Zygmunt Bauman, [Περί επιτελεστικής κοινωνίας]

Σχολιάστε

Zygmunt Bauman, Ξένοι στο κατώφλι μας, μετάφραση: Βασίλης ΤομανάςΚατερίνα Τομανά, εκδόσεις Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2021, ISBN: 978-618-5228-62-0.

(…) Η «επιτελεστική κοινωνία» είναι πρώτα και κύρια μια κοινωνία α τ ο μ ι κ ή ς επιτέλεσης, και μιας «κουλτούρας ατομικισμού που βασίζεται αποκλειστικά στις δυνάμεις του ατόμου» – στην οποία «η καθημερινή ζωή γίνεται επισφαλής / αβέβαιη», εξαναγκάζοντας το άτομο σε «μια μόνιμη κατάσταση ετοιμότητας» (…)

(…) Καταδικασμένο να αναζητά ιδιωτικά σχεδιασμένες και ιδιωτικά διαχειρίσιμες λύσεις σε προβλήματα που έχει γεννήσει μια κοινωνία η οποία παρέβη τις παλαιότερες υποσχέσεις της και τώρα υποχωρεί αμείλικτα από τη δεσμευτική υπόσχεση να παρέχει συλλογική ασφάλεια από τους κινδύνους της ιδιωτικής ζωής, το άτομο εγκαταλείπεται στους ι δ ι ω τ ι κ ο ύ ς π ό ρ ο υ ς του (…)

Zygmunt Bauman, Ξένοι στο κατώφλι μας, μετάφραση: Βασίλης ΤομανάςΚατερίνα Τομανά, εκδόσεις Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2021, σελ.60-61 (αποσπάσματα)

Μανώλης Πιμπλής: Υψηλές προσδοκίες, φρούδες ελπίδες (για το βιβλίο των Ζygmunt Bauman-Thomas Leoncini «Γεννημένοι ρευστοί»)

Σχολιάστε

Zygmunt Bauman – Thomas Leoncini, Γεννημένοι ρευστοί: μεταμορφώσεις της τρίτης χιλιετίας, μετάφραση: Σώτη Τριανταφύλλου, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2019, ISBN: 978-960-16-8116-0.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Ο Ζύγκμουντ Μπάουμαν, συνομιλώντας με τον Ιταλό δημοσιογράφο Τόμας Λεοντσίνι, περιγράφει όψεις του τρόπου ζωής των Millennials, των ανθρώπων που γεννήθηκαν μετά το 1980, και που συχνά ονομάζονται «Γενιά Υ». Ο μεγάλος Πολωνός στοχαστής στο τελευταίο του κείμενο μιλάει για το πώς η Γενιά Υ σχετίζεται με το σώμα της, με τα κοινωνικά δίκτυα και με τις μεταμορφώσεις της δημόσιας σφαίρας. Ο Μπάουμαν επισημαίνει και σχολιάζει μερικά φαινόμενα της δεύτερης ή «ρευστής» νεωτερικότητας, όπου τίποτα δεν είναι μόνιμο, σταθερό και συνεχές και όπου οι ανθρώπινες σχέσεις στηρίζονται στο «δίκτυο» – και εξάλλου περιγράφονται ως «δικτύωση». Το Γεννημένοι ρευστοί είναι κατά κάποιο τρόπο και μια μικρή εισαγωγή στο έργο του Μπάουμαν περί καταναλωτικής κοινωνίας -ως μηχανισμού κατασκευής απορριμμάτων (τόσο αντικειμένων όσο και ανθρώπων)-, περί διαδικτύου -ως μηχανισμού ψευδών σχέσεων- καθώς και γενικότερα περί σύγχρονου κράτους και παγκοσμιοποίησης.

***

Παραθέτουμε την κριτική του Μ. Πιμπλή που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Εποχή» στις 30/6/2019: 

Υψηλές προσδοκίες, φρούδες ελπίδες

Σύμφωνα με μια έρευνα στις ΗΠΑ, το 47% των πολιτών, εκεί, της γενιάς των λεγόμενων Millenials (είναι αυτοί που γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1980 και το 2000) έχουν τατουάζ. Αλλά και το 36% της προηγούμενης γενιάς, στις ΗΠΑ πάντα, δηλαδή των γεννημένων από το 1965 μέχρι το 1980 -αυτή είναι η λεγόμενη γενιά Χ-, επίσης έχει τατουάζ. Αντίθετα το ποσοστό περιορίζεται στο 13% στους Baby Boomers, δηλαδή στους γεννημένους την εικοσαετία 1944-1964.
Εκτός του ότι σε λίγα χρόνια θα γεμίσουμε συνταξιούχους με τατουάζ, το εύρημα δηλώνει πολλά παραπάνω.

Μια πρώτη παρατήρηση είναι η επιβεβαίωση ότι η έννοια της «κοινότητας», που ήταν άλλοτε πολύ ισχυρή άρχισε εδώ και πολλά χρόνια – όπως το είχε προαναγγείλει ο σπουδαίος ιστορικός Έρικ Χομπσμπάουμ – να υποχωρεί και να περιθωριοποιείται στο χώρο της σκέψης και της κοινωνικής πρακτικής, και στη θέση της αναδύθηκε η έννοια της «ταυτότητας» και η «αναγνώριση του εαυτού». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι δύο έννοιες δεν συνυπάρχουν. Η μεταξύ τους διαλεκτική, μάλιστα, λέει ο άλλος σπουδαίος στοχαστής που χάθηκε πρόσφατα, ο κοινωνιολόγος Ζίγκμουντ Μπάουμαν, παράγει ούτε λίγο ούτε πολύ τη μόδα.
Το σώμα, λέει ο Μπάουμαν, είναι όλο και περισσότερο το μέρος όπου τοποθετούνται τα σημάδια των ελπίδων και των προσδοκιών. Εκεί αποτυπώνονται δυσεπίλυτα διλήμματα, λ.χ. ανάμεσα στο «ανήκειν» και στην αυτοεπιβεβαίωση, στη μονιμότητα και την ευελιξία, εκφράζοντας ταυτόχρονα πρόθεση σταθερότητας και ελευθερία επιλογής. Και ενώ το ρούχο είναι απολύτως παροδικός συμβολισμός ταυτότητας (που αλλάζει ανά πάσα στιγμή), το τατουάζ δηλώνει μονιμότερη δέσμευση. Και όλα αυτά παρόλο που ήδη ο Μποντλέρ, το 19ο αιώνα, έλεγε πως οι τρόποι συναγωνισμού στο επίπεδο της εξωτερικής εμφάνισης δεν είναι παρά μια προσπάθεια να αιχμαλωτιστεί η αιωνιότητα σε μια φευγαλέα στιγμή.
Φαίνεται πάντως ότι οι ουλές και τα τατουάζ εκφράζουν μια βαθιά και αντιφατική σχέση ανάμεσα στην επιφάνεια και τη σοβαρότητα, τον πόνο και την απόλαυση της αυτοεπιβεβαίωσης, τη συλλογική και την ατομική ταυτότητα. Ειδικά ο πόνος της εγχάραξης, δηλώνει ταυτόχρονα έμπρακτη έκφραση μιας ατομικής ελευθερίας επιλογής και διάθεση ένταξης σε μια ομάδα με κοινές πεποιθήσεις με όρους σταθερότητας.

