Σταύρος Ζουμπουλάκης, Έντεκα συναντήσεις

2 Σχόλια

Σταύρος Ζουμπουλάκης, Έντεκα συναντήσεις: Συζητώντας με τον Στρατή Μπουρνάζο, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2020, ISBN: 978-960-435-688-1.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου: 

Ο τόμος αυτός είναι καρπός έντεκα συναντήσεων και συζητήσεων του Σταύρου Ζουμπουλάκη με τον Στρατή Μπουρνάζο. Οι δυο συνομιλητές συμφώνησαν εξαρχής να συζητήσουν, χωρίς συμβατικότητες, για θέματα που τους απασχολούν.

Το βιβλίο ξεκινάει με τα καλοκαίρια των παιδικών χρόνων και την περίοδο των σπουδών του Ζουμπουλάκη στην Αθήνα και στο Παρίσι, με τα διαβάσματα και τους δασκάλους του. Οι δυο συζητητές μιλάνε κατόπιν για το σχολείο, όπου ο πρώτος δούλεψε χρόνια, την εμπειρία της τάξης και της διδασκαλίας, την αντίληψή του για την εκπαίδευση, για την εποχή που υπήρξε διευθυντής της Νέας Εστίας, καθώς και για τα δύο ιδρύματα των οποίων είναι σήμερα επικεφαλής: τον Άρτο Ζωής και την Εθνική Βιβλιοθήκη. Τέλος, για ζητήματα γενικότερα και μεγάλα, όπως η αρρώστια και ο πόνος, η πίστη και η θρησκεία, ο εβραϊσμός και ο αντισημιτισμός, η πολιτική και η Αριστερά, η λογοτεχνία. Αναφέρονται σε προσωπικότητες γοητευτικές, όπως ο Άγγελος Ελεφάντης, o Κορνήλιος Καστοριάδης και ο Ζήσιμος Λορεντζάτος.

Συζητώντας, ο Σταύρος Ζουμπουλάκης και ο Στρατής Μπουρνάζος βουτάνε στα βαθιά, αλλά και πλατσουρίζουν στον αφρό, στα καθημερινά. Πετάγονται, έτσι, κατά τη φράση του Βάρναλη (που χρησιμοποιεί και ο Παλαμάς για να εγκωμιάσει την ποίηση του πρώτου), «από την καβαλίνα του δρόμου στην κορφή της διπλανής ροδακινιάς».

***

Αποσπάσματα από το βιβλίο:  

1

[…] στην Ελλάδα, μη γελιόμαστε, απέξω μεταφέρουμε μοντέλα, σχήματα, διδακτικές μεθόδους. Κι αυτό είναι ενίοτε σοβαρό πρόβλημα, όταν πράγματα που στο εξωτερικό έχουν ήδη δείξει τις αδυναμίες, τα όρια και τα αδιέξοδα τους, εμείς τα φέρνουμε εδώ ως θέσφατα. […]

Σταύρος Ζουμπουλάκης, Έντεκα συναντήσεις: Συζητώντας με τον Στρατή Μπουρνάζο, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2020, σελ. 217-218.

***

2

[…]Ένας φιλελεύθερος Εβραίος δεν μπορεί  ποτέ να δεχτεί την ιδέα της περιουσιότητας, ότι υπάρχει ένας λαός «εκλεγμένος», και γι’ αυτό έγιναν και πολλές προσπάθειες να την ερμηνεύσουν αλλιώς. Ο Λεβινάς, ας πούμε, λέει  ότι περιουσιότητα σημαίνει ευθύνη: εμείς έχουμε μεγάλη ευθύνη, μεγαλύτερη απ’ όλους τους άλλους. Πρόκειται δηλαδή για μια εκλογή ευθύνης, όχι προνομίων.[…]

Σταύρος Ζουμπουλάκης, Έντεκα συναντήσεις: Συζητώντας με τον Στρατή Μπουρνάζο, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2020, σελ. 338-339.

Σταύρος Ζουμπουλάκης, Για το Ολοκαύτωμα

Σχολιάστε

Σταύρος Ζουμπουλάκης, Για το Ολοκαύτωμα: Ομιλία στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος (27 Ιανουαρίου 2018), εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2018, ISBN: 978-960-435-633-1.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Στη μακρά σειρά του ιστορικού κακού, η γενοκτονία των Εβραίων κατέχει μοναδική θέση. Μοναδική δεν σημαίνει και μόνη. Η μοναδικότητα της εβραϊκής γενοκτονίας οφείλεται στον λόγο για τον οποίο έγινε (επειδή οι Εβραίοι είχαν διαπράξει το αποτρόπαιο έγκλημα να γεννηθούν) και στον τρόπο με τον οποίο έγινε (ψυχρή μεθοδικότητα, συστηματικότητα και, κυρίως, ολικότητα). Ο ναζιστικός διωγμός εναντίον των Εβραίων ήταν ολικός: οι ναζί αρνούνταν στους Εβραίους το δικαίωμα να υπάρχουν, να υπάρχουν πάνω στη γη, όλοι, μέχρις ενός. Το Ολοκαύτωμα είναι μοναδικό γεγονός καθολικής σημασίας. Αφορά ασφαλώς τους Εβραίους με έναν εντελώς ξεχωριστό τρόπο, αφορά όμως και όλους εμάς τους άλλους. Το Ολοκαύτωμα θέτει υπό διαρκή δοκιμασία την ηθική μας συνείδηση και η αναμέτρηση μαζί του ίσως μας οδηγήσει να συνειδητοποιήσουμε τουλάχιστον δύο πράγματα. Πρώτον· κανείς μας δεν είναι προφυλαγμένος από τη διάπραξη του κακού, δεν υπάρχουν κοσμοθεωρητικές εγγυήσεις έναντι της βαρβαρότητας. Μόνη εγγύηση είναι εκείνο το λεπτό, εύθραυστο και τρεπτό πράγμα που είναι η ανθρώπινη συνείδηση, όταν λάβει κάποια στιγμή τη δύσκολη απόφαση να μην κάνει κακό σε άλλον άνθρωπο. Δεύτερον· η παθητικότητα δεν είναι ηθικά ουδέτερη στάση, γιατί αφήνει το κακό να προχωράει ανεμπόδιστο.

Στ. Ζ.

 

Charles Taylor, [Χριστιανισμός και Στωικισμός]

Σχολιάστε

Charles Taylor, Πηγές του εαυτού: Η γένεση της νεωτερικής ταυτότητας, μετάφραση: Ξενοφών Κομνηνός, εκδόσεις Ίνδικτος, Αθήνα 2007, ISBN 978-960-518-284-7.

 

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

O Charles Taylor, γεννημένος τον Nοέμβριο του 1931 στον Kαναδά, είναι ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή φιλόσοφους-καθηγητές που ασχολήθηκαν ενδελεχώς με το ζήτημα της προέλευσης και εξέλιξης αυτού που ονομάζουμε «νεωτερική ταυτότητα». Στο παρόν έργο του, που κατέχει πια θέση κλασικής μελέτης επί του θέματος, εξετάζει με τρόπο εξαντλητικό τις ρίζες του νεωτερικού φαινομένου, αναδεικνύοντας τις συνάφειες που κρύβονται στην φιλοσοφική σκέψη παλαιότερων διανοητών, έτσι όπως τις συναντά κανείς στην ιστορία της Φιλοσοφίας. O Iερός Aυγουστίνος, ο Kαρτέσιος, ο Λούθηρος, παραλαμβάνουν τις φιλοσοφικές αποσκευές του παρελθόντος και τις παραδίδουν στους νεώτερους ορίζοντας τις προϋποθέσεις για τη μετάβαση στη Nεωτερικότητα που θα καθορίσει τα βήματα του σύγχρονου ανθρώπου στον βίο, τη σκέψη, την τέχνη και τον πολιτισμό. Oι Πηγές του Eαυτού είναι ένα ταξίδι από τον Πλάτωνα μέχρι τον Derrida, από την Hθική έως την Aποδόμηση, που ο Taylor το προσφέρει με τρόπο συναρπαστικό σε όλους μας, καλώντας μας να σταθούμε σε όλους τους ενδιάμεσους σταθμούς της διαδρομής ώστε να φωτιστεί η κατάληξή της.

