Ρευστός φόβοςμετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, εκδόσεις Πολύτροπον, Αθήνα 2007, σελ. 17-20 (αποσπάσματα).

ΙΙ

(…) Ό,τι δεν μπορούμε να ελέγξουμε μας είναι «άγνωστο»· και το «άγνωστο» είναι τρομακτικόΟ φόβος είναι ένα άλλο όνομα που δίνουμε στο ανυπεράσπιστο της ύπαρξης μας. (…)

Zygmunt Bauman,  Ρευστός φόβοςμετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, εκδόσεις Πολύτροπον, Αθήνα 2007, σελ.127.

Νικολάου Ι. Πανταζόπουλου, Ο ελληνικός κοινοτισμός και η νεοελληνική κοινοτική παράδοση

Σχολιάστε

37a1957f-0970-4f38-a7e5-d8a4c1388422_4

Νικολάου Ι. Πανταζόπουλου, Ο ελληνικός κοινοτισμός και η νεοελληνική κοινοτική παράδοση, εκδόσεις Παρουσία, Αθήνα 1993, ISBN 960-7601-03-3.

Απόσπασμα από το βιβλίο:

[…] Ο νόμος περί δήμων της 27ης Δεκεμβρίου 1833/8ης Ιανουαρίου 1834 επιδιώκοντας να προλάβει κάθε προσπάθεια δραστηριοποιήσεως του πολυκρατικού κοινοτικού συστήματος, διαλύει τις κοινότητες. Στη θέση των δυναμικών, αυτόνομων, αυτοδύναμων και αυτάρκων κοινοτήτων τοποθετεί τους ατροφικούς δήμους, νόθες διοικητικές περιφέρειες που αποτελούνται από τα λείψανα των κοινοτήτων. Οι νέες διοικητικές μονάδες τίθενται κάτω από την ανεξέλεγκτη εξουσία του Κράτους που διορίζοντας τους πριν αιρετούς κοινοτικούς άρχοντες διασπά την ενότητα της συλλογικής ηγεσίας τους και καθιστά το δήμαρχο εγκάθετο της Κυβερνήσεως, που μισθοδοτείται για το σκοπό αυτό. Ο άλλοτε αυτόνομος εκ των κάτω έλεγχος των πράξεων των κοινοτικών αρχόντων, ασκείται τώρα εκ των άνω ετερόνομα για λογαριασμό του Κράτους, το οποίο δεν αναγνωρίζει στους πολίτες του το δικαίωμα να συνέρχονται και να συνεταιρίζονται στερώντας τους το δικαίωμα να έχουν πολιτική βούληση. Στη φάση λοιπόν αυτή της αναμετρήσεως Κράτους- Κοινότητας η τελευταία παθαίνει κάθετη καθίζηση στο πεδίο του δημοσίου δικαίου αφού χάνει την αυτεξουσιότητα που είχε πριν. […]
Νικολάου Ι. Πανταζόπουλου, Ο ελληνικός κοινοτισμός και η νεοελληνική κοινοτική παράδοση, εκδόσεις Παρουσία, Αθήνα 1993, σελ. 43-44 (απόσπασμα)

Παρουσίαση των βιβλίων του Π. Θεοδωρίδη στις 2/4/2015 στη Θεσσαλονίκη

Σχολιάστε

11076089_1069199443106443_975462556_n

J. Butler, [Επιτελεστικότητα, επισφάλεια και ενσώματος λαός]

Σχολιάστε

Συλλογικό, Τι είναι λαός; εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, μετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, Αθήνα 2014, ISBN: 978-618-5118-00-6.

b194133

Από το οπισθόφυλλο: 

Λαός – μια λέξη που υποδηλώνει την εξαφάνιση του υπαρκτού κράτους; Λαϊκός – ένα επίθετο μέσω του οποίου οι κυριαρχούμενοι αποδέχονται τις πιο δυσμενείς συνθήκες για την ίδια τους τη γλώσσα;  «Εμείς, ο Λαός» – μια επιτελεστική εκφορά με την οποία συγκροτούνται ως λαός τα σώματα που συνενώνονται στον δρόμο; Όχι ένας λαός, αλλά λαοί που συνυπάρχουν; Συσχετισμός δύναμης, μια ιστορία συσχετισμού δυνάμεων; Και ο λαϊκισμός, ένα σχήμα που κατασκευάζεται με τη μείξη μιας ικανότητας -της γυμνής δύναμης του μεγάλου αριθμού- και μιας ανικανότητας – της αδαημοσύνης που αποδίδεται στον ίδιο αυτό μεγάλο αριθμό;

Ο Alain Badiou, ο Pierre Bourdieu, η Judith Butler, ο Georges Didi-Huberman, ο Sadri Khiari και ο Jacques Ranciere φωτίζουν σ’ αυτό το βιβλίο μερικές από τις όψεις του λαού. Διαφορετικές προσεγγίσεις, σίγουρα, που έχουν όμως ένα κοινό σημείο, παρά την πολυσημία της λέξης και την πολυσθένεια της ιδέας: ότι τοποθετούν χωρίς δισταγμό τον λαό στο πλευρό της χειραφέτησης.