Surface και surfing

Αυτά -και όχι μόνο- αποτελούν θέμα συζήτησης μέσω ανταλλαγής e-mail ανάμεσα στον Ζίγκμουντ Μπάουμαν και έναν νεαρό Ιταλό δημοσιογράφο, τον Τόμας Λεοντσίνι. Είχε συμφωνηθεί ότι η εκτενής αυτή συνέντευξη – κατά την οποία καταθέτει σοβαρές απόψεις και ο Λεοντσίνι – θα δημοσιευτεί μετά το θάνατο του Μπάουμαν, ο οποίος συντελέστηκε το 2017. Πρόκειται δηλαδή για το κύκνειο άσμα του θεμελιωτή της θεωρίας της «ρευστής νεωτερικότητας» και ο Λεοντσίνι πιστεύει ότι, αν διάλεξε κάποιον τόσο νέο όσο αυτός για συνομιλητή, είναι για να δηλώσει ότι οι γενιές δεν (πρέπει να) παίζουν πια κανέναν απολύτως ρόλο στη δόμηση των επιχειρημάτων και την ερμηνεία του κόσμου.
Συνεχίζοντας πάνω στο ίδιο θέμα, και προεκτείνοντάς το στο πεδίο των αισθητικών επεμβάσεων, ο Λεοντσίνι επισημαίνει ότι το καινούριο στοιχείο είναι πως και πολύ νεαρά κορίτσια κάνουν αισθητικές επεμβάσεις, κάτι που στο παρελθόν ήταν αδιανόητο. Ο Μπάουμαν επισημαίνει το ζήτημα της λατρείας της επιφάνειας, είτε αυτό αφορά τις επεμβάσεις στην επιφάνεια του σώματος (surface) είτε την επιφάνεια του υπολογιστή και το σερφάρισμα (surfing). Υπερθεματίζει, μάλιστα, στην παρατήρηση του Λεοντσίνι ότι η αισθητική επέμβαση είναι συχνά και επίδειξη πλούτου, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Μια τέλεια φυσική κατάσταση, λαμπερή, αψεγάδιαστη, σημαίνει ευημερία, φουσκωμένο πορτοφόλι και ανώτερη κοινωνική θέση, ίσως ακόμα περισσότερο από τα ακριβά και επώνυμα ρούχα. Η υψηλότερη κοινωνική θέση που μαρτυρεί η προσεγμένη εμφάνιση συνοδεύεται από δημόσια εκτίμηση. Διακηρύσσει σε αλάνθαστη γλώσσα: “Έχω την οικονομική άνεση, σε αντίθεση με σένα καημένε! Βγάλε τα συμπεράσματά σου, κατάλαβε τη θέση σου και μείνε εκεί”».

Δωρεάν χώρος για υπονοούμενα και ψέματα

Ως προς το σερφάρισμα, πάντως, ο πωλονοεβραίος Μπάουμαν, καθηγητής πολλά χρόνια στο Πανεπιστήμιο του Λιντς, κάνει την εύστοχη παρατήρηση ότι η πλειοψηφία των χρηστών του διαδικτύου δεν έλκεται από την είσοδο σε έναν κόσμο, αλλά από την ευκαιρία εξόδου από έναν άλλο. Δεν θέλει δηλαδή να επωφεληθεί από τον πλούτο της online γνωστικής πληροφορίας, όσο θέλει να ξεφύγει από τον offline κόσμο, τον πραγματικό κόσμο δηλαδή. Η βασική μάλιστα διαφορά που καθιστά το διαδίκτυο μια «ζώνη άνεσης», όπως λέει, είναι ότι από τον online κόσμο μπορείς να αποσυνδεθείς, ενώ από τον offline όχι.
Ένα άλλο σημαντικό θέμα που θίγεται ως προς το διαδίκτυο, είναι η υποτιθέμενη ή μη δημοκρατικότητά του. Ο Λεοντσίνι λέει ότι ο «κραυγαλέος» χαρακτήρας του διαδικτύου βρίσκεται πιο κοντά στον ολοκληρωτισμό παρά στη δημοκρατία. Και ο Μπάουμαν φαίνεται να συμφωνεί λέγοντας ότι το κύριο χαρακτηριστικό του διαδικτύου είναι ότι αποτελεί συνδυασμό υψηλών προσδοκιών και φρούδων ελπίδων. Υποσχέθηκε έναν «ιδανικό τόπο, δημοκρατικό» αλλά «σήμερα βιώνουμε κρίση της δημοκρατίας και επιδείνωση των ανισοτήτων και των πολιτικών και ιδεολογικών συγκρούσεων. Αντί να διευρύνει την ποσότητα και να βελτιώνει την ποιότητα της ανθρώπινης ολοκλήρωσης, της αμοιβαίας κατανόησης, της συνεργασίας και της αλληλεγγύης, έχει διευκολύνει τις πρακτικές απομόνωσης, διαχωρισμού, αποκλεισμού, εχθρότητας και διαμάχης. Προσφέρει δε σε όλους δωρεάν χώρο για υπονοούμενα, κουτσομπολιό, συκοφαντία, δυσφήμιση και ψέματα».

Η επανάληψη «ομαλοποιεί» το συγκλονιστικό

Ο Όσβαλντ Σπέγκλερ, ήδη πριν από έναν αιώνα ακριβώς, στη μνημειώδη «Παρακμή της Δύσης», έλεγε ότι ενώ «ο άνθρωπος του πνευματικού πολιτισμού στρέφεται προς τα μέσα, ο άνθρωπος του πρακτικού πολιτισμού στρέφεται προς τα έξω, στο χώρο μεταξύ των σωμάτων και των “γεγονότων”». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τα πράγματα είναι κατ’ ανάγκην γραμμικά και απαισιόδοξα, όπως τα έβλεπε ο Σπέγκλερ. Αν και στο μεταξύ, κάτι που έχει συμβεί στην εποχή μας και που δεν έχει τίποτα το ευχάριστο, είναι ότι έχουμε εξοικειωθεί με πολλά εγκλήματα και εγκληματικές συμπεριφορές, κάποιες από τις οποίες δεν έχουν καν σαφές κίνητρο – προς επίρρωσιν του λόγου περί ρευστότητας. Ο Μπάουμαν, αφού θυμίζει τις εμβληματικές ως προς αυτό ταινίες του Μίκαελ Χάνεκε, επισημαίνει το στοιχείο της κοινοτοπίας του κακού που έφερε ο 20ός αιώνας και που έχει εγκατασταθεί για τα καλά στη ζωή μας: «όσο συγκλονιστικό και τρομακτικό είναι κάτι την πρώτη φορά που συμβαίνει, η μονοτονία της επανάληψης το “ομαλοποιεί”, το κάνει “τετριμμένο”. Το τετριμμένο, η κοινοτοπία, διασκεδάζει. Δεν σοκάρει». Ισχύει και για γεγονότα και για πρόσωπα…