Απόσπασμα από το βιβλίο:

[Χριστιανισμός και Στωικισμός]

[σελ.353] (…) Ο χριστιανισμός, ιδίως στις πιο ασκητικές παραλλαγές του, παρουσιάζεται ως συνέχεια του Στωικισμού με άλλα μέσα, ή (όπως λέει καμμιά φορά ο Nietzsche) ως μια προέκταση του Πλατωνισμού. Παρά τις έντονες, ωστόσο, ομοιότητες με τον Στωικισμό -λόγου χάριν στον οικουμενισμό του, στην έννοια της πρόνοιας, στην εξύψωση της αυταπάρνησης- υπάρχει μεταξύ τους μεγάλο χάσμα. Στην πραγματικότητα, το νόημα της αυταπάρνησης είναι εντελώς διαφορετικό. Ο στωικός σοφός είναι πρόθυμος να παραιτηθεί από κάποιο «προτιμώμενο» αγαθό, λ.χ. την υγεία, την ελευθερία ή την ζωή, διότι το θεωρεί ειλικρινά άνευ αξίας, αφού αξία έχει μόνο σύνολη η τάξη των συμβάντων, η οποία τυγχάνει βέβαια να συμπεριλαμβάνει και την άρνηση ή την απώλεια του. Ο χριστιανός μάρτυρας, παραιτούμενος από την υγεία, την ελευθερία ή την ζωή δεν αποφαίνεται ότι τα πράγματα είναι ανάξια.  Απεναντίας, η πράξη θα έχανε το νόημα της αν δεν ήταν μεγάλης αξίας. Το να λες ότι κανείς δεν έχει μεγαλύτερη αγάπη από εκείνον που θυσιάζει τη ζωή του υπέρ των φίλων του, υποδηλώνει ότι η ζωή είναι ένα μεγάλο αγαθό. Η πρόταση θα έχανε την ουσία της αναφερόμενη σε κάποιον που απαρνιέται τη ζωή από μία αίσθηση απάθειας ·προϋποθέτει ότι θυσιάζει κάτι.  (…)

[σελ.354] (…) Η μεγάλη διαφορά μεταξύ στωικής και χριστιανικής απάρνησης είναι τούτη: για τον Στωικό αυτό που απαρνείται κανείς, αν σωστά το απαρνηθεί, δεν αποτελεί ipso facto μέρος του αγαθού. Για τον Χριστιανό,αυτό που απαρνείται κανείς, εκ του γεγονότος και μόνο της απάρνησης του, καταφάσκεται ως αγαθό -τόσο υπό την έννοια ότι η απάρνηση θα έχανε το νόημα της αν το πράγμα ήταν αδιάφορο όσο και υπό την έννοια ότι η απάρνηση προάγει το θέλημα του Θεού, το οποίο ακριβώς επιβεβαιώνει την αγαθότητα των πραγμάτων εκείνων που απαρνείται κανείς: της υγείας, της ελευθερίας, της ζωής. Κατά παράδοξο τρόπο, η χριστιανική απάρνηση είναι μια επιβεβαίωση της αγαθότητας αυτού που απαρνείται κανείς. Για τον Στωικό, η απώλεια της υγείας, της ελευθερίας. της ζωής, δεν επηρεάζει την ακεραιότητα του αγαθού. Απεναντίας, η απώλεια είναι μέρος ενός όλου που είναι καθ’ ολοκληρίαν αγαθό και δεν θα μπορούσε να αλλάξει δίχως να καταστεί λιγότερο αγαθό. Οι Στωικοί έλκονται από εικόνες όπως εκείνη της σκιάς που είναι απαραίτητη προκειμένου να αναδειχθεί εξ αντιθέσεως η λαμπρότητα του φωτός. Στην [σελ.355] χριστιανική προοπτική, ωστόσο, η απώλεια είναι ένα ρήγμα στην ακεραιότητα του καλού. Αυτός είναι ο λόγος που ο χριστιανισμός απαιτεί μια εσχατολογική προοπτική αποκατάστασης της ακεραιότητας αυτής, αν και τούτο έχει κατανοηθεί ποικιλοτρόπως (…).

Charles Taylor, Πηγές του εαυτού: Η γένεση της νεωτερικής ταυτότητας, μετάφραση: Ξενοφών Κομνηνός, εκδόσεις Ίνδικτος, Αθήνα 2007,σελ. 353-355 (αποσπάσματα)

 

Zygmunt Bauman, Περί αγάπης (απόσπασμα από το νέο του βιβλίο «Πλούτος και ανισότητα»)

1 σχόλιο

Zygmunt BaumanΠλούτος και ανισότητα: Μας ωφελεί όλους ο πλούτος των ολίγων; , μετάφραση: Γ. Λαμπράκος, εκδ. Οκτώ, Αθήνα 2014, ISBN: 978-618-5077-02-0.

bauman_cover

Απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Z. Bauman,  Πλούτος και ανισότητα: Μας ωφελεί όλους ο πλούτος των ολίγων;  (εκδόσεις Οκτώ). Το βιβλίο διαβάζεται απνευστί. Μην το χάσετε! [Σε αγκύλες παρατίθενται οι αντίστοιχες σελίδες του βιβλίου]

[σελ. 64] (…) Τα ηλεκτρονικά γκάτζετ δεν προσφέρουν απλώς αγάπη: είναι σχεδιασμένα για να αγαπιούνται όπως όλα τα άλλα  αντικείμενα αγάπης, που όμως σπάνια το επιτρέπουν. Τα ηλεκτρονικά γκάτζετ είναι τα πιο ωφέλιμα αντικείμενα της αγάπης ∙ θέτουν τα κριτήρια και τα πρότυπα τόσο για την είσοδο στις ερωτικές σχέσεις όσο και για την έξοδο από αυτές, κριτήρια και πρότυπα που αν όλα τα άλλα αντικείμενα αγάπης, ηλεκτρονικά ή σάρκινα, έμβια ή μη, τα αγνοήσουν, τότε κινδυνεύουν να κριθούν ακατάλληλα και να απορριφθούν.

Σε αντίθεση με την περίπτωση των ηλεκτρονικών γκάτζετ, ωστόσο, η αγάπη ενός ανθρώπου για έναν άνθρωπο σημαίνει δέσμευση, αποδοχή ρίσκων, προθυμία για αυτοθυσία ∙ σημαίνει να επιλέγει κανείς μια αβέβαιη και αχαρτογράφητη, δύσκολη και ανώμαλη διαδρομή, ελπίζοντας -και όντας αποφασισμένος- να μοιραστεί τη ζωή του με έναν άλλο άνθρωπο. Ανεξάρτητα από το αν η αγάπη θα συνυπάρξει με την ανέφελη ευτυχία, δύσκολα πάντως συνυπάρχει με την άνεση και την ευκολία: ποτέ μην την προσδοκάτε με αυτοπεποίθηση, πόσο μάλλον με βεβαιότητα… Απεναντίας, η αγάπη απαιτεί [σελ. 65] την απόλυτη αξιοποίηση των δεξιοτήτων και της βούλησης μας, ενώ ακόμα και τότε προμηνύει την πιθανότητα της ήττας, την αποκάλυψη της ανεπάρκειας μας και τη διάλυση της αυτοεκτίμησης μας. Το αποστειρωμένο, λειασμένο, δίχως αγκάθια και ρίσκα ηλεκτρονικό προϊόν δεν προσφέρει αγάπη: προσφέρει ασφάλεια ενάντια στη «βρομιά», την οποία, όπως ορθά παρατηρεί ο Φράνζεν, «η αγάπη αναπόφευκτα ρίχνει πάνω στον φοβισμένο αυτοσεβασμό μας». Η ηλεκτρονικά κατασκευασμένη εκδοχή της αγάπης δεν αφορά, σε τελική ανάλυση, την αγάπη: τα προϊόντα της καταναλωτικής τεχνολογίας αιχμαλωτίζουν τους πελάτες τους με δόλωμα την ικανοποίηση του ναρκισσισμού τους. (….)

