Richard Sennett, Η τυραννία της οικειότητας

Σχολιάστε

Ρίτσαρντ Σένετ, Η τυραννία της οικειότητας: Ο δημόσιος και ο ιδιωτικός χώρος στον δυτικό πολιτισμό, μετάφραση: Γιώργος Ν. Μέρτικας, επιμέλεια: Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1999, ISBN: 960-211-480-0.

1173843_573775492681897_778512002_n

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Αξιολογώντας με ευαισθησία ένα πλήθος πηγών και παραδειγμάτων από τους τρεις τελευταίους αιώνες της ιστορίας του δυτικού πολιτισμού, ο Sennett ζητά να φωτίσει μιαν ουσιώδη στροφή: εκείνη που οδήγησε από την εναρμόνιση της δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας στην σύγκρουσή τους και στη σημερινή πρόταξη του ιδιωτικού στοιχείου απέναντι στο δημόσιο ως συνέπεια του κατακερματισμού της κοινωνίας σε άτομα. Η δημόσια σφαίρα ήταν ένας αυτονόητος χώρος εκδίπλωσης του ατόμου πέρα από τον στενό κύκλο της οικογένειας και των προσωπικών του φίλων· η επαφή με ξένους και συνάμα η απόσταση απ’ αυτούς, όπως την καθόριζαν κανόνες ευγενείας και συμπεριφοράς, αποτελούσε το φυσικό πεδίο ανάπτυξης δραστηριοτήτων, όχι απλώς επαγγελματικών, αλλά και πολιτισμικών, πολιτικών και κοινωνικών με την ευρύτερη έννοια. Η πρόταξη του προσωπικού και ιδιωτικού στοιχείου, συχνά υπό το πρόσχημα της αμεσότητας, γκρεμίζει ακριβώς τις λεπτές εκείνες αποστάσεις και συμβάσεις, οι οποίες καθιστούν δυνατή τη λειτουργία της δημόσιας σφαίρας. Ενώ φαίνεται να γκρεμίζονται τείχη, στην πραγματικότητα εγκαθιδρύεται η «τυραννία της οικειότητας», η ανελέητη πάλη των ναρκισσισμών – η ίδια η πολιτική βλέπεται υπό το πρίσμα ιδιωτικών και ψυχολογικών παραγόντων. Ο Sennett παρακολουθεί τη διαμόρφωση αυτών των φαινομένων, που συνιστούν την καθημερινή μας εμπειρία στις σύγχρονες δυτικές μαζικές δημοκρατίες, σε πολλές εκφάνσεις και διεργασίες ήδη από τον 19ο αι.: στη ζωή της πόλης και στην οικογένεια, στη μόδα και στην εμπορευματοποίηση, στην πολιτική ρητορική και στο θέατρο, στη λογοτεχνική κίνηση και στην αρχιτεκτονική.

Απόσπασμα από τη σελ. 66 του βιβλίου:

[Απόδειξη ή ευλογοφάνεια;]

Η λέξη «απόδειξη» κατέληξε στις εμπειρικές κοινωνικές σπουδές να έχει ένα ατυχές νόημα: καμμία άλλη εξήγηση δεν είναι εφικτή πέραν αυτής που προκύπτει ύστερα από μια δεδομένη διαδικασία έρευνας. Παλίνδρομες αναλύσεις, μέτρα του χί  και του γάμμα, χρησιμοποιούνται πλέον σε ποσοτικές μελέτες προκειμένου να γίνει επιλογή μεταξύ εναλλακτικών ερμηνειών, κατασκευάζοντας μιάν ιεραρχία εξαιρέσεων. Οι ποιοτικές μελέτες συχνά κι εσφαλμένα πασχίζουν ν’ αποδείξουν επιχειρήματα με τον ίδιο τρόπο. Ο ερευνητής οφείλει να προσπαθεί να εξαντλήσει όλο το φάσμα γνωστών λεπτομερειών περί του αντικειμένου. Ειδάλλως ίσως να υφίστανται δεδομένα άγνωστα για τον ερευνητή τα οποία «αναιρούν» το επιχείρημα του. Σε μια κλίμακα αλήθειας στηριγμένη σε εξαιρέσεις, η αντίφαση λόγω της ανακάλυψης μιας νέας μαρτυρίας πρέπει να σημαίνει ακύρωση του αρχικού επιχειρήματος, γιατί πώς είναι δυνατόν δύο αντίθετες ερμηνείες του ίδιου αντικειμένου ν’ αληθεύουν εξίσου;