Μανώλης Πιμπλής

http://epohi.gr/ypshles-prosdokies-froudes-elpides/

***

Απόσπασμα από τη σελίδα 37 του βιβλίου: 

[…] Η καταναλωτική οικονομία ακμάζει (ή έστω επιβιώνει) χάρη στο μαγικό κόλπο της μετατροπής της ευκαιρίας σε υποχρέωση ή, σύμφωνα με την ορολογία των οικονομολόγων, της προσφοράς σε ζήτηση. […]

Zygmunt Bauman – Thomas Leoncini, Γεννημένοι ρευστοί: μεταμορφώσεις της τρίτης χιλιετίας, μετάφραση: Σώτη Τριανταφύλλου, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2019, σελ. 37 (απόσπασμα)

Z. Bauman, [Μια μοντέρνα αυταπάτη]

Σχολιάστε

Z.Bauman-C.Bordoni, Η νεωτερικότητα σε κρίση, μετάφραση: Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, εκδόσεις Ύψιλον/βιβλία, Αθήνα 2016, ISBN: 978-960-17-0372-5.

[…]μια μοντέρνα αυταπάτη που έχει οριστικά και πραγματικά απορριφθεί είναι η αυταπάτη πως μπορεί να επιτευχθεί μια ανθρώπινη συνθήκη απαλλαγμένη από αυταπάτες.

Z. Bauman- C. Bordoni, Η νεωτερικότητα σε κρίση, μετάφραση: Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, εκδόσεις Ύψιλον/βιβλία, Αθήνα 2016, σελ. 41.

Z. Bauman, [Περί κρίσης]

Σχολιάστε

Z.Bauman-C.Bordoni, Η νεωτερικότητα σε κρίση, μετάφραση: Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, εκδόσεις Ύψιλον/βιβλία, Αθήνα 2016, ISBN: 978-960-17-0372-5.

e37932af-a9d0-4df9-8566-2bd88970a512_2

(…) Διανύουμε σήμερα πολλαπλές κρίσεις, όμως η πιο οξεία απ’ αυτές -στην πραγματικότητα μια «μετα-κρίση» που καθιστά όλες τις υπόλοιπες απολύτως αδιέξοδες- είναι η κρίση λειτουργίας -ή ακριβέστερα, της «λειτουργίας όπως την ξέρουμε»-, της κληροδοτημένης και υφιστάμενης λειτουργίας του κράτους, που επιχειρήθηκε και δοκιμάστηκε από τις περασμένες γενιές που το συγκρότησαν και περίμεναν από μας να το χρησιμοποιήσουμε.(…)

Z.Bauman-C.Bordoni, Η νεωτερικότητα σε κρίση, μετάφραση: Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, εκδόσεις Ύψιλον/βιβλία, Αθήνα 2016, σελ.82 (απόσπασμα)

Πέθανε ο Ζygmunt Bauman

Σχολιάστε

zygmunt-bauman

Πέθανε σήμερα 9/1/2017 ο σπουδαίος στοχαστής Zygmunt Bauman. Τελευταίο εκδοθέν έργο του στα ελληνικά είναι  Η Νεωτερικότητα σε κρίση (εκδόσεις ύψιλον/βιβλία).

***

Zygmunt Bauman, Ρευστοί καιροί

Σχολιάστε

Zygmunt Bauman, Ρευστοί καιροί: Η ζωή την εποχή της αβεβαιότηταςμετάφραση: Κωνσταντίνος Δ. Γεώρμας, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2009, ISBN: 978-960-455-613-7.

0001331_195

Απόσπασμα από το βιβλίο:

[σελ. 170](…) Η «ουτοπία» συνήθως υποδήλωνε έναν ποθητό, ονειρεμένο, μακρινό στόχο στον οποίο η πρόοδος έπρεπε, μπορούσε και τελικά θα οδηγούσε όσους αναζητούσαν έναν κόσμο που θα υπηρετούσε καλύτερα τις ανθρώπινες ανάγκες. Ωστόσο, στα σύγχρονα όνειρα, η εικόνα της «προόδου» φαίνεται να έχει μετακινηθεί από το λόγο περί κοινής βελτίωσης σε αυτόν της ατομικής επιβίωσης. (…)

[σελ.171](…) Δεν χρειάζεται να προσθέσω, αφού είναι πλέον προφανές, ότι αυτή η νέα έμφαση στο ξεφόρτωμα πραγμάτων, στην εγκατάλειψη τους, στο να απαλλάσσεσαι από αυτά, αντί να τα οικοιοποιείσαι, ταιριάζει απόλυτα στη λογική της προσανατολισμένης στον καταναλωτή οικονομίας μας. Οι άνθρωποι που εμμένουν στα χθεσινά ρούχα, υπολογιστές, κινητά ή καλλυντικά θα σπείρουν την καταστροφή σε μια οικονομία της οποίας η κύρια μέριμνα, και η εκ των ων ουκ άνευ συνθήκη για την επιβίωση της, είναι το ραγδαίο και επιταχυνόμενο ξεπέταγμα των πουλημένων και αγορασμένων προϊόντων στα απόβλητα. Σε αυτή την οικονομία η ταχεία διάθεση των αποβλήτων αποτελεί μία πρώτης γραμμής βιομηχανία.

Όλο και πιο πολύ, η διαφυγή γίνεται τώρα στο όνομα του πιο δημοφιλούς παιχνιδιού. Σημασιολογικά, η διαφυγή αποτελεί το ακριβώς αντίθετο της ουτοπίας, υπό τις παρούσες συνθήκες όμως ψυχολογικά αποτελεί το μοναδικό υποκατάστατο της. Θα μπορούσε να προβληθεί ο ισχυρισμός ότι είναι μια νέα, ενημερωμένη και υψηλής τεχνικής ερμηνεία της, αναδιαμορφωμένη στα μέτρα της απορρυθ-[σελ.172]μισμένης, εξατομικευμένης κοινωνίας των καταναλωτών. Δεν μπορείς πλέον να ελπίζεις στα σοβαρά ότι μπορείς να κάνεις τον κόσμο ένα καλύτερο κόσμο για να ζήσεις. Δεν μπορείς ούτε και να κάνεις πραγματικά ασφαλές ακόμα και το καλύτερο μέρος στον κόσμο που ίσως κατάφερες να κατασκευάσεις για τον εαυτό σου. Η ανασφάλεια είναι εδώ παρούσα ό,τι και να γίνει. Περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο «καλή τύχη» σημαίνει να κρατάς την «κακή τύχη» σε απόσταση. (…)