(…)Η αγάπη είναι, ή απειλεί να είναι, να αντίδοτο στον ναρκισσισμό. Είναι επίσης το βασικό «καρφί», αφού ξεμπροστιάζει τις ψευδείς προφάσεις μας πάνω στις οποίες προσπαθούμε να τοποθετήσουμε την αυτοεκτίμηση μας, ενόσω αποφεύγουμε όσο μπορούμε να τη δοκιμάσουμε στο πεδίο της δράσης. Η ηλεκτρονικά αποστειρω-[σελ.66]μένη και απολυμασμένη, επίπλαστη εκδοχή της αγάπης προσφέρει ουσιαστικά ένα αντιστάθμισμα ώστε να προστατευτεί η αυτοεκτίμηση από τους κινδύνους για τους οποίους φημίζεται το αυθεντικό πράγμα. (…)

10343026_739576052768506_1545031586054317121_n

Φράση από τη σελ. 75 του βιβλίου

Zygmunt BaumanΠλούτος και ανισότητα: Μας ωφελεί όλους ο πλούτος των ολίγων; , μετάφραση: Γ. Λαμπράκος, εκδ. Οκτώ, Αθήνα 2014, σελ. 64-66 (αποσπάσματα).

Δείτε και:

Z. Bauman, Και πάλι μόνοι: η ηθική μετά τη βεβαιότητα

Σχολιάστε

OLYMPUS DIGITAL CAMERA

 

Zygmunt BaumanΚαι πάλι μόνοι: Η ηθική μετά τη βεβαιότηταμετάφραση: Ρίκα ΜπενβενίστεΚώστας Χατζηκυριάκου, εκδόσεις Έρασμος, Αθήνα 1998.

Μικρό απόσπασμα από το βιβλίο:

[…] Δίπλα-δίπλα, αλλά χωριστά. Ιδιωτεύοντες. Μοιραζόμαστε τον χώρο, αλλά όχι τις σκέψεις ή τα συναισθήματα και συνειδητοποιούμε ότι, κατά πάσαν πιθανότητα, δεν μοιραζόμαστε πια την ίδια μοίρα. Αυτή η συνειδητοποίηση δεν δημιουργεί αναγκαστικά απέχθεια και μίσος, αλλά σίγουρα αυξάνει την αδιαφορία και την απάθεια. «Δεν θέλω να μπλέξω», λέμε τις περισσότερες φορές για να αδρανοποιήσουμε τα συναισθήματα μόλις πάνε να εμφανιστούν και να πνίξουμε στη γένεση τους τους βλαστούς μιας βαθύτερης, στενότερης σχέσης του είδους «Μαζί και στα πλούτη και στη φτώχεια, ώσπου ο θάνατος να μας χωρίσει». […]

Zygmunt BaumanΚαι πάλι μόνοι: Η ηθική μετά τη βεβαιότηταμετάφραση: Ρίκα ΜπενβενίστεΚώστας Χατζηκυριάκουεκδόσεις Έρασμος, Αθήνα 1998, σελ. 37 (απόσπασμα).

Σταύρος Ζουμπουλάκης, Ποιος Θεός και ποιος άνθρωπος;

1 σχόλιο

Σταύρος Ζουμπουλάκης, Ποιος Θεός και ποιος άνθρωπος; Φιλοσοφικά Δοκίμια, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2013,ISBN: 978-960-435-412-2.

1236192_515708341857445_765426442_nΑπό το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Ο Θεός για τον οποίο γίνεται λόγος σε αυτό το βιβλίο είναι ο Θεός της Βίβλου, της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης αξεχώριστα, ο Θεός δηλαδή που εξέρχεται σε αναζήτηση του ανθρώπου, ο Θεός που κλείνει συμφωνίες μαζί του, που γίνεται τελικά άνθρωπος ο ίδιος. Ο άνθρωπος από την άλλη είναι ο άνθρωπος της ευθύνης απέναντι στον συνάνθρωπο, ο άνθρωπος του ελέους και της αλληλεγγύης. Ο άνθρωπος που, όταν είναι πιστός, ξέρει ότι ο δρόμος για τη συνάντηση με τον Θεό περνάει μέσα από την έμπρακτη αγάπη για τον πλησίον, είναι δηλαδή ο δρόμος της ηθικής.

Η σχέση τους είναι θυελλώδης: ο Θεός φανερώνεται και κρύβεται, μιλάει και σωπαίνει, ελεεί και τιμωρεί – ο άνθρωπος λατρεύει και αποστατεί, υπακούει και εξεγείρεται. Το θέατρο της σχέσης τους δεν είναι μόνο ο προσωπικός βίος του καθενός, είναι και η ιστορία, επηρεάζεται άρα καθοριστικά ετούτη η ούτως ή άλλως δύσκολη σχέση και από τους ανέμους που φυσάνε εκεί.

Η συζήτηση της σχέσης αυτού του Θεού και αυτού του ανθρώπου σε τούτο το βιβλίο γίνεται μέσα από το έργο φιλοσόφων και στοχαστών της εποχής μας, τοποθετείται άρα στο ιστορικό και πολιτιστικό πλαίσιο της ανάπτυξης της επιστήμης και της αυτονομίας του ατόμου.

Τα δοκίμια υποτιτλοφορούνται φιλοσοφικά, όχι επειδή θέλω να σφετεριστώ μια ιδιότητα, που δεν έχω, την ιδιότητα του φιλοσόφου, αλλά για να διευκρινιστεί απλώς εξαρχής ότι δεν είναι θεολογικά, ότι δεν εκκινούν δηλαδή από βεβαιότητες ούτε, πολύ περισσότερο, καταλήγουν σε βεβαιότητες. Συζητούν ερωτήματα που παραμένουν και για μένα τον ίδιο ανοιχτά, ακόμη και όταν φαίνεται να λαβαίνουν μια κάποια απάντηση.

Στ. Ζ.

Απόσπασμα (σε παρένθεση οι σελίδες του βιβλίου) από τό πρώτο δοκίμιο του βιβλίου («Αθήνα και Ιερουσαλήμ: Πού κατοικεί τελικά ο Σεστώφ;»):

(σελ.21)[…]Το 1928 ο Σεστώφ θα γνωρίσει το έργο του Κίκεργκωρ, μετά από επίμονη προτροπή, παραδόξως του Χούσσερλ[…]

[…]η συνάντηση του Σεστώφ με το έργο του Κίκεργκωρ, το οποίο διαβάζει στα γερμανικά, ήταν, όπως αναμενόταν, συγκλονιστική. Καρπό αυτής της συνάντησης θα αποτελέσει το βιβλίο του Ο Κίκεργκωρ και η υπαρξιακή φιλοσοφία (Φωνή βοώντος εν τη ερήμω).

(σελ. 22) Το βιβλίο είναι γραμμένο με ένταση και θέρμη, καθώς ο Σεστώφ θα βρεί στον Κίκεργκωρ πράγματα που πιστεύει και ο ίδιος, θα συναντήσει στον μοναχικό πνευματικό δρόμο του μια μαρτυρική, αδελφική φωνή. Ο Κίκεργκωρ είναι, κατά τον Σεστώφ, ο μεγάλος στοχαστής της υπαρξιακής φιλοσοφίας, η οποία αντίθετα από ό,τι η θεωρητική (speculativa), δεν επιδιώκει να κατανοήσει, αλλά να οδηγήσει τον άνθρωπο να ζήσει, να τον οδηγήσει να δρέψει τον καρπό του δέντρου της ζωής, και όχι του δέντρου της γνώσης (που οδηγεί στο θάνατο). Ο μόνος δρόμος για αυτό είναι ο δρόμος της πίστης, γιατί μόνο η πίστη, δηλαδή το Παράλογο (Absurdum), μπορεί να λυτρώσει τον άνθρωπο από τη δεσποτεία της λογικής και της ηθικής και να τον οδηγήσει στην Ελευθερία της απεριόριστης δυνατότητας, δηλαδή στον Θεό. Σε τούτο τον κόσμο της κυριαρχίας της λογικής, η φωνή του Κίκεργκωρ ήταν βεβαίως μοιραίο να μείνει για πάντα μοναχική, φωνή βοώντος εν τη ερήμω, vox clamantis in deserto[…]

Σταύρος Ζουμπουλάκης, Ποιος Θεός και ποιος άνθρωπος; Φιλοσοφικά Δοκίμια, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2013,σελ. 21-22 (αποσπάσματα)

Ο Πέτρος Θεοδωρίδης για τις απαγορεύσεις που επιβάλλονται στο όνομα της συμπόνιας

Σχολιάστε

Πέτρος Π. Θεοδωρίδης, Η απατηλή υπόσχεση της αγάπης: Πάθη, εαυτός, έθνος, εκδ. ΕΝΕΚΕΝ, Θεσσαλονίκη 2012, ISBN: 978-960-9708-00-5.