Αυτός ο εμπειρικισμός, βασιζόμενος σε αποκλεισμό μέσω εξάντλησης των μαρτυριών, αντιτίθεται σε κάθε πραγματική ιδέα πνευματικής ειλικρίνειας. Φθάνουμε στην πνευματική ειλικρίνεια αφού παραδεχθούμε, κυριολεκτικά, την πραγματικότητα της αντίφασης, και διαγράψουμε κάθε ελπίδα πως θα καταλήξουμε σε μια αμετάβλητη απόφανση. Ο κανόνας που ορίζει ότι πρέπει να εξαντλείται το θέμα είναι πρακτικά ιδιόμορφος ∙ φαίνεται να είναι συνδεδεμένος με μια προϊούσα μικρογράφηση της εστίας του ζητήματος, έτσι ώστε όσα περισσότερα «γνωρίζουμε» περί του θέματος, τόσο περισσότερες λεπτομέρειες γνωρίζουμε. Η αναισθητοποίηση της διάνοιας είναι το αναπόφευκτο προϊόν αυτής της μορφής απόδειξης, γιατί απαιτεί να μην γίνουν κρίσεις μέχρις ότου ληφθούν υπ’ όψιν όλα τα γεγονότα – οψέποτε.

Στην ποιοτική έρευνα, η «απόδειξη», εάν πρέπει να χρησιμοποιούμε διόλου αυτήν τη φορτισμένη με ανησυχία λέξη, αποτελεί θέμα κατάδειξης μιας λογικής σχέσης∙ ο ποιοτικός ερευνητής έχει αναλάβει το βάρος της ευλογοφάνειας. Έφθασα να πιστεύω ότι αυτό το βάρος είναι μεγαλύτερο και πιο άτεγκτο απ’ ό,τι οι δεσμεύσεις που νιώθει κάποιος ερευνητής αποκλείοντας μιαν εξήγηση χάριν μιας άλλης, ανεξάρτητα από την αντίστοιχη δύναμη λογικής συνοχής τους. Η εμπειρική ευλογοφάνεια αφορά την κατάδειξη της εμπειρικής συνάφειας ανάμεσα σε φαινόμενα τα οποία μπορούν να περιγραφούν συγκεκριμένα. […]

Ρίτσαρντ Σένετ, Η τυραννία της οικειότητας: Ο δημόσιος και ο ιδιωτικός χώρος στον δυτικό πολιτισμό, μετάφραση: Γιώργος Ν. Μέρτικας, επιμέλεια: Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1999,σελ.66.

Δείτε και:

Ρίτσαρντ Σένετ, Η τυραννία της οικειότητας (Η ΣΠΗΛΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΠΕΡΙΤΗ)

Πολιτισμική ηγεμονία και λαϊκός πολιτισμός

Σχολιάστε

ΕΥΑΓΓΕΛΗ ΑΡ. ΝΤΑΤΣΗ

Πολιτισμική ηγεμονία και λαϊκός πολιτισμός

Ο «ετεροχρονισμένος διάλογος» του ιερομονάχου Κοσμά και του αγωνιστή Μακρυγιάννη

 εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999, σσ. 263

 