Zygmunt Bauman, Ρευστοί καιροί: Η ζωή την εποχή της αβεβαιότηταςμετάφραση: Κωνσταντίνος Δ. Γεώρμας, εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2009, σελ. 170-172 (απόσπασμα)

 

Zygmunt Bauman, Ρευστός φόβος

Σχολιάστε

αρχείο λήψης

Zygmunt Bauman,  Ρευστός φόβοςμετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, εκδόσεις Πολύτροπον, Αθήνα 2007, ISBN 978-960-8354-72-2.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Η νεωτερικότητα υποτίθεται ότι θα ήταν η περίοδος εκείνη της ανθρώπινης ιστορίας στην οποία οι φόβοι που στοίχειωναν την κοινωνική ζωή κατά το παρελθόν θα μπορούσαν να ξεπεραστούν οριστικά και τα ανθρώπινα όντα θα μπορούσαν να αναλάβουν τον έλεγχο της ζωής τους και να δαμάσουν τις ανεξέλεγκτες δυνάμεις του κοινωνικού και του φυσικού κόσμου. Κι όμως, στην αυγή του εικοστού πρώτου αιώνα, ζούμε ξανά σε μια εποχή φόβου. Είτε πρόκειται για τον φόβο των φυσικών ή περιβαλλοντικών καταστροφών είτε για τον φόβο τυφλών τρομοκρατικών επιθέσεων, ζούμε σήμερα σε μια κατάσταση διαρκούς άγχους αναφορικά με τους κινδύνους που δύνανται να ενσκήψουν απροειδοποίητα και ανά πάσα στιγμή. «Φόβος» είναι το όνομα που δίνουμε στην αβεβαιότητά μας μπροστά στους κινδύνους που χαρακτηρίζουν τη ρευστή μοντέρνα εποχή μας, στην άγνοιά μας σχετικά με τη φύση της απειλής και στην ανικανότητά μας να καθορίσουμε τι μπορεί και τι δεν μπορεί να γίνει για την αντιμετώπισή της. (…)

Αποσπάσματα από το βιβλίο:

Ι

[σελ. 17] (…) Η ζωή μας σήμερα αποδείχθηκε διαφορετική από το είδος ζωής που οραματίστηκαν και βάλθηκαν να σχεδιάσουν οι σοφοί του Διαφωτισμού και οι κληρονόμοι και μαθητές τους. Στη νέα ζωή που προοιωνίζονταν και αποφάσισαν να δημιουργήσουν, ελπιζόταν ότι ο άθλος της τιθάσευσης των φόβων  και της χαλιναγώγησης των απειλών οι οποίες τους προκαλούσαν θα ήταν υπόθεση άπαξ δια παντός. Στο ρευστό μοντέρνο τοπίο, ωστόσο, η πάλη ενάντια στους φόβους έχει αποδειχθεί έργο που κρατά όλη μας τη ζωή, ενώ οι κίνδυνοι που πυ-[σελ.18]ροδοτούν το φόβο, έστω κι αν κανείς τους δεν θεωρείται ατίθασος, κατέληξαν να εκλαμβάνονται ως μόνιμοι, αναπόσπαστοι σύντροφοι της ανθρώπινης ζωής. Ολόκληρη η ζωή  είναι τώρα ένας μακρύς και μάλλον ανώφελος αγώνας ενάντια στον δυνάμει παραλυτικό αντίκτυπο φόβων κι ενάντια στους πραγματικούς ή υποθετικούς κινδύνους που μας κάνουν να φοβόμαστε. Γίνεται καλύτερα αντιληπτή ως μια συνεχής αναζήτηση κι ως μια διηνεκής δοκιμή στρατηγημάτων και μεθοδεύσεων που μας επιτρέπουν να αναστέλλουμε, έστω και προσωρινά, τον επικείμενο χαρακτήρα κινδύνων- ή, ακόμα καλύτερα,να μετατοπίζουμε την ανησυχία γι’ αυτούς σε μια παρακείμενη εστία όπου ελπίζουμε ότι ίσως εξαερωθούν ή παραμείνουν ξεχασμένοι για κάμποσο. Η εφευρετικότητα μας δεν γνωρίζει όρια. (…)

(…)Το μέλλον είναι άδηλο; Άλλος ένας καλός λόγος για να μην το αφήσετε να σας στοιχειώσει. Οι κίνδυνοι άγνωστοι; Άλλος ένας καλός λόγος για να τους αφήσετε κατά μέρος. Μέχρι εδώ, όλα καλά· θα μπορούσε να ήταν και χειρότερα. Διατηρείστε το έτσι. Μην αρχίζετε να ανησυχείτε για το πώς θα διασχίσετε εκείνη τη γέφυρα στο βάθος, πριν φθάσετε εκεί. Ίσως δεν την πλησιάσετε ποτέ, ή ίσως η γέφυρα καταρρεύσει ή μετακινηθεί αλλού πριν την πλησιάσετε. Οπότε, γιατί να ανησυχείτε από τώρα; Καλύτερα να τηρείτε την πατροπαράδοτη συνταγή: cαrpe diem. Με απλά λόγια: χαρείτε τώρα, πληρώστε αργότερα. Ή, σύμφωνα με μια νεότερη εκδοχή αυτής της παμπάλαιας σοφίας, νεόκοπη ευγενική χορηγία των εταιριών πιστωτικών καρτών: αφαιρέστε την αναμονή από την επιθυμία.

Ζούμε επί πιστώσει: καμία γενιά στο παρελθόν δεν υπήρξε τόσο υπερχρεωμένη όσο εμείς – ατομικά και συλλογικά (καθήκον των κρατικών προϋπολογισμών ήταν κάποτε η εξισορρόπηση εσόδων-[σελ.19] εξόδων· τη σήμερον ημέρα, «καλοί προϋπολογισμοί» είναι εκείνοι που κρατούν την περίσσεια των εξόδων επί των εσόδων στο επίπεδο του προηγούμενου έτους). Το να ζεις επί πιστώσει έχει τις ωφελιμιστικές χαρές του: προς τι η καθυστέρηση της ικανοποίησης; Γιατί να περιμένετε, αν μπορείτε να γευτείτε τη μελλοντική ευδαιμονία εδώ και τώρα; Ας το παραδεχθούμε, το μέλλον είναι ανεξέλεγκτο. Ως διά μαγείας, όμως, η πιστωτική κάρτα φέρνει αυτό το ενοχλητικά διαφεύγον μέλλον κατευθείαν στην αγκαλιά σας. Μπορείτε να καταναλώσετε ούτως ειπείν, το μέλλον προκαταβολικά – όσο υπάρχει ακόμα κάτι προς κατανάλωση… Αυτή φαίνεται ότι είναι η λανθάνουσα έλξη του ζην επί πιστώσει, του οποίου το έκδηλο όφελος, αν πιστέψετε στις διαφημίσεις, είναι καθαρά ωφελιμιστικό: να δίνει απόλαυση. Κι αν το μέλλον έχει σχεδιαστεί να είναι τόσο δυσάρεστο όσο υποψιάζεστε, μπορείτε να το καταναλώσετε τώρα, όσο ακόμα είναι φρέσκο και άσπιλο, πριν χτυπήσει η καταστροφή και πριν το μέλλον έχει την ευκαιρία να σας δείξει πόσο ακριβώς δυσάρεστη μπορεί να είναι αυτή η καταστροφή. (…).