12857_541646669195059_1409438088_n

Απόσπασμα από το έβδομο δοκίμιο του βιβλίου με τίτλο «Ταυτότητες και ξένοι«. [Πρώτη δημοσίευση στην επιθεώρηση πολιτισμού ΕΝΕΚΕΝ, τεύχος 4, Καλοκαίρι 2006]:

(…) Η δεκαετία του 1990 σημαδεύτηκε και από μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα φόβου και ένα συντριπτικό αίσθημα αβεβαιότητας. Το «άλλο» και ο φόβος που το συνοδεύει βρέθηκε στον δυτικό κόσμο ως μετανάστης ή πρόσφυγας, ως φόβος της ανεργίας και της κοινωνικής υποβάθμισης. Επανήλθαν διλήμματα που είχαν ξεχαστεί ή απωθηθεί κάτω από το πάπλωμα της αισιοδοξίας και της πίστης στην πρόοδο της μεταπολεμικής εποχής.  Αρχικά η δεκαετία του 1990 φαινόταν  να είναι η δεκαετία της πολυπολιτισμικής αρμονικής συμφωνίας εθνών κάτω από την  μπαγκέτα ενός μεγάλου μαέστρου, του παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου που, ως «γενικό ισοδύναμο», εξισώνει τις διαφορές μέσα από την αποδοχή της κυριαρχίας του. Νομιμοποιημένος «κοσμοπολίτης» κατέληξε να θεωρείται ο νομαδικού τύπου υπηρέτης του κεφαλαίου, ο πολύχρωμος, άοσμος άνθρωπος που σύμφωνα με μια παλιότερη διαφήμιση του CNN, το πρωί βρίσκεται στη Μόσχα, το μεσημέρι τη Νέα Υόρκη και το βράδυ στο Παρίσι.

Η παγκοσμιοποιημένη εκδοχή της πολυπολιτισμικότητας αναδεικνύει ως κυριότερη ηθική αρετή την ανεκτικότητα, η οποία εύκολα γλιστρά στην αδιαφορία.Όλοι είναι ίσοι! Καμία ηθική στάση δεν είναι καλύτερη από την άλλη!

Και έτσι υπηρετώντας τάχα την ανοχή μπαίνουμε σε απαγορεύσεις που επιβάλλονται στο όνομα της συμπόνιας, σε μια κατάσταση παράλογης μισαλλοδοξίας. (…)

Πέτρος Π. Θεοδωρίδης, Η απατηλή υπόσχεση της αγάπης: Πάθη, εαυτός, έθνος, εκδ. ΕΝΕΚΕΝ, Θεσσαλονίκη 2012, σελ.147.

Γιώργος Κοροπούλης, Μεγάλου Βασιλείου: Ομιλία προς τους πλουτούντας (μεταγραφή)

Σχολιάστε

ployt-avgi

Μέγας Βασίλειος, Ομιλία προς τους πλουτούντας, μεταγραφή: Γιώργος Κοροπούλης, ένθετη έκδοση της εφημερίδας Η ΑΥΓΗ, αρ.φυλ. 11599, Αθήνα 5-6 Ιανουαρίου 2013, σσ.32. [Για το  πρωτότυπο της ομιλίας πιέστε εδώ].

korop

Η σελ. 17 της ένθετης έκδοσης

Σε σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας  Η ΑΥΓΗ διαβάζουμε:

Η «Προς τους πλουτούντας» ομιλία του επισκόπου Καισαρείας Βασιλείου (330 περίπου – 378 μ.Χ.)  εναλλάσσει τον λίβελο κατά της άνισης κατανομής του κοινωνικού πλούτου μ’ ένα απροσχημάτιστο κήρυγμα κοινοκτημοσύνης. Την εποχή εκείνη, άλλωστε, ο Βασίλειος έχει συμπυκνώσει την κοινωνική του δράση σ’ ένα συγκρότημα που ανήγειρε ξοδεύοντας τη δική του περιουσία, όση δεν είχε μοιράσει κιόλας στους φτωχούς. Το έργο συνομιλεί, με τον τρόπο του, με τη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα.

Παραθέτουμε  αποσπάσματα από την εξαιρετική μεταγραφή του Γιώργου Κοροπούλη:

[…] Ώστε όποιος αγαπά σαν τον εαυτό του αυτόν που είναι πλάι του δεν κατέχει τίποτα παραπάνω απ’ αυτόν που είναι πλάι του. Κι εσύ δείχνεις να έχεις πολλά. Από που; Προφανώς επειδή η δική σου απόλαυση σου φάνηκε προτιμότερη απ’ το να παρηγορείς τους πολλούς. Όσο όμως πλεονάζουν τα πλούτη σου, τόσο σου λείπει η αγάπη.[…] (σελ. 6-7)

***

[…]Ξέρω πολλούς που νηστεύουν, προσεύχονται, στενάζουν και δείχνουν όλη την ανέξοδη ευλάβεια, σ’ όσους θλίβονται όμως δεν δίνουν δεκάρα. Τι τους ωφελεί η υπόλοιπη αρετή; […](σελ.11).

***

[…]Γιατί όσοι αγαπούν το χρυσό, χαίρονται να τους δένουν, φτάνει να’ ναι οι χειροπέδες χρυσές. […] (σελ. 13).

***

[…] Όταν μπαίνω στο σπίτι νεόπλουτου που μεγαλοπιάνεται και το βλέπω γανωμένο παντού με λουλούδια, ξέρω πως δεν κατέχει τίποτα πολυτιμότερο απ’ όσα φαίνονται, αλλά στολίζει τα άψυχα και έχει αστόλιστη την ψυχή. Πες μου, τόσο πια απαραίτητα είναι τα αργυρά κρεβάτια και τα αργυρά τραπέζια, τα ελεφάντινα καθίσματα και τα ελεφάντινα αμάξια. ώστε για χάρη τους τα πλούτη να μην περνούν στους φτωχούς, μολονότι χιλιάδες στέκουν έξω απ’ την πόρτα σου και κάθε εξαθλιωμένου ακούς τη φωνή; Όμως εσύ αρνείσαι να δώσεις, γιατί λες πως ποτέ δεν θα έφτανε για όλους όσοι ζητούν. Και με τη γλώσσα ορκίζεσαι, αλλά σ’ ελέγχει το χέρι σου. Γιατί σιωπώντας το χέρι διαλαλεί πως λες ψέματα, καθώς η πέτρα του δαχτυλιδιού σου το κάνει ν’ αστράφτει. Πόσους θ’ απάλλασσε ένα δαχτυλίδι σου  απ’ τα χρέη τους; Πόσα σπίτια που καταρρέουν θ’ ανόρθωνε;[…] (σελ. 14)

***

[…] Γιατί όπως οι μέθυσοι βρίσκουν αφορμή να πίνουν όσο τους βάζεις κρασί, έτσι και οι νεόπλουτοι, που απέκτησαν πολλά, επιθυμούν περισσότερα, κι όσα προστίθενται τρέφουν την αρρώστια τους κι η φροντίδα γι’ αυτά φέρνει το αντίθετο αποτέλεσμα εντέλει[…] (σελ. 17).