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

Θεολόγου Καθηγητή – DEA Εκκλησιαστικής Ιστορίας – Δρ Θεολογίας ΑΠΘ

  Η γοητεία της σπουδής σε όποιον σελίδα-σελίδα περιδιαβεί τη συγκεκριμένη μελέτη, θα σηματοδοτηθεί από την ανακάλυψη μιας διαφορετικής συνιστώσας των ιστορικών τεκμηρίων, στις τάσεις των οποίων σήμερα η ιστορική επιστήμη όλο και περισσότερο θητεύει. Είναι πράγματι γεγονός ότι η σύγχρονη ιστοριογραφία, απαλλαγμένη από αδυναμίες παλαιότερων εποχών, έχει καταφέρει να αποτυπώσει ένα διαφορετικό λόγο, που συνεχώς ιχνηλατεί πρόσωπα και γεγονότα, συνεργαζόμενη άμεσα με όμορες προς σ’ αυτήν επιστήμες: Λαογραφία, Κοινωνική Ανθρωπολογία, Αρχαιολογία, Γεωγραφία, Θεολογία.

                Όσον αφορά τώρα την παρουσίαση της μελέτης της κ. Ντάτση, ευθύς εξ αρχής, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω δύο θεωρητικά ζητήματα. Το πρώτο αφορά στον τίτλο: «πολιτισμική ηγεμονία και λαϊκός πολιτισμός». Η χρησιμοποίηση των δύο αυτών όρων, έρχεται να εφαρμοστεί με τον καλύτερο τρόπο, στα εξεταζόμενα πρόσωπα, στην παγιωμένη πνευματική παράδοση του Γένους που εκπροσωπούσε ο Πατροκοσμάς – «επίσημου και ανώτερου πολιτισμού» που μόρφωνε και εκπολίτιζε αγράμματους Έλληνες – αυτή ήταν η ταυτότητα του ακροατηρίου του – και στο «λαϊκό και κατώτερο» πολιτισμό που πραγμάτωνε ο ατόφιος αγωνιστής της Επανάστασης του 1821 Μακρυγιάννης. Η «προφορική παράδοση του λαϊκού κηρύγματος» που διαχύθηκε με τις ετερόγραφες Διδαχές του ιερομονάχου Κοσμά σε αναλφάβητες ομάδες Ελλήνων της Τουρκοκρατίας, «διασταυρώνεται και διαλέγεται» με έναν ολόκληρο «συμβολικό σύστημα» αξιών, τη «μαγική σκέψη» (τρόπο που διανοούνται οι αναλφάβητοι πληθυσμοί), που κι αυτή διαχύθηκε με τα Απομνημονεύματα και τα Οράματα και Θάματα του Μακρυγιάννη, σε μία «διαχρονική συλλογικότητα», διαφορετική όμως, αναλφάβητη για τον Πατροκοσμά, «επώνυμη και εγγράμματη» για τον Μακρυγιάννη.

                Το δεύτερο θεωρητικό ζήτημα αφορά στον υπότιτλο του έργου, την ταυτότητα του «ετεροχρονισμένου διαλόγου». Και τα δύο πρόσωπα ζουν σε διαφορετικές εποχές. Πρώτος, ο ιερομόναχος Κοσμάς με τον «αποτρεπτικό λόγο του» προς καθετί που ερχόταν σε αντίθεση με τη χριστιανική κοσμολογία και ανθρωπολογία, επεδίωξε να επαναπροσδιορίσει το ορθοδοξοπατερικό υπόβαθρο της παράδοσης, μέσα από τρία επίπεδα: το «ιεραρχικό σχήμα του κόσμου», τον «καταστατικό χάρτη σύμφωνα με τον οποίο οφείλουν να προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους» μόνο οι Χριστιανοί, και το σωτηριολογικό χαρακτήρα του κηρύγματός του. Θεωρητικό εφαλτήριο του αφυπνιστικού και αναγεννητικού έργου του, υπήρξε η εντελέχεια της ορθόδοξης θεολογικής διδασκαλίας. Από την άλλη πλευρά, δεύτερος, ο Μακρυγιάννης με το γραπτό λόγο του, αυτοβιογραφούμενος και «μετέωρος ανάμεσα σε δύο πολιτισμούς», αυτόν της προεπαναστατικής και μετεπαναστατικής Ελλάδας, βαπτισμένος στον απόηχο του κηρύγματος του Πατροκοσμά – πολύ ορθά η συγγραφέας εδώ θεωρεί ότι ο νεαρός Μακρυγιάννης γαλουχήθηκε με τον παιδαγωγικό λόγο του, γι’ αυτό κατά τη  άποψή μου, η σχέση του με την Ορθοδοξία υπήρξε καθάρια και βιωματική – εξέφραζε τις παραδοσιακές συνισταμένες του βίου των Νεοελλήνων, υιοθέτησε και αυτός, με κάποιες βέβαια αποκλίσεις, την «ιεραρχική αντίληψη του κόσμου» και κινήθηκε με άνεση στην «καθημερινότητα της λαϊκής παράδοσης».