Απόσπασμα από το βιβλίο:

J. Butler, » Εμείς,  ο λαός» : Σκέψεις για την ελευθερία της συνάθροισης

 (…) Η επιτελεστική θέσπιση του «Εμείς, ο λαός» συμβαίνει πριν από κάθε φώνηση αυτής της συγκεκριμένης φράσης. Η φράση είναι ενσώματη πριν εκφωνηθεί, και παραμένει ενσώματη και αφού εκφωνηθεί. Η φράση δεν μπορεί να εννοηθεί χωριστά από την ενσάρκωση της. (…)

Ο ενσώματος χαρακτήρας του λαού αποδεικνύεται πολύ σημαντικός σε ό, τι αφορά τα είδη των αιτημάτων που διατυπώνονται. Όταν, για παράδειγμα, ο πλούτος συγκεντρώνεται στο 2% του πληθυσμού και ολοένα περισσότεροι άνθρωποι χάνουν τα σπίτια τους και τις δουλειές τους, τότε ο λαός προφανώς διαιρείται ταξικά, και η οικονομική εξουσία κατανέμεται με τρόπους ριζικά άνισους. Όταν όσοι έρχονται αντιμέτωποι με ραγδαίες προοπτικές επισφάλειας βγαίνουν στους δρόμους και ξεκινούν τη διεκδίκηση τους με το «εμείς, ο λαός», ισχυρίζονται ότι αυτοί, όσοι εμφανίζονται και μιλούν εκεί, ορίζονται ως «ο λαός». Εργάζονται ενάντια στη  λήθη. Η φράση δεν σημαίνει ότι όσοι κερδίζουν δεν είναι » ο λαός», και δεν υποδηλώνει αναγκαστικά μια απλή έννοια συμπερίληψης: «είμαστε και εμείς ο λαός». Δηλώνει μάλλον μια μορφή ισότητας μπροστά στην αυξανόμενη ανισότητα, κι αυτό δεν το κάνει προφέροντας απλώς τη συγκεκριμένη φράση, αλλά ενσαρκώνοντας την ισότητα σε όποιο βαθμό αποδεικνύεται δυνατό, συγκροτώντας μια συνέλευση του λαού με όρους ισότητας. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι διεκδικούν την ισότητα εν μέσω ανισότητας, κι αυτό είναι ανώφελο και άχρηστο, καθώς η πράξη τους δεν είναι παρά συμβολική, ενώ η αληθινή οικονομική ισότητα συνεχίζει να γίνεται ολοένα πιο μακρινή για εκείνους που βλέπουν τα χρέη τους να φτάνουν σε αστρονομικά ποσά και τις πιθανότητες τους να βρουν δουλειά να εξαφανίζονται. Κι ωστόσο, φαίνεται πως η ενσάρκωση της ισότητας στις πρακτικές της συνέλευσης, η επιμονή στην αλληλεξάρτηση, το από κοινού κατειλημμένο έδαφος, όλα αρχίζουν να φέρνουν στον κόσμο μια εκδοχή της ισότητας που χάνεται γοργά σε άλλα μέρη. Το ζητούμενο δεν είναι να θεωρηθεί το σώμα απλώς σαν ένα όργανο για τη διατύπωση μιας πολιτικής διεκδίκησης, αλλά να αφεθεί το σώμα αυτό, η πολλαπλότητα των σωμάτων, να γίνει η προϋπόθεση κάθε μελλοντικής πολιτικής διεκδίκησης. (…)

Συλλογικό, Τι είναι λαός; εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, μετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, Αθήνα 2014, σελ. 61-62 (αποσπάσματα)

Κρίστοφερ Λας: «Ζούμε σε έναν κόσμο δίχως στέρεη πραγματικότητα»

1 σχόλιο

b198223

 

Κρίστοφερ Λας, Κορνήλιος Καστοριάδης, Ζαν Κλωντ ΜισεάΗ κουλτούρα του εγωϊσμού, μετάφραση: Χριστίνα ΣταματοπούλουΕναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα 2014, ISBN 978-960-427-155-9.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Το 1986, το βρετανικό τηλεοπτικό κανάλι, Channel 4, οργάνωσε μία συνάντηση ανάμεσα στον Κορνήλιο Καστοριάδη και τον Κρίστοφερ Λας, συνάντηση που πραγματοποιήθηκε, υπό την διεύθυνση και με τη συμμετοχή του Καναδού φιλόσοφου και πολιτικού Μάικλ Ιγνάτιεφ. Αυτή η συνομιλία, που δεν ξαναμεταδόθηκε ούτε μεταγράφηκε ποτέ, μέχρι την πρόσφατη έκδοσή της το 2013, αναλύει τις ηθικές, ψυχολογικές και ανθρωπολογικές επιπτώσεις της ανάπτυξης του σύγχρονου καπιταλισμού. Οι απαρχές της καταναλωτικής κοινωνίας συνοδεύονται από τη γέννηση ενός νέου εγωισμού, που κάνει τα άτομα να αποσύρονται από τη δημόσια σφαίρα και να καταφεύγουν σε έναν αποκλειστικά ιδιωτικό κόσμο. Χωρίς σχέδιο, όμηροι ενός παραισθησιογόνου κόσμου, ναρκωμένου από το μάρκετινγκ και τη διαφήμιση, τα άτομα δεν διαθέτουν πλέον πρότυπα με τα οποία μπορούν να ταυτιστούν. Η συνομιλία ακολουθείται από ένα εκτενές επίμετρο του Ζαν-Κλωντ Μισεά, με τίτλο «Η ψυχή του ανθρώπου στον καπιταλισμό».