***

[…] Ο πλεονέκτης όμως δεν σέβεται τον χρόνο, δεν ξέρει σύνορα, δεν παραδέχεται τη σειρά της διαδοχής, αλλά μιμείται τη βία της φωτιάς ‘ όλα τα κατατρώει, σε όλα εξαπλώνεται.[…]Τίποτα δεν αντιστέκεται στη βία του πλούτου’ όλα υποκύπτουν στην τυραννία του, όλα ζαρώνουν κάτω απ’ την εξουσία του, έτσι που όποιος αδικήθηκε να σκέπτεται μάλλον πως δεν θα πάθει κι άλλο κακό παρά να ζητάει το δίκιο του για όσα έπαθε ήδη.[…] Αν αντιμιλήσεις, σε χτυπούν’ αν θρηνήσεις, σε καταγγέλλουν ότι εξύβρισες, και προσάγεσαι, και θα βρεθείς στο κελί. Κι οι συκοφάντες πανέτοιμοι, να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή σου. Θα είσαι ευχαριστημένος αν απαλλαγείς απ΄ όλα αυτά εκχωρώντας και κάτι παραπάνω εντέλει(σελ. 18-19).

Μέγας Βασίλειος, Ομιλία προς τους πλουτούντας, μεταγραφή: Γιώργος Κοροπούλης, ένθετη έκδοση της εφημερίδας Η ΑΥΓΗ, αρ.φυλ. 11599, Αθήνα 5-6 Ιανουαρίου 2013.

Ο Z. Bauman για την κατά E.Levinas «άνευ όρων ευθύνη για τον Άλλο»

1 σχόλιο

Zygmunt Bauman, Παράπλευρες απώλειες: Κοινωνικές ανισότητες στην εποχή της παγκοσμιοποίησης,μετάφραση: Εύα Παραδέλλη, εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2012, ISBN 978-960-8219-84-7.

Απόσπασμα από το πέμπτο δοκίμιο του βιβλίου «Καταναλωτισμός και ηθική»:

(σελ.117) […]Αν η κοινή γνώμη, τόσο των διανοουμένων όσο και του κοινού νου, συντάσσεται με τη διάσημη απόφανση του Hobbes ότι η κοινωνία είναι ένα κατασκεύασμα το οποίο σώζει τους ανθρώπους από τις συνέπειες των ίδιων τους των νοσηρών τάσεων (οι οποίες αν  αφήνονταν ανεξέλεγκτες από τις καταναγκαστικές δυνάμεις της κοινωνίας, θα έκαναν την ανθρώπινη ζωή «απαίσια, κτηνώδη και σύντομη») ο Levinas συνηγορεί υπέρ της αναγκαιότητας της κοινωνίας με την έννοια ενός διαφορετικού ρόλου τον οποίο καλείται να παίξει. Η άνευ όρων ευθύνη για τον Άλλο, αυτό το θεμέλιο κάθε ηθικής, είναι -όπως το φαντάζεται- ένα αίτημα κομμένο στα μέτρα αγίων κι όχι των μέσων, συνηθισμένων ατόμων, όπως είμαστε οι περισσότεροι. Λίγοι είναι ικανοί να φτάσουν το βαθμό αυτοθυσίας των αγίων, την προθυμία τους να βάλουν σε δεύτερη θέση ή να αγνοήσουν εντελώς και να παραμελήσουν το δικό τους συμφέρον, ή να είναι προετοιμασμένοι για το μέγεθος της αυτοθυσίας την οποία η ευθύνη αυτή θα απαιτούσε, όσο θα παρέμενε στην ίδια αρχική, ακέραιη και άνευ όρων κατάσταση. Εξάλλου, ακόμα κι αν είχαμε τη δυνατότητα και την προθυμία να πάρουμε πάνω μας πραγματικά και στο ακέραιο την άνευ όρων και απεριόριστη ευθύνη, δεν θα μας πρόσφερε επαρκή καθοδήγηση για την επίλυση των αμέτρητων συγκρούσεων των συμφερόντων που δημιουργεί καθημερινά ο συγχρωτισμός των ανθρώπων, ώστε να κα-(σελ. 118)ταστεί η κοινή ζωή βιώσιμη. Μια βιώσιμη κοινωνία αποτελούμενη μόνο από αγίους, είναι ουσιαστικά αδιανόητη, για τον απλό λόγο ότι κάποιος δεν μπορεί να επιδείξει απόλυτη και άνευ όρων ευθύνη πρός δύο ταυτόχρονα ανθρώπους, σε περίπτωση που τα συμφέροντα τους βρίσκονται ενδεχομένως σε αντιπαλότητα μεταξύ τους. Όποτε προκύπτει μια τέτοια σύγκρουση, δεν μπορεί να αποφευχθεί η στάθμιση και σύγκριση ανάμεσα στα σχετικά δικαιώματα των δυο πλευρών, ούτε το να μην ευνοηθούν τα συμφέροντα της μιας πλευράς εις βάρος της άλλης. Με άλλα λόγια, η ευθύνη πρέπει να σταματάει εκεί που αρχίζει το «άνευ όρων».

Zygmunt Bauman, Παράπλευρες απώλειες: Κοινωνικές ανισότητες στην εποχή της παγκοσμιοποίησης,μετάφραση: Εύα Παραδέλλη, εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2012,σελ. 117-118(αποσπάσματα).

π. Ευάγγελος Γκανάς, Η συζήτηση για το κακό μετά το Άουσβιτς ΙΙ (Η Χάνα Άρεντ για τον «αρχιτέκτονα» του Ολοκαυτώματος Άιχμαν και την κοινοτοπία του κακού)

2 Σχόλια

π. Ευάγγελος Γκανάς, Η αναγκαιότητα της μαρτυρίας, εκδ. Βιβλ. της Εστίας, Αθήνα 2012,  ISBN:978-960-05-1541-1.

Παραθέτουμε ένα ακόμη χαρακτηριστικό απόσπασμα από το τρίτο δοκίμιο του βιβλίου “Η συζήτηση για το κακό μετά το Άουσβιτς”:

(…) Για την Άρεντ ο δολοφόνος Άιχμαν δεν είναι μια δαιμονική φυσιογνωμία που διακατεχεται από σατανική επιθυμία να διαπράττει το κακό πρός χάριν του ίδιου του κακού, ούτε από ενδότερη παρόρμηση να προκαλεί τον τρόμο. Αποκαλύπτει μάλλον την «κοινοτοπία του κακού», όπως δηλώνει και ο υπότιτλος του βιβλίου της.

Το εξώφυλλο της ελληνικής έκδοσης του βιβλίου της Χάνα Άρεντ, Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ: Μια έκθεση για την κοινοτοπία του κακού (εκδ. Νησίδες)

Με τον όρο αυτό εννοούσε μια ιδιάζουσα παθητικότητα και ανεπάρκεια στην εξέταση των εσωτερικών κινήτρων, που σταδιακά, αλλά ανεπαίσθητα, οδηγεί στη συνενοχή. Το τελικό αποτέλεσμα αυτής της ψυχικής διεργασίας είναι μια μοχθηρία και μιά εξαχρείωση πέρα από κάθε φαντασία. Έτσι για την Άρεντ το Άουσβιτς δεν είναι η αποκάλυψη του κακού εκτελεσμένου πρός χάριν του ίδιου του κακού, αλλά, αντίθετα, η εμφανής απόδειξη ότι ακόμη και το θεωρούμενο ως απόλυτο κακό υπηρετείται και διαπράττεται από ανθρώπους που φαντάζονται, μολονότι απρόθυμα, ότι εκπληρώνουν με αυτές τους τις πράξεις τις επιταγές της τάξης, της υπάκοης, της πολιτικής σταθερότητας και της κοινωνικής ειρήνης (…).

π. Ευάγγελος Γκανάς, Η αναγκαιότητα της μαρτυρίας, εκδ. Βιβλ. της Εστίας, Αθήνα 2012, σελ. 60-61 (αποσπάσματα).