Τα μέσα είναι μηνύματα. Οι πιστωτικές κάρτες είναι κι αυτές μηνύματα. Αν οι λογαριασμοί αποταμιεύσεων υποδηλώνουν βεβαιότητα για το μέλλον, ένα αβέβαιο μέλλον κραυγάζει για πιστωτικές κάρτες.

Οι λογαριασμοί αποταμιεύσεων γεννιούνται, και τρέφονται, από ένα μέλλον το οποίο μπορεί κανείς να εμπιστεύεται – ένα μέλλον που θα έρθει και, όταν θα έρθει, οπωσδήποτε δεν θα διαφέρει και τόσο από το παρόν. Ένα μέλλον που θα δίνει αξία σε ό,τι δίνουμε αξία και εμείς – κι έτσι θα σέβεται τις παρελθούσες αποταμιεύσεις και θα ανταμείβει τους κατόχους τους. Οι λογαριασμοί αποταμιεύσεων ευδοκιμούν επίσης βάσει της ελπίδας / προσδοκίας / εμπιστοσύνης ότι -χάρη στη συνέχεια μεταξύ τού τώρα και του «τότε»- αυτό [σελ.20] που γίνεται τώρα, στο παρόν, θα προλάβει το «τότε», δεσμεύοντας το μέλλον πριν έρθει· αυτό που κάνουμε τώρα θα «κάνει τη διαφορά», θα καθορίσει τη μορφή του μέλλοντος.

Οι πιστωτικές κάρτες, και τα χρέη που δημιουργούν, εύκολα τρομάζουν τους πιο πειθήνιους και ταράζουν ακόμα και τους πιο ριψοκίνδυνους. Αν δεν το κάνουν, είναι επειδή διαθέτουμε μια υποψία ασυνέχειας: έχουμε ένα προαίσθημα ότι το μέλλον που θα έρθει (αν έρθει, κι αν είμαι και τότε εδώ για να δω την άφιξή του) θα είναι διαφορετικό από το παρόν που γνωρίζουμε – αν και δεν ξέρουμε πώς και πόσο θα διαφέρει. Θα τιμήσει, μετά από χρόνια, τις θυσίες που κάναμε επί του παρόντος στο όνομά του; Θα ανταμείψει τις προσπάθειες που καταβάλαμε για να εξασφαλίσουμε την εύνοιά του; Ή μήπως θα κάνει, αντιθέτως, τα σημερινά κέρδη αυριανά βάρη και τα πολύτιμα φορτία οχληρά άχθη; Αυτό δεν το ξέρουμε και δεν μπορούμε να το ξέρουμε: δεν έχει και πολύ νόημα να προσπαθούμε να προεξοφλήσουμε το άγνωστο.

Zygmunt Bauman,  Ρευστός φόβοςμετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, εκδόσεις Πολύτροπον, Αθήνα 2007, σελ. 17-20 (αποσπάσματα).

ΙΙ

(…) Ό,τι δεν μπορούμε να ελέγξουμε μας είναι «άγνωστο»· και το «άγνωστο» είναι τρομακτικόΟ φόβος είναι ένα άλλο όνομα που δίνουμε στο ανυπεράσπιστο της ύπαρξης μας. (…)

Zygmunt Bauman,  Ρευστός φόβοςμετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, εκδόσεις Πολύτροπον, Αθήνα 2007, σελ.127.

Z. Bauman, Ρευστή αγάπη

1 σχόλιο

Ζύγκμουντ ΜπάουμανΡευστή αγάπη: Για την ευθραυστότητα των ανθρώπινων δεσμών, μετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, εκδ. Βιβλ. της Εστίας, 6η έκδοση, Αθήνα 2009, ISBN 960-05-1253-1.

10402024_850542631671847_296327236181421586_n

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Ποτέ άλλοτε δεν γινόταν τόσος λόγος για ανθρώπινες σχέσεις, ή, απλώς, για «σχέση» (εννοώντας, στην περίπτωση αυτή, τη σχέση άντρα και γυναίκας), και ποτέ άλλοτε όσο σήμερα οι σχέσεις αυτές δεν ήταν τόσο ασταθείς και εύθραυστες. Ο άνθρωπος της ρευστής νεωτερικότητας (Liquid Modernity) -όπως αποκαλεί ο Ζ. Μπάουμαν τη μετανεωτερικότητα, την κοινωνία δηλαδή των τελευταίων δεκαετιών, με τους ραγδαίους ρυθμούς αλλαγής, διακρίνοντάς την από την καθαυτό νεωτερικότητα (Solid Modernity)- δημιουργεί δεσμούς εξαρχής χαλαρούς, ώστε να μπορούν να λύνονται εύκολα, γρήγορα και δίχως πόνο, κάθε φορά που αλλάζουν οι περιστάσεις. Η κεντρική μορφή της ρευστής μοντέρνας εποχής μας είναι ακριβώς ο άνθρωπος χωρίς μόνιμους, σταθερούς, διαρκείς, ανθεκτικούς δεσμούς, γεγονός που, αφενός, τον οδηγεί σε μια απελπισμένη αναζήτηση ταυτότητας, αυτοπροσδιορισμού και αυτοκατάφασης, και, αφετέρου, του προκαλεί βαθύ αίσθημα ανασφάλειας. Ο θρίαμβος του ατομικισμού κατά τη μετανεωτερικότητα οδήγησε τελικά στο θάνατο το αυτόνομο άτομο της νεωτερικότητας και έβαλε στη θέση του ένα άλλο, ανίκανο να εμπιστεύεται και να δεσμεύεται, βουτηγμένο στον κομφορμισμό και το φόβο.

Αποσπάσματα από το βιβλίο (συνίσταται η ανάγνωση ολοκλήρου του βιβλίου):

Ι

[ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ «ΔΙΚΤΥΑ»]

(…)Σε αντίθεση με τη «σχέση», τη «συγγένεια», τη «συντροφιά» και άλλες παρόμοιες έννοιες που εξαίρουν την αμοιβαία δέσμευση ενώ αποκλείουν ή αποσιωπούν το αντίθετο της, την αποδέσμευση, το «δίκτυο» αντιπροσωπεύει μια μήτρα ταυτόχρονων συνδέσεων και αποσυνδέσεων’ τα δίκτυα είναι αδιανόητα χωρίς την ταυτόχρονη παρουσία και των δυο αυτών ενεργειών. Σε ένα δίκτυο, η σύνδεση και η αποσύνδεση είναι επιλογές εξίσου νόμιμες, απολαμβάνουν το ίδιο κύρος και έχουν την ίδια σημασία. Δεν έχει νόημα να ρωτά κανείς ποια από τις δύο συμπληρωματικές ενέργειες συνιστά την «πεμπτουσία» του δικτύου! «Δίκτυο» σημαίνει στιγμές «επαφής» που εναλλάσσονται με περιόδους ελεύθερης περιπλάνησης. Σε ένα δίκτυο οι συνδέσεις πραγματοποιούνται όποτε το ζητήσει κανείς και μπορούν να διακοπούν κατά βούληση. Μια σχέση «ανεπιθύμητη πλην αναπόδραστη» είναι ακριβώς η πιθανότητα εκείνη που κάνει τη «σχέση» εν γένει τόσο δολερή όσο την αισθάνεται κανείς. Όμως μια «ανεπιθύμητη σύνδεση» αποτελεί οξύμωρο: οι συνδέσεις μπορούν να διακοπούν – και πράγματι διακόπτονται- πολύ πριν αρχίσουν να γίνονται ανυπόφορες.