***

Πριν από τριάντα ή εξήντα χρόνια, οι άνθρωποι της αριστεράς μιλούσαν για τη Μεγάλη Νύχτα, οι άνθρωποι της δεξιάς για την αέναη πρόοδο κ.λπ. Σήμερα, κανένας δεν τολμάει να εκφράσει ένα φιλόδοξο σχέδιο, ή τουλάχιστον ορθολογικό, που να πηγαίνει πέρα από τον προϋπολογισμό ή από τις προσεχείς εκλογές

Κορνήλιος Καστοριάδης

 

Περιέγραψα τον «ελάχιστο εαυτό» ή το «ναρκισσιστικό Εγώ» σαν ένα Εγώ που αδειάζει όλο και περισσότερο από κάθε περιεχόμενο, που έχει φτάσει να προσδιορίζει τους στόχους του για τη ζωή με τους πιο περιοριστικούς όρους, με όρους απλής επιβίωσης, καθημερινής επιβίωσης.

Κρίστοφερ Λας

 

Οι σύγχρονοι άνθρωποι δεν πρόκειται να βρουν τον δρόμο προς μια προσωπική και συλλογική χειραφέτηση, πραγματική και συνάμα γνήσια ανθρώπινη, με το να δαιμονοποιούν ως «αντιδραστική» κάθε αίσθηση ταυτότητας και συγγένειας ή χαρακτηρίζοντας, από θέση αρχής, ως υποχρεωτικά «παρελθοντολατρεία» τη θεμιτή προσήλωση των λαών στη γλώσσα τους, τις παραδόσεις τους και τον πολιτισμό τους – και ως γνωστόν, αυτός είναι, σήμερα, ο σταθερός πυρήνας κάθε αριστερής μεταφυσικής.

Ζαν Κλωντ Μισεά

Απόσπασμα από το βιβλίο (σε αγκύλες οι αντίστοιχες σελίδες του βιβλίου): 

[σελ. 26] (…)Κρίστοφερ Λας

Αυτό που με εκπλήσσει είναι ότι ζούμε σε έναν κόσμο δίχως στέρεη πραγματικότητα…Λέμε συχνά πως η καταναλωτική κοινωνία μας περιβάλλει με αντικείμενα, πως μας ωθεί να τους δίνουμε μεγάλη σημασία, αλλά νομίζω πως πρόκειται για απατηλή ιδέα. Θεωρώ τον κόσμο, μέσα στον οποίο ζούμε, εξαιρετικά ασταθή, πρόκειται για έναν κόσμο που αποτελείται από φευγαλέες εικόνες και που τείνει όλο και περισσότερο -εν μέρει, νομίζω, χάρη στην τεχνολογία των μαζικών μέσων επικοινωνίας- να αποκτήσει έναν παραισθησιογόνο χαρακτήρα: ένα είδος κόσμου από φανταστικές εικόνες, σε αντίθεση με έναν κόσμο πραγματικών αντικειμένων τα οποία να διαρκούν περισσότερο από εμάς. Αυτή η αίσθηση της ιστορικής συνέχειας, που προσφέρει, μεταξύ άλλων η οικειότητα με στέρεα, χειροπιαστά αντικείμενα, δείχνει να υποχωρεί όλο και περισσότερο μπροστά σε μια επίθεση από εικόνες φτιαγμένες, [σελ.27] τις περισσότερες φορές, για να ξυπνάνε τις φαντασιώσεις μας. Πιστεύω πως ακόμα και η επιστήμη, που, μέχρι τώρα, θεωρούνταν ένα από τα κυριότερα μέσα δημιουργίας μιας πιο ορθολογικής, πιο ρεαλιστικής κοσμοαντίληψης, εμφανίζεται, στην καθημερινή μας ζωή, σαν μια διαδοχή τεχνολογικών θαυμάτων που μας κάνουν να πιστεύουμε ότι όλα είναι δυνατά. Σε έναν κόσμο όπου όλα είναι δυνατά, με μία έννοια, τίποτε δεν είναι εφικτό. Κι έπειτα, τα όρια ανάμεσα στο Εγώ και τον περιβάλλοντα κόσμο τείνουν να συγχέονται όλο και περισσότερο.(…)

Κρίστοφερ Λας, Κορνήλιος Καστοριάδης, Ζαν Κλωντ ΜισεάΗ κουλτούρα του εγωϊσμού, μετάφραση: Χριστίνα ΣταματοπούλουΕναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα 2014, σελ.26-27.

Older Entries Newer Entries