——————–

Το δοκίμιο του π. Ευ. Γκανά πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό Σύναξη, τεύχος 94, Απρίλιος- Ιούνιος 2005.

π. Ευάγγελος Γκανάς, Η συζήτηση για το κακό μετά το Άουσβιτς (από το βιβλίο «Η αναγκαιότητα της μαρτυρίας»)

3 Σχόλια

 

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:
 

Τα κείμενα αυτού του τόμου αποτελούν μια απόπειρα εξόδου των χριστιανών στον δημόσιο χώρο, συνομιλίας με ποικίλους συγγραφείς και συμμετοχής σε διαλόγους με ανθρώπους που δεν συμμερίζονται κατ’ ανάγκην τις απόψεις τους ή και που τις απορρίπτουν προγραμματικά. Όλα αυτά όμως να τα  κάνουν ως χριστιανοί, δίχως δηλαδή να υιοθετήσουν συνειδητά ή, όπως γίνεται συνήθως, ασυνείδητα προϋποθέσεις ξένες προς τη χριστιανική παράδοση. Ο συγγραφέας δεν εμφορείται από την πεποίθηση ότι ο διάλογος μπορεί να φέρει την ποθούμενη κοινωνική αρμονία, το consensus που οραματίζονται ορισμένοι σύγχρονοι υποστηρικτές ενός οικουμενικού επικοινωνιακού Λόγου, θεωρεί ωστόσο τον διάλογο αυτό μέρος της αναγκαίας μαρτυρίας των χριστιανών προς τα έθνη. Γι’ αυτό και η έννοια της μαρτυρίας διατρέχει, άλλοτε υπόγεια και άλλοτε φανερά, όλα τα κείμενα του βιβλίου και του δίνει και τον τίτλο του.  Τη μαρτυρία αυτή την οφείλουν οι χριστιανοί προς τον κόσμο, μια που δίχως την Εκκλησία ο κόσμος δεν είναι σε θέση να γνωρίζει τι σημαίνει να είναι  κόσμος και όχι Εκκλησία.

***
Απόσπασμα από το τρίτο δοκίμιο του βιβλίου «Η συζήτηση για το κακό μετά το Άουσβιτς»:
(…)Το γεγονός ότι οι χριστιανοί δεν διαθέτουν θεωρητική «λύση» για το πρόβλημα του κακού δεν σημαίνει καθόλου ότι είναι αμήχανοι και ανυπεράσπιστοι στη συνάντηση τους με αυτό. Η ανυπαρξία θεωρητικής λύσης έγκειται στο γεγονός ότι το περιεχόμενο της χριστιανικής πίστης δεν επικεντρώνει την προσοχή μας σε αρχές, ή κανόνες αλλά σε μια αφήγηση, μια ιστορία, την ιστορία της σωτηρίας, που μας αποκαλύπτει τη σχέση του Θεού με τη δημιουργία.
Η επιλογή της αφήγησης, ως μέσου μετάδοσης του περιεχομένου της πίστης, δεν είναι ούτε συμπτωματική ούτε επουσιώδης. Δεν υπάρχει καταλληλότερος τρόπος να μιλήσουμε για τον Θεό από το να διηγηθούμε μια ιστορία. (…) Η αφήγηση απαιτείται ακριβώς γιατί ο κόσμος και τα γεγονότα του κόσμου δεν υπάρχουν αναγκαστικά αλλά ενδεχομενικά, είναι προϊόν της θείας ελευθερίας, θα μπορούσαν και να μην υπάρχουν. Γι’ αυτό και η αφήγηση μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε τους εαυτούς μας ως ιστορικές υπάρξεις, και γνωρίζουμε ποιοί είμαστε μόνο όταν μπορούμε να τοποθετήσουμε τον εαυτό μας μέσα στην ιστορία του Θεού, όταν γινόμαστε συμμέτοχοι στην ιστορία της σωτηρίας.
Επειδή, λοιπόν, ο κόσμος υπάρχει ενδεχομενικά, δεν υπάρχει άλλος τρόπος να ερμηνεύσουμε τη δημιουργία και τη σχέση της με τον Θεό από την αφήγηση. Γιατί, όπως δεν υπάρχει αναγκαστικός «σκοπός» στη δημιουργία του Θεού, έτσι δεν υπάρχει «σκοπός» ούτε και εξήγηση της ανθρώπινης οδύνης(…). Καμία μεταφυσική κατασκευή δεν μπόρεσε μέχρι τώρα να επιλύσει το πρόβλημα του νοήματος του κόσμου ή του κακού. Και υπό αυτή την έποψη η χριστιανική θεολογία ήταν πάντοτε ουσιωδώς αντιμεταφυσική.(…)
————————————
π. Ευάγγελος Γκανάς γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Είναι πτυχιούχος ηλεκτρολόγος μηχανικός του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου και πτυχιούχος Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπηρετεί στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών ως εφημέριος στην ενορία του Οσίου Μελετίου Σεπολίων. Έχει δημοσιεύσει άρθρα σε περιοδικά («Νέα Εστία», «Σύναξη», «Θεολογία», «Ίνδικτος», «Cogito») και σε συλλογικούς τόμους. Είναι έγγαμος και πατέρας έξι παιδιών[πηγή:Βιβλιονέτ].

Ο Λεβινάς για την φαινομενική ετερονομία της εντολής

Σχολιάστε

Εμμανουήλ Λεβινάς, Ελευθερία και Εντολή, εκδ. Βιβλ. της Εστίας,μετάφραση: Μιχάλης Πάγκαλος , Αθήνα 2007, ISBN: 978-960-05-1329-5.

 

 

[…]Η φαινομενική ετερονομία της εντολής είναι, στο βάθος, αυτονομία, διότι η ελευθερία του εντέλεσθαι δεν είναι τυφλή δύναμη αλλά έλλογη σκέψη. Η βούληση δεν μπορεί να δεχτεί την εντολή μιας άλλης βούλησης, παρά μόνο επειδή αναγνωρίζει το έλλογο αυτής της εντολής εντός της. Η εξωτερικότητα της εντολής δεν είναι παρά εσωτερικότητα. Διότι αν η εντολή ήταν άλογη θα προσέκρουε, απλούστατα, στην απόλυτη αντίσταση του λόγου[…]

 

Εμμανουήλ Λεβινάς, Ελευθερία και Εντολή, εκδ. Βιβλ. της Εστίας,μετάφραση: Μιχάλης Πάγκαλος , Αθήνα 2007,σελ.12-13.

Ο Simon Critchley για το «διχασμένο υποκείμενο» στο έργο του Εμμ. Λεβινάς

Σχολιάστε

Σάϊμον Κρίτσλεϋ, Ζητώντας το άπειρο: Ηθική της δέσμευσης-Πολιτική της αντίστασης, μετάφραση: Αλ. Κιουπκιολής, εκδ. Εκκρεμές, Αθήνα 2012, ISBN: 978-960-7651-87-7.