                Αξιοσημείωτη είναι η άποψη της συγγραφέως για την «προνομιακή αντίληψη της ιστορίας» που ως «παράμετρος της πολιτισμικής ηγεμονίας» έγινε το κυρίαρχο πολιτισμικό ιδεώδες της προεπαναστατικής και μετεπαναστατικής ελληνικής κοινωνίας. Πρόκειται, για το ιδεολογικό πλαίσιο πάνω στο οποίο η Εκκλησία των χρόνων της Τουρκοκρατίας, με εκφραστή το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στήριξε  ιδεολογικά και κατοχύρωσε την «εθελοδουλία» και την «αυτοπροστασία» της, όχι μόνο από τον Τούρκο κατακτητή, αλλά και από τον κίνδυνο του διαφωτιστικού ιδεολογικού ρεύματος, με κύριους εκφραστές τους Κολλυβάδες Πατέρες του Αγίου Όρους. Ο Πατροκοσμάς και σε ανάλογο επίπεδο ο Μακρυγιάννης, δείχνουν να αντιπροσωπεύουν και να υιοθετούν την πατροπαράδοτη βυζαντινή προοπτική, βάση της οποίας κάθε «συμβιβασμός» με την εκάστοτε πολιτική δύναμη, βασιζόταν στο σύστημα των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας, που είχε διαμορφωθεί από τα χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου.

                Το βιβλίο της Ευαγγελής Ντάτση, αν και «παλαιά» ως έκδοση, αποτελεί ευπρόσδεκτη συμβολή στην ιστορία των ιδεολογιών και νοοτροπιών του πνευματικού μας βίου, στα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας.

Ανδρέας Εμπειρίκος, Η σιωπή

Σχολιάστε

b26053

Ανδρέας Εμπειρίκος, Οκτάνα, εκδόσεις Ίκαρος, 6η έκδοση, Αθήνα 2002, ISBN: 960-7233-31-Χ.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ

Η ΣΙΩΠΗ

Ὅσο καὶ ἄν μένουν ἀνεκτέλεστα τὰ ἔργα, ὅσο καὶ ἄν εἶναι πλήρης ἡ σιγὴ (ἡ σφύζουσα ἐντούτοις) καὶ τὸ μηδὲν ἄν διαγράφεται στρογγύλον, ὡς ἄφωνον στόμα ἀνοικτόν, πάντα, μὰ πάντα, ἡ σιγὴ καὶ τὰ ἀνεκτέλεστα ὅλα, θὰ περιέχουν ἕν μέγα μυστήριον γιομάτο, ἕνα μυστήριον ὑπερπλῆρες, χωρὶς κενὰ καὶ δίχως ἀπουσίαν, ἕν μέγα μυστήριον (ὡς τὸ μυστήριον τῆς ζωῆς έν τάφω) – τὸ φανερὸν, τὸ τηλαυγές, τὸ πλῆρες μυστήριον τῆς ὑπάρξεως τῆς ζωῆς, Ἄλφα-Ὠμέγα.

Ανδρέας Εμπειρίκος, Οκτάνα, εκδόσεις Ίκαρος, 6η έκδοση, Αθήνα 2002, σελ. 7.

Giorgio Agamben, Περί εκκοσμίκευσης

Σχολιάστε

GIORGIO AGAMBEN, Βεβηλώσεις, εκδόσεις Άγρα, μετάφραση-σημειώσεις: Παναγιώτης Τσιαμούρας, Αθήνα 2006, ISBN:960-325-637-4.