Οι συνδέσεις είναι «εικονικές σχέσεις». Σε αντίθεση με τις πατροπαράδοτες σχέσεις (…) μοιάζουν κομμένες και ραμμένες στα μέτρα των συνθηκών της ρευστής μοντέρνας ζωής, στην οποία οι «ειδυλλιακές προοπτικές» (και όχι μόνο) υποτίθεται ότι (επιθυμούμε να) έρχονται και να παρέρχονται όλο και πιο γρήγορα και με αμείωτη πυκνότητα, τρέποντας σε άτακτη φυγή και κατατροπώνοντας η μια την άλλη με υποσχέσεις «μεγαλύτερης ικανοποίησης της ολοκλήρωσης». Αντίθετα από τις «πραγματικές σχέσεις» στις «εικονικές» η είσοδος και η έξοδος είναι εύκολη υπόθεση. Τέτοιες «σχέσεις» μοιάζουν έξυπνες και καθαρές, εύκολες στη χρήση και φιλικές προς το χρήστη, όταν συγκρίνονται με τις βαριές, δυσκίνητες, αδρανείς και ακατάστατες «πραγματικές» ομολόγους τους. (…)

Ζύγκμουντ ΜπάουμανΡευστή αγάπη: Για την ευθραυστότητα των ανθρώπινων δεσμών, μετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, εκδ. Βιβλ. της Εστίας, 6η έκδοση, Αθήνα 2009, σελ. 16-17 (αποσπάσματα)

ΙΙ

[ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ]

(…) Κάθε έρωτας επιζητά να κατασχέσει, τη στιγμή όμως του θριάμβου του γνωρίζει την οριστική του ήττα. Κάθε έρωτας παλεύει να καταχωνιάσει τις πηγές της αβεβαιότητας και της αγωνίας του’ αν όμως το επιτύχει, αμέσως αρχίζει να μαραίνεται-και σβήνει. Ο Έρως στοιχειώνεται από το φάντασμα του Θανάτου, που δεν μπορεί να το ξορκίσει καμία μαγική ευχή. (…)

Ζύγκμουντ ΜπάουμανΡευστή αγάπη: Για την ευθραυστότητα των ανθρώπινων δεσμών, μετάφραση: Γιώργος Καράμπελας, εκδ. Βιβλ. της Εστίας, 6η έκδοση, Αθήνα 2009, σελ.30 (απόσπασμα).

Διαβάστε επίσης: 

Πέτρος Θεοδωρίδης, Ζ. Μπάουμαν: Ο κοινωνιολόγος της Ρευστής Νεωτερικότητας, Περιοδικό «Ένεκεν», τεύχος 16, Απρίλιος-Μάιος 2010.

Z. Bauman: Περί φόβου, ανασφάλειας και «αόρατων απειλών»

Σχολιάστε

Zygmunt Bauman, Παράπλευρες απώλειες: Κοινωνικές ανισότητες στην εποχή της παγκοσμιοποίησης,μετάφραση: Εύα Παραδέλλη, εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2012, ISBN 978-960-8219-84-7.

9789608219847

(…) Οι λόγοι να φοβάται κανείς είναι πολλοί∙και καθώς ο πραγματικός τους αριθμός και η σφοδρότητα τους είναι δύσκολο να υπολογιστούν από τη σκοπιά της περιορισμένης προσωπικής εμπειρίας, προστίθεται ένας ακόμη, ο σημαντικότερος ίσως, λόγος να φοβάται κανείς: κανένας δεν γνωρίζει που και πότε τα προειδοποιητικά λόγια θα γίνουν πραγματικότητα.

Οι σύγχρονες απειλές, κι ιδιαίτερα οι πλέον φρικιαστικές απ’ αυτές, εντοπίζονται κατά κανόνα μακριά, είναι συγκαλυμμένες, κρυφές, σπάνια βρίσκονται αρκετά κοντά ώστε να υπάρχει άμεση μαρτυρία και ακόμη σπανιότερα προσφέρονται για ενδελεχή προσωπικό έλεγχο – είναι απ’όλες τις απόψεις αόρατες. Οι περισσότεροι από μας δεν θα είχαμε μάθει ποτέ την ύπαρξη τους αν δεν ήταν ο τρόμος κι ο πανικός που προβάλλουν και διογκώνουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και οι ανησυχητικές προγνώσεις που συντάσσονται από ειδικούς  κι αμέσως αρπάζονται, υιοθετούνται και ενισχύονται από τα μέλη των κυβερνητικών συμβουλίων και τις εμπορικές εταιρείες – που σπεύδουν, όπως πάντα, να μετατρέψουν όλη αυτή την αναστάτωση σε πολιτικό ή εμπορικό κέρδος. Καθώς εμείς οι «συνηθισμένοι άνθρωποι» που ασχολούμαστε με τις δικές μας μικρής κλίμακας καθημερινές προσωπικές υποθέσεις, εμμέσως μόνο γνωρίζουμε γι’ αυτούς τους φοβερούς αλλά μακρινούς κινδύνους, τους είναι εύκολο, πανεύκολο, να χειραγωγήσουν τη -δημόσια-στάση μαςνα υποβαθμίζουν ή ν’ αποσιωπούν τους κινδύνους που δεν υπόσχονται κανένα πολιτικό ή οικονομικό όφελος, και ταυτόχρονα να διογκώνουν στο έπακρο, ή και να εφευρίσκουν, άλλους κινδύνους, καταλληλότερους για πολιτική ή εμπορική εκμετάλλευση. (…)

Zygmunt Bauman, Παράπλευρες απώλειες: Κοινωνικές ανισότητες στην εποχή της παγκοσμιοποίησης,μετάφραση: Εύα Παραδέλλη, εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2012,σελ.93-94 (αποσπάσματα).