Εμμ. Λεβινάς -το διχασμένο υποκείμενο (αποσπάσματα, συνίσταται η ανάγνωση ολόκληρου του βιβλίου)

[σελ. 74] Για τον Λεβινάς ο πυρήνας της ηθικής εμπειρίας είναι, πράγματι, το αίτημα ενός Faktum, αλλά εδώ δεν πρόκειται για ένα καντιανό γεγονός του λόγου παρά για το «γεγονός του άλλου», όπως θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε. Στο έργο του Ολότητα και άπειρο, το όνομα που δίνει σε αυτό το γεγονός είναι το πρόσωπο του άλλου (le visage d’ autrui). Η ηθική σχέση αρχίζει όταν βιώνω το ερώτημα και το αίτημα που μου θέτει το πρόσωπο του άλλου, μια εμπειρία την οποία έχω και όταν ανταποκρίνομαι γενναιόδωρα  «στη χήρα, το ορφανό, τον ξένο», όπως λέει ο Λεβινάς επαναλαμβάνοντας την εβραϊκή βίβλο, αλλά και όταν περνώ πλάι τους στο δρόμο, εύχομαι σιωπηλά να ήταν αόρατοι και τρομάζω με την απανθρωπιά μου (…) Η ηθική εμπειρία είναι ετερόνομη, η αυτονομία μου αμφισβητείται από το γεγονός του αιτήματος του άλλου, από την [σελ. 75] έκκληση που προέρχεται από το πρόσωπό του και μου επιβάλλει μια υποχρέωση την οποία δεν έχω επιλέξει. (…) Για μια φιλοσοφία που υπηρετεί το πρόταγμα της αυτονομίας, η υψηλότερη αξία είναι η ελευθερία του υποκειμένου, και ό,τι στέκεται στο δρόμο της ελευθερίας, φιλοσοφικά και κοινωνικά, θα πρέπει να εξαλειφθεί. (…) Η θέση του Λεβινάς είναι ότι η ευθύνη προηγείται της ελευθερίας, ότι δηλαδή πριν από την ελεύθερη δραστηριότητα του υποκειμένου που συλλαμβάνει το σύνολο της πραγματικότητας με τις γνωστικές του ικανότητες υπάρχει η εμπειρία ενός ετερόνομου αιτήματος που με εγκαλεί και μου ζητά να ανταποκριθώ. Η αυτονομία εμφανίζεται ξανά στο σχήμα του Λεβινάς στο επίπεδο ενός άλλου αιτήματος για δικαιοσύνη, για τη δίκαιη κοινωνία και όλα όσα συγκεντρώνει κάτω από την επωνυμία «το τρίτο μέρος». Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε την ετερόνομη συγκρότηση της αυτονομίας, το γεγονός ότι το ηθικό αίτημα διαφεύγει από τις γνωστικές μας δυνάμεις και ότι το άλλο πρόσωπο μπορεί πάντοτε να αντισταθεί σε κάθε έννοια στην οποία θα προσπαθήσουμε να το υπαγάγουμε. (…)Ο Λεβινάς τονίζει ότι το υποκείμενο ανακαλύπτει ότι είναι ένα αντικείμενο, στην αιτιατική πτώση όπως το θέτει, καθώς εγκαλείται από το αίτημα του άλλου. Αλλά το υποκείμενο του Λεβινάς συγκροτείται μέσω της πράξης αποδοχής ενός αιτήματος απέναντι στο οποίο είναι θεμελιωδώς ανεπαρκές. Δεν έχω τη δύναμη να ανταπεξέλ-[σελ.76]θω στο αίτημα που μου τίθεται. Αυτή η θεμελιώδης ανεπάρκεια στην αποδοχή του αιτήματος εξηγεί γιατί, κατά τον Λεβινάς, η σχέση με τον άλλο είναι ασύμμετρη. Το υποκείμενο, δηλαδή, σχετίζεται με κάτι που υπερβαίνει τη σχεσιακή του ικανότητα. Κεντρική έννοια του έργου του Ολότητα και άπειρο του Λεβινάς είναι αυτό που ο Λεβινάς αποκαλεί παραδόξως «le rapport sans rapport», η σχέση χωρίς σχέση.(…)

Σάϊμον Κρίτσλεϋ, Ζητώντας το άπειρο: Ηθική της δέσμευσης-Πολιτική της αντίστασης, μετάφραση: Αλ. Κιουπκιολής, εκδ. Εκκρεμές, Αθήνα 2012, σελ. 74-76.

Θάνος Λίποβατς, Δοκίμιο για τη Γνώση και τον Γνωστικισμό

1 σχόλιο

Θάνος Λίποβατς , Δοκίμιο για τη γνώση και τον γνωστικισμό, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2006, ISBN 960-435-110-9.

Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου διαβάζουμε:

Η μυστική Γνώση, μέσω της αντίθεσης τόσο με τη μονοθεϊστική Πίστη, όσο και με τον ορθό Λόγο, γίνεται αισθητή όταν το υποκείμενο θέτει με επιμονή το ερώτημα του νοήματος της πεπερασμένης ύπαρξης και του κακού στον κόσμο. Τότε το υποκείμενο μπορεί, με την προσπάθεια αντιμετώπισης της υπαρξιακής έλλειψης, να έρθει σε επαφή με τον ορθό Λόγο, τον ηθικό Νόμο και την ιστορικότητα.

Η Γνώση, από την ύστερη αρχαιότητα μέχρι σήμερα, οδηγεί -αντίθετα- στην απάρνηση της πάντοτε ελλειμματικής πραγματικότητας και στη μυστικιστική φυγή από αυτήν. Αποτέλεσε και αποτελεί, δε, μια απάντηση στο σύμπτωμα της «δυσφορίας μέσα στον πολιτισμό», όπως αυτό εκφράζεται με τον «θάνατο του Θεού» και τον «θάνατο του ανθρώπου».

Απαντώντας στο ερώτημα πώς βιώνουν τα υποκείμενα τη σχέση τους με τον εαυτό τους και με τον Άλλο, εμφανίζεται το ηθικό αίτημα, με τις απορίες και τα παράδοξα που παρουσιάζει. Ως συνέχεια αυτού, τίθεται το αίτημα της ορθής πολιτικής πράξης στην υστερονεωτερική εποχή. Θεωρίες της συνωμοσίας, αποκρυφισμός, αποκαλυπτική τρομοκρατία, ρατσισμός, αντισημιτισμός και μηδενισμός φέρουν πάντα ίχνη της Γνώσης.

Παραθέτουμε ένα μικρό απόσπασμα από τις σελ. 38 και 39 του βιβλίου (οι υπογραμμίσεις  είναι του συγγραφέα):

(…) Η αποκαλυπτική πόλωση χωρίζει όλον τον κόσμο ανάμεσα στο καλό και στο κακό, όπου το «κακό» κυριαρχεί στον κόσμο και την ψυχή του ανθρώπου. Όταν αυτή η απαισιόδοξη, καταθλιπτική στάση περάσει στην πράξη τότε έχει ολέθριες συνέπειες. Κι αυτό, γιατί δεν βλέπει τον σύνθετο, μερικώς αναποφάσιστο και διφορούμενο χαρακτήρα των ανθρωπίνων πραγμάτων, που απαιτούν την ορθή κρίση και καλή θέληση για τη (μερική πάντα) λύση των προβλημάτων και συγκρούσεων που αναπόφευκτα προκύπτουν, εξαιτίας της περατότητας του ανθρώπου. Σε αυτήν τη σκέψη λείπει η διαφοροποίηση και η διαμεσολάβηση ως μέσον αντιμετώπισης των αντιφάσεων και αντιθέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους. Η αποκαλυπτική στάση ήταν και είναι η μήτρα όλων των εξτρεμιστών στην ιστορία.(…)

(…) Η αποκαλυπτική στάση διαφέρει ουσιωδώς από την προφητική εσχατολογία, η οποία είναι γνήσιο στοιχείο του ιουδαϊσμού και του χριστιανισμού. Οι χριστιανοί πρέπει να αγωνίζονται όχι για την «ψυχή» τους και για την «εσωτερική γνώση», αλλά για μια πιο δίκαιη κοινωνία, καθώς και για την αναγνώριση της αλήθειας του αδιαλείπτως διχασμένου εαυτού τους. Να αγωνίζονται όχι όμως με βίαια μέσα και να μην θεωρούν ότι από μόνοι τους, ως πάντοτε ατελείς άνθρωποι, θα επιφέρουν την «τέλεια κοινωνία».(…)

Θάνος Λίποβατς, Δοκίμιο για τη Γνώση και το Γνωστικισμό, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2006, σελ. 38-39.

G. Agamben, Η πολιτικοποίηση του θανάτου

Σχολιάστε

Giorgio Agamben, Homo SacerΚυρίαρχη εξουσία και γυμνή ζωή,  εκδ. Scripta, Αθήνα 2005, μετάφραση Π. Τσιαμούρας, επίμετρο Γ. Σταυρακάκης, ISBN 960-7909-65-8.