760

[…]Η εκκοσμίκευση είναι μια μορφή απώθησης, που αφήνει άθικτες τις δυνάμεις, τις οποίες περιορίζεται να μετατοπίζει από τον έναν τόπο στον άλλο. Έτσι η πολιτική εκκοσμίκευση των θεολογικών εννοιών (η υπέρβαση του Θεού ως παράδειγμα της κυρίαρχης εξουσίας) δεν κάνει τίποτε άλλο από το να μετατρέπει την ουράνια μοναρχία σε επίγεια μοναρχία, αλλά αφήνει άθικτη την κυριαρχία. […]

GIORGIO AGAMBEN, Βεβηλώσεις, εκδόσεις Άγρα, μετάφραση-σημειώσεις: Παναγιώτης Τσιαμούρας, Αθήνα 2006, σελ. 127.

Ανδρέας Εμπειρίκος, Φενάκη

Σχολιάστε

0017470
Καμιά προκοπή. Παντού στάχτη. Παντού φόνοι. Κάθε μέρα φέρνει μιαν άλλη μέρα και εξαντλείται βαθμηδόν η παρακαταθήκη των στιλβωτηρίων. Λίγοι γενναίοι ακολουθούν ξεπετσώνουν τα μπράτσα τους και φορούν μεγάλες ομπρέλλες μπρός σε καθρέφτες γαλακτερούς. Οι νέες που έμειναν ριζωμένες επάνω στα ίχνη τους γονιμοποιούν τις σκιές τους. Δυο νεράϊδες ασθμαίνουν. Ένας κόλουρος επιμένει. Οι τρίχες της κεφαλής του απεδείχθησαν τετελεσμένα γεγονότα.
Ανδρέας Εμπειρίκος, Υψικάμινος, εκδόσεις Άγρα, ζ’ ανατύπωση, Αθήνα 2001,σελ.21.
Πηγή: Φούμαρα

Ανδρέας Εμπειρίκος, Έκτωρ Κακναβάτος: Τριαντάφυλλα στο παράθυρο (ένας ποιητικός διάλογος)

2 Σχόλια

ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ

ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ

Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας δὲν εἶναι ἡ χαμέρπεια. Ὑπάρχουν ἀπειράκις ὡραιότερα πράγματα καὶ ἀπ’ αὐτὴν τὴν ἀγαλματώδη παρουσία τοῦ περασμένου ἔπους. Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ ἀγάπη. Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ ἀτελεύτητη μᾶζα μας. Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ λυσιτελὴς παραδοχὴ τῆς ζωῆς μας καὶ τῆς κάθε μας εὐχῆς ἐν παντὶ τόπῳ εἰς πᾶσαν στιγμὴν εἰς κάθε ἔνθερμον ἀναμόχλευσιν τῶν ὑπαρχόντων. Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι τὸ σεσημασμένον δέρας τῆς ὑπάρξεώς μας.

0017470Ανδρέας Εμπειρίκος, Υψικάμινος, εκδόσεις Άγρα, ζ’ ανατύπωση, Αθήνα 2001,ISBN: 960-325-162-3, σελ.50.

***

ΕΚΤΩΡ ΚΑΚΝΑΒΑΤΟΣ

ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ

Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας δὲν εἶναι ἡ χαμέρπεια.

Δὲν εἶναι ἡ σκαπάνη τοῦ ἐποχούμενου ζόφου, δὲν εἶναι τῆς ἔπαρσης ἡ φλεγμαίνουσα ἐπιταγή. Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ ἀχανὴς ἐμβέλεια τῆς κάθε μας εὐχῆς. Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι τὸ ἀδιάπτωτο τεταμένον ἔμβολον τῆς ὁρθίας ὀντότητάς μας.

b59444

Έκτωρ Κακναβάτος, Υψικαμινίζουσες νεοπλασίες, εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 2001, ISBN: 960-325-391-Χ,σελ. 18.