Zygmunt Bauman, Περί αγάπης (απόσπασμα από το νέο του βιβλίο «Πλούτος και ανισότητα»)

1 σχόλιο

Zygmunt BaumanΠλούτος και ανισότητα: Μας ωφελεί όλους ο πλούτος των ολίγων; , μετάφραση: Γ. Λαμπράκος, εκδ. Οκτώ, Αθήνα 2014, ISBN: 978-618-5077-02-0.

bauman_cover

Απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Z. Bauman,  Πλούτος και ανισότητα: Μας ωφελεί όλους ο πλούτος των ολίγων;  (εκδόσεις Οκτώ). Το βιβλίο διαβάζεται απνευστί. Μην το χάσετε! [Σε αγκύλες παρατίθενται οι αντίστοιχες σελίδες του βιβλίου]

[σελ. 64] (…) Τα ηλεκτρονικά γκάτζετ δεν προσφέρουν απλώς αγάπη: είναι σχεδιασμένα για να αγαπιούνται όπως όλα τα άλλα  αντικείμενα αγάπης, που όμως σπάνια το επιτρέπουν. Τα ηλεκτρονικά γκάτζετ είναι τα πιο ωφέλιμα αντικείμενα της αγάπης ∙ θέτουν τα κριτήρια και τα πρότυπα τόσο για την είσοδο στις ερωτικές σχέσεις όσο και για την έξοδο από αυτές, κριτήρια και πρότυπα που αν όλα τα άλλα αντικείμενα αγάπης, ηλεκτρονικά ή σάρκινα, έμβια ή μη, τα αγνοήσουν, τότε κινδυνεύουν να κριθούν ακατάλληλα και να απορριφθούν.

Σε αντίθεση με την περίπτωση των ηλεκτρονικών γκάτζετ, ωστόσο, η αγάπη ενός ανθρώπου για έναν άνθρωπο σημαίνει δέσμευση, αποδοχή ρίσκων, προθυμία για αυτοθυσία ∙ σημαίνει να επιλέγει κανείς μια αβέβαιη και αχαρτογράφητη, δύσκολη και ανώμαλη διαδρομή, ελπίζοντας -και όντας αποφασισμένος- να μοιραστεί τη ζωή του με έναν άλλο άνθρωπο. Ανεξάρτητα από το αν η αγάπη θα συνυπάρξει με την ανέφελη ευτυχία, δύσκολα πάντως συνυπάρχει με την άνεση και την ευκολία: ποτέ μην την προσδοκάτε με αυτοπεποίθηση, πόσο μάλλον με βεβαιότητα… Απεναντίας, η αγάπη απαιτεί [σελ. 65] την απόλυτη αξιοποίηση των δεξιοτήτων και της βούλησης μας, ενώ ακόμα και τότε προμηνύει την πιθανότητα της ήττας, την αποκάλυψη της ανεπάρκειας μας και τη διάλυση της αυτοεκτίμησης μας. Το αποστειρωμένο, λειασμένο, δίχως αγκάθια και ρίσκα ηλεκτρονικό προϊόν δεν προσφέρει αγάπη: προσφέρει ασφάλεια ενάντια στη «βρομιά», την οποία, όπως ορθά παρατηρεί ο Φράνζεν, «η αγάπη αναπόφευκτα ρίχνει πάνω στον φοβισμένο αυτοσεβασμό μας». Η ηλεκτρονικά κατασκευασμένη εκδοχή της αγάπης δεν αφορά, σε τελική ανάλυση, την αγάπη: τα προϊόντα της καταναλωτικής τεχνολογίας αιχμαλωτίζουν τους πελάτες τους με δόλωμα την ικανοποίηση του ναρκισσισμού τους. (….)

(…)Η αγάπη είναι, ή απειλεί να είναι, να αντίδοτο στον ναρκισσισμό. Είναι επίσης το βασικό «καρφί», αφού ξεμπροστιάζει τις ψευδείς προφάσεις μας πάνω στις οποίες προσπαθούμε να τοποθετήσουμε την αυτοεκτίμηση μας, ενόσω αποφεύγουμε όσο μπορούμε να τη δοκιμάσουμε στο πεδίο της δράσης. Η ηλεκτρονικά αποστειρω-[σελ.66]μένη και απολυμασμένη, επίπλαστη εκδοχή της αγάπης προσφέρει ουσιαστικά ένα αντιστάθμισμα ώστε να προστατευτεί η αυτοεκτίμηση από τους κινδύνους για τους οποίους φημίζεται το αυθεντικό πράγμα. (…)

10343026_739576052768506_1545031586054317121_n

Φράση από τη σελ. 75 του βιβλίου

Zygmunt BaumanΠλούτος και ανισότητα: Μας ωφελεί όλους ο πλούτος των ολίγων; , μετάφραση: Γ. Λαμπράκος, εκδ. Οκτώ, Αθήνα 2014, σελ. 64-66 (αποσπάσματα).

Δείτε και:

Zygmunt Bauman, Η κοινωνική ανισότητα ως perpetuum mobile

2 Σχόλια

Zygmunt BaumanΠλούτος και ανισότητα: Μας ωφελεί όλους ο πλούτος των ολίγων; , μετάφραση: Γ. Λαμπράκος, εκδ. Οκτώ, Αθήνα 2014, ISBN: 978-618-5077-02-0.

bauman_cover

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Σύμφωνα με μια κοινή αντίληψη, ο καλύτερος τρόπος να βοηθήσουμε τους φτωχούς και να τους απαλλάξουμε από τη δυστυχία τους είναι να επιτρέψουμε στους πλουσίους να γίνουν πλουσιότεροι: αν οι πλούσιοι πληρώνουν λιγότερους φόρους, τότε εμείς οι υπόλοιποι θα βρεθούμε σε καλύτερη κατάσταση. Συνεπώς, ο πλούτος των ολίγων μάς ωφελεί όλους. Αυτές οι κοινές αντιλήψεις έρχονται ωστόσο σε αντίθεση με την καθημερινή μας εμπειρία, με μια πληθώρα ευρημάτων βασισμένων σε μελέτες και φυσικά με τη λογική. Αυτό το παράδοξο χάσμα ανάμεσα στα αδιάσειστα τεκμήρια και τις κοινές αντιλήψεις μάς κάνει να σταθούμε και να αναρωτηθούμε: γιατί αυτές οι αντιλήψεις είναι τόσο διαδεδομένες και γιατί αντιστέκονται στα συσσωρευμένα και διαρκώς αυξανόμενα τεκμήρια που αποδεικνύουν το αντίθετο; Αυτό το μικρό βιβλίο αποπειράται να δώσει μια απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Ο Bauman καταγράφει και αναλύει τις υπόρρητες υποθέσεις και τις αστόχαστες πεποιθήσεις στις οποίες βασίζονται οι παραπάνω αντιλήψεις και βρίσκει πως, μία προς μία, είναι ψευδείς, απατηλές και παραπλανητικές. Αυτές οι αντιλήψεις δύσκολα θα διατηρούνταν στο προσκήνιο αν δεν υπεράσπιζαν –ουσιαστικά, αν δεν προωθούσαν και δεν ενίσχυαν– την παρούσα, άνευ προηγουμένου, αδικαιολόγητη και ολοένα επιταχυνόμενη αύξηση της κοινωνικής ανισότητας, καθώς επίσης το διευρυνόμενο χάσμα ανάμεσα στην ελίτ των πλουσίων και την υπόλοιπη κοινωνία.