(…) Σε ένα ευφυές άρθρο του, o Willard Gaylin επικαλέστηκε το φάσμα σωμάτων -που ο ίδιος αποκαλεί neomorts [σ.τ.μ.: νεονεκροί] -τα οποία θα είχαν το νομικό καθεστώς των πτωμάτων, αλλά θα μπορούσαν να διατηρήσουν, ενόψει ενδεχομένων μεταμοσχεύσεων, κάποια χαρακτηριστικά της ζωής:  «θα ήταν ζεστά, παλλόμενα και διουρούντα».  Σε αντίθετο επίπεδο ένας θιασώτης του εγκεφαλικού θανάτου χαρακτήρισε ως έναν faux vivant [σ.τ.μ. ψευδοζωντανό] το σώμα που διατηρείται ζωντανό με τεχνητά μέσα, υποστηρίζοντας ότι είναι θεμιτή οποιαδήποτε παρέμβαση πάνω του δίχως καμία επιφύλαξη.

Η νοσοκομειακή αίθουσα ανάνηψης -όπου ταλαντεύονται μεταξύ ζωής και θανάτου ο neomort, το πρόσωπο που βρίσκεται σε «υπερβαθέν κώμα» και ο faux vivant- οροθετεί έναν χώρο εξαίρεσης όπου προβάλλει σε καθαρή μορφή μια γυμνή ζωή για πρώτη φορά πλήρως ελεγχόμενη από τον άνθρωπο και την τεχνολογία του. Και επειδή ακριβώς πρόκειται όχι για ένα φυσικό σώμα, αλλά για μια ακραία ενσάρκωση του homo sacer (ορισμένοι έφτασαν στο σημείο να αποκαλέσουν το πρόσωπο που βρίσκεται σε «υπερβαθέν κώμα» ως  «μια ενδιάμεση ύπαρξη μεταξύ ανθρώπου και ζώου»), το διακύβευμα είναι, για μια ακόμα φορά, ο ορισμός μιας ζωής η οποία μπορεί να αφαιρεθεί δίχως να διαπραχθεί ανθρωποκτονία (και η οποία, όπως ο homo sacer, είναι «άθυτη», με την έννοια ότι δεν θα μπορούσε προφανώς κάποιος να θανατωθεί συνεπεία μιας θανατικής ποινής).

Ως εκ τούτου δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι μεταξύ των περισσότερων ένθερμων υποστηρικτών του εγκεφαλικού θανάτου και της νεωτερικής βιοπολιτικής συγκαταλέγονται και εκείνοι οι οποίοι επικαλούνται την παρέμβαση του κράτους, το οποίο, αποφασίζοντας τη στιγμή του θανάτου, θα επιτρέπει την ακώλυτη παρέμβαση στον  «ψευδοζωντανό», όταν αυτός βρίσκεται στην αίθουσα ανάνηψης.(…)

G.Agamben,Homo Sacer, εκδ. Scripta, Αθήνα 2005, μετάφραση Π. Τσιαμούρας, επίμετρο Γ. Σταυρακάκης, σελ. 253-254 (απόσπασμα).

Σε αναζήτηση της ελληνικής ταυτότητας

3 Σχόλια

Βασίλης Καραποστόλης, Διχασμός και εξιλέωση-Περί πολιτικής ηθικής των Ελλήνων, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2010, ISBN: 978-960-16-3688-7.

Αναμέτρηση με τις μεγάλες στιγμές και τα μελανά στίγματα της νεότερης ιστορίας μας από έναν ριψοκίνδυνο στοχαστή

του Λαοκράτη  Bάσση

Πηγή: LoMaK  &

Καθημερινή 31-10-2010

Κατά τον Κώστα Αξελό: «ο διάλογος των Νεοελλήνων με την αυτο-συνείδηση είναι δύσκολο να επιχειρηθεί». Το βιβλίο του Βασίλη Καραποστόλη υπερβαίνει στοχαστικά αυτή τη δυσκολία. Τόσο το περιεχόμενό του, που έχει στο επίκεντρό του τις μεγάλες κορυφώσεις της δοτικότητας των νεότερων Ελλήνων, στην αλληλουχία τους με τις τραγικές αναδιπλώσεις της πρόσφατης ιστορίας μας και τη σκοτεινή παθολογία του βίου μας, όσο και η ποιότητα της σκέψης που διαπερνά τον δοκιμιακό λόγο του, μια ζηλευτή συνύφανση επιστημονικού, στοχαστικού και υψηλής αισθητικής ελληνικού λόγου, το τοποθετούν στην κατηγορία των απαιτητικών βιβλίων, με τα οποία «διαλέγεσαι» όχι μόνο όσο τα μελετάς αλλά πολύ περισσότερο όταν τελειώσεις τη μελέτη τους.

Με την «ηγεμονία», απ’ τα μέσα της Μεταπολίτευσης και μετά, μιας α-εθνικής «προοδευτικότητας», ενός θολού δηλαδή κράματος παρωχημένου διεθνισμού και νεοταξικού κοσμοπολιτισμού, θέματα όπως η δοτικότητα των νεότερων Ελλήνων, τόσο ως ηρωική αυτοϋπέρβαση και αυτοθυσία όσο και ως εθνική ευεργεσία, συνυφαινόμενα μάλιστα στην ερμηνεία τους με την πατρίδα και τον πατριωτισμό, είναι αφεαυτών… ιδεολογικώς ένοχα. Γι’ αυτό και τα αγγίζουν μόνο «όσοι προσφέρονται να διακινδυνεύσουν με τη σκέψη τους, αναστοχαζόμενοι το παρελθόν μέσα στο παρόν, χωρίς στερεότυπα και δεκανίκια», όπως ο Βασίλης Καραποστόλης, που «είναι ένας απ’ αυτούς τους ολίγους ριψοκίνδυνους» (Νίκος Ξυδάκης). Προσυπογράφοντας τη διαπίστωση, θα προσθέσω πως είναι ένας απ’ τους ολίγους αυθεντικούς στοχαστές μας, που συνεχίζει επαξίως τις καλές στιγμές της ελληνικής διανόησης, αστικής και αριστερής, χωρίς μεταπρατικούς αναμηρυκασμούς πνευματικών προϊόντων και προπαντός… υποπροϊόντων εξ Εσπερίας.

Κι αυτό όχι γιατί κινείται εκτός του μαγνητικού πεδίου της «οργανικής διανόησής» μας, κάτι το αυτονόητο για την περίπτωσή του, αλλά γιατί αναμετριέται σωστά, που είναι και το μείζον, αφενός με τις μεγάλες στιγμές της νεότερης ιστορίας μας και αφετέρου με τα μελανά της στίγματα, συνεξετάζοντας με πνευματική τόλμη τη δυσανάγνωστη αινιγματικότητά τους.

Ορθολογική σκέψη

Τη σωστή του αναμέτρηση την ορίζει η ποιότητα της ερμηνευτικής του σκέψης:

– Που την χαρακτηρίζει η ορθολογικότητα του καλού επιστήμονα και η στοχαστικότητα του καλού διανοούμενου.

– Που δεν είναι «προδεσμευμένη», άρα δεν υπηρετεί σκοπιμότητες δικαιώσεων, όπως οι μεταφυσικοί «ελληνοκεντρισμοί» ή οι απαξιωτικοί «αντι-ελληνοκεντρισμοί».

– Που εδράζεται στη βαθιά επιστημονική γνώση, ιστορική και κοινωνιολογική, της ανατεμνόμενης νεοελληνικής πραγματικότητας.

– Που δεν έρχεται «απ’ έξω», με τη συνήθη μάλιστα προπέτεια της πτυχιούχου ημιμάθειας, που θέλει να φωτίσει… τον καθυστερημένο τόπο μας.

– Που οι αναγωγές της είναι καθεαυτές μια εις βάθος θεώρηση της νεοελληνικής μας περιπέτειας, προς την οποία ο Βασίλης Καραποστόλης μόνο ξένος και αποστασιοποιημένος δεν είναι.

Πέντε κεφάλαια

Αυτή η εις βάθος