Περίληψη του Παναγιώτη Κονδύλη για το βιβλίο του «Ισχύς και απόφαση» (εκ του ΚΑΤΑΛΟΓΟΥ 25 της «Στιγμής»)

Σχολιάστε

Αιμίλιος Καλιακάτσος(επιμ.), Κατάλογος 25, εκδόσεις Στιγμή, Αθήνα  2011.

b177947

Παναγιώτης Κονδύλης (1943-1998)

ΙΣΧΥΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ

Η διαμόρφωση των κοσμοεικόνων και το πρόβλημα των αξιών

[Περίληψη που έγραψε ο Π.Κ. για το οπισθόφυλλο της έκδοσης του βιβλίου του από τη «Στιγμή», αλλά λόγω εκτάσεως εν τέλει δεν τυπώθηκε (Σ.τ.ε.)]

***

b66789

[σημ. «Αναγνώσεων»: το κείμενο εδώ αναρτάται στο μονοτονικό για τεχνικούς λόγους. Στον ΚΑΤΑΛΟΓΟ 25 της «Στιγμής» η περίληψη του Π.Κ. δημοσιεύεται στο πολυτονικό.]

[ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ 25, σελ. 72] Η φιλοδοξία του βιβλίου είναι να διατυπώσει μια γενική θεωρία για τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται οι κοσμοεικόνες των ατομικών και συλλογικών υποκειμένων καθώς και οι αξιολογίες ή τα ιδεώδη τους. Αυτό γίνεται με άξονα την ανάλυση δυο θεμελιωδών εννοιών, δηλαδή των εννοιών «ισχύς» και «απόφαση». Ο συγγραφέας ξεκινά από έναν ορισμό της έννοιας «απόφαση» ριζικά διαφορετικό από εκείνον ο οποίος συνίσταται στις σύγχρονες υπαρξιστικές φιλοσοφίες και δείχνει με ποιούς μηχανισμούς η θεμελιώδης «απόφαση» κάθε υποκειμένου, δηλαδή ο τρόπος που διαμορφώνει την κοσμοεικόνα του, αρθρώνει την ανάγκη του να προσανατολιστεί μέσα στον κοινωνικό κόσμο και να αποκτήσει σταθερή ταυτότητα, δηλαδή να διασφαλίσει την αυτοσυντήρηση του. Ο αγώνας για αυτοσυντήρηση είναι όμως παράλληλα αγώνας για κοινωνική ισχύ, εφ όσον διεξάγεται στο σημείο τομής πολλών ταυτόχρονων και αντιφατικών επιδιώξεων για αυτοσυντήρηση. Μέσα στη βασική αυτή προοπτική εξηγείται ποιό είναι το νόημα και η λειτουργία των ιδεών μέσα στην κοινωνική συμβίωση, και ιδιαίτερα πως συνδέεται η υπεράσπιση μεταφυσικών ή ηθικών ιδεών και αξιών με τις πολεμικές ανάγκες και τις αξιώσεις ισχύος των κοινωνικών υποκειμένων∙ επίσης εξηγείται η αντιφατική δομή των κοινωνικών θεσμών και οι λόγοι της αδιάκοπης κύμανσης τους στό πλαίσιο του αγώνα για μονοπώληση της κοινωνικής ισχύος. Τέλος, αναλύεται ο χαρακτήρας και οι πολεμικές λειτουργίες της πνευματικής, και μάλιστα της θεω- [ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ 25, σελ. 73]ρητικής παραγωγής. Οι αναλύσεις του βιβλίου κινούνται ταυτόχρονα στο φιλοσοφικό, το ανθρωπολογικό και το κοινωνιολογικό επίπεδο, και ο σκοπός του είναι να δώσει απαντήσεις σε έσχατα ερωτήματα που αφορούν τις προϋποθέσεις κάθε ανθρώπινης σκέψης και δραστηριότητας. Πρόκειται για μια συμπύκνωση μακρών μελετών και εμπειριών, γραμμένη σε ύφος σφιχτό και επιγραμματικό, συνάμα όμως και γλαφυρό. Στο έργο αυτό ο συγγραφέας διατυπώνει σε αφηρημένη και γενικευμένη μορφή τις θεωρητικές αρχές, στις οποίες στηρίζονται οι αναλύσεις των πολιτικών και των ιστορικών του έργων.