Καίριο απόσπασμα από το βιβλίο:

(…)Σήμερα, η ανισότητα αυξάνεται ακολουθώντας τους κανόνες της ίδιας της λογικής και της ορμής της. Δεν χρειάζεται βοήθεια ή ώθηση απέξω – κανένα εξωτερικό ερέθισμα, καμιά πίεση, καμιά προτροπή. Σήμερα η κοινωνική ανισότητα φαίνεται να πλησιάζει όλο και περισσότερο στο να γίνει το πρώτο perpetuum mobile [αεικίνητο] στην ιστορία, το οποίο οι άνθρωποι, ύστερα από αμέτρητες αποτυχημένες προσπάθειες, έχουν εντέλει κατορθώσει να επινοήσουν και να θέσουν σε κίνηση. (…)

Zygmunt BaumanΠλούτος και ανισότητα: Μας ωφελεί όλους ο πλούτος των ολίγων; μετάφραση: Γ. Λαμπράκος, εκδ. Οκτώ, Αθήνα 2014,  σελ. 21-22.

Διαβάστε επίσης:

Z. Bauman, Και πάλι μόνοι: η ηθική μετά τη βεβαιότητα

Σχολιάστε

OLYMPUS DIGITAL CAMERA

 

Zygmunt BaumanΚαι πάλι μόνοι: Η ηθική μετά τη βεβαιότηταμετάφραση: Ρίκα ΜπενβενίστεΚώστας Χατζηκυριάκου, εκδόσεις Έρασμος, Αθήνα 1998.

Μικρό απόσπασμα από το βιβλίο:

[…] Δίπλα-δίπλα, αλλά χωριστά. Ιδιωτεύοντες. Μοιραζόμαστε τον χώρο, αλλά όχι τις σκέψεις ή τα συναισθήματα και συνειδητοποιούμε ότι, κατά πάσαν πιθανότητα, δεν μοιραζόμαστε πια την ίδια μοίρα. Αυτή η συνειδητοποίηση δεν δημιουργεί αναγκαστικά απέχθεια και μίσος, αλλά σίγουρα αυξάνει την αδιαφορία και την απάθεια. «Δεν θέλω να μπλέξω», λέμε τις περισσότερες φορές για να αδρανοποιήσουμε τα συναισθήματα μόλις πάνε να εμφανιστούν και να πνίξουμε στη γένεση τους τους βλαστούς μιας βαθύτερης, στενότερης σχέσης του είδους «Μαζί και στα πλούτη και στη φτώχεια, ώσπου ο θάνατος να μας χωρίσει». […]

Zygmunt BaumanΚαι πάλι μόνοι: Η ηθική μετά τη βεβαιότηταμετάφραση: Ρίκα ΜπενβενίστεΚώστας Χατζηκυριάκουεκδόσεις Έρασμος, Αθήνα 1998, σελ. 37 (απόσπασμα).

Ο Z. Bauman για την κατά E.Levinas «άνευ όρων ευθύνη για τον Άλλο»

1 σχόλιο

Zygmunt Bauman, Παράπλευρες απώλειες: Κοινωνικές ανισότητες στην εποχή της παγκοσμιοποίησης,μετάφραση: Εύα Παραδέλλη, εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2012, ISBN 978-960-8219-84-7.

Απόσπασμα από το πέμπτο δοκίμιο του βιβλίου «Καταναλωτισμός και ηθική»:

(σελ.117) […]Αν η κοινή γνώμη, τόσο των διανοουμένων όσο και του κοινού νου, συντάσσεται με τη διάσημη απόφανση του Hobbes ότι η κοινωνία είναι ένα κατασκεύασμα το οποίο σώζει τους ανθρώπους από τις συνέπειες των ίδιων τους των νοσηρών τάσεων (οι οποίες αν  αφήνονταν ανεξέλεγκτες από τις καταναγκαστικές δυνάμεις της κοινωνίας, θα έκαναν την ανθρώπινη ζωή «απαίσια, κτηνώδη και σύντομη») ο Levinas συνηγορεί υπέρ της αναγκαιότητας της κοινωνίας με την έννοια ενός διαφορετικού ρόλου τον οποίο καλείται να παίξει. Η άνευ όρων ευθύνη για τον Άλλο, αυτό το θεμέλιο κάθε ηθικής, είναι -όπως το φαντάζεται- ένα αίτημα κομμένο στα μέτρα αγίων κι όχι των μέσων, συνηθισμένων ατόμων, όπως είμαστε οι περισσότεροι. Λίγοι είναι ικανοί να φτάσουν το βαθμό αυτοθυσίας των αγίων, την προθυμία τους να βάλουν σε δεύτερη θέση ή να αγνοήσουν εντελώς και να παραμελήσουν το δικό τους συμφέρον, ή να είναι προετοιμασμένοι για το μέγεθος της αυτοθυσίας την οποία η ευθύνη αυτή θα απαιτούσε, όσο θα παρέμενε στην ίδια αρχική, ακέραιη και άνευ όρων κατάσταση. Εξάλλου, ακόμα κι αν είχαμε τη δυνατότητα και την προθυμία να πάρουμε πάνω μας πραγματικά και στο ακέραιο την άνευ όρων και απεριόριστη ευθύνη, δεν θα μας πρόσφερε επαρκή καθοδήγηση για την επίλυση των αμέτρητων συγκρούσεων των συμφερόντων που δημιουργεί καθημερινά ο συγχρωτισμός των ανθρώπων, ώστε να κα-(σελ. 118)ταστεί η κοινή ζωή βιώσιμη. Μια βιώσιμη κοινωνία αποτελούμενη μόνο από αγίους, είναι ουσιαστικά αδιανόητη, για τον απλό λόγο ότι κάποιος δεν μπορεί να επιδείξει απόλυτη και άνευ όρων ευθύνη πρός δύο ταυτόχρονα ανθρώπους, σε περίπτωση που τα συμφέροντα τους βρίσκονται ενδεχομένως σε αντιπαλότητα μεταξύ τους. Όποτε προκύπτει μια τέτοια σύγκρουση, δεν μπορεί να αποφευχθεί η στάθμιση και σύγκριση ανάμεσα στα σχετικά δικαιώματα των δυο πλευρών, ούτε το να μην ευνοηθούν τα συμφέροντα της μιας πλευράς εις βάρος της άλλης. Με άλλα λόγια, η ευθύνη πρέπει να σταματάει εκεί που αρχίζει το «άνευ όρων».

Zygmunt Bauman, Παράπλευρες απώλειες: Κοινωνικές ανισότητες στην εποχή της παγκοσμιοποίησης,μετάφραση: Εύα Παραδέλλη, εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2012,σελ. 117-118(αποσπάσματα).