Αιμίλιος Καλιακάτσος(επιμ.), Κατάλογος 25, εκδόσεις Στιγμή, Αθήνα  2011, σελ. 72-73.

Δείτε και:

Wols, Ποιήματα και αφορισμοί

Σχολιάστε

Wols(1913-1951), Ποιήματα και αφορισμοί: Ακουαρέλλες, σχέδια, φωτογραφίες, μετάφραση: Ε. Χ. Γονατάς, εκδόσεις Στιγμή, β’ έκδοση, Αθήνα 2002, ISBN 960-269-191-3.

b7475151

Ἀνάμεσα σ’ ἐκεῖνον ποὺ παράγει

καὶ σ’ αὐτὸν ποὺ ἀποθησαυρίζει

ἡ διαμάχη δὲν τελειώνει ποτέ.

***

60

Εἶναι ὡραῖο

ποὺ σοῦ ἀρέσει νὰ λὲς ψέματα.

Μὰ ἐπειδὴ ὅλος ὁ κόσμος αὐτὸ κάνει

-ἰδίως οἱ καθὼς πρέπει ἄνθρωποι-

τὸ πράγμα ἀρχίζει κάπου νὰ στραβώνει

καὶ ἡ ἀλήθεια ἔρχεται πάλι στὸ φῶς.

Wols(1913-1951), Ποιήματα και αφορισμοί: Ακουαρέλλες, σχέδια, φωτογραφίες, μετάφραση: Ε. Χ. Γονατάς, εκδόσεις Στιγμή, β’ έκδοση, Αθήνα 2002, σελ. 65,74

Ἕνας κόσμος χωρὶς στρατιῶτες ἔρχεται (Πιὲρ Μπεττενκούρ)

Σχολιάστε

Πιὲρ Μπεττενκούρ, Τὰ πλοῖα βγῆκαν σεργιάνι, μετάφραση: Ἐ.Χ.Γονατᾶς, ἐκδόσεις Στιγμή, Ἀθήνα 2001.

db5a68c4-3c58-41d8-b422-e1495459aa16

ΣΩΠΑΙΝΕΙ

ΔΕΝ ΜΟΥ ΑΠΑΝΤΑΕΙ ΠΙΑ. Ἔχουν περάσει τόσες μέρες, καὶ σωπαίνει. Ἀποκοιμήθηκε πάλι, ἀφήνοντάς με μόνον, χωρὶς καθοδήγηση, χωρὶς ἐνθάρρυνση. Νὰ τὸν περιμένω, νὰ κάθομαι ἐκεῖ καὶ νὰ τὸν περιμένω.

Θὰ βρέχει γιὰ μῆνες. Οἱ καρποὶ χορτασμένοι νερὸ θὰ πέσουν ἀπὸ τὰ κλαδιά∙ ἀπὸ μέσα τους θὰ ξεμυτίσουν μικρὲς  ἄσπρες κάμπιες, ποὺ δὲ θὰ γίνουν ποτὲ πεταλοῦδες σὰν κι αὐτὲς ποὺ βλέπουμε νὰ τρέχουν ἐπάνω στὸ δέρμα τῶν μικρῶν παιδιῶν.

Τὰ ξύλινα ἄλογα στὴν παραλία θ’ ἀρχίσουν νὰ γυρίζουν στὸν ἄνεμο∙ τὸ κορίτσι τοῦ μικροῦ καπηλειοῦ θὰ βγεῖ ν’ ἁπλώσει ἕνα πανί. Ἕνας κόσμος χωρὶς στρατιῶτες ἔρχεται.

Πιὲρ Μπεττενκούρ, Τὰ πλοῖα βγῆκαν σεργιάνι, μετάφραση:Ἐ.Χ.Γονατᾶς, ἐκδόσεις Στιγμή, Ἀθήνα 2001, σελ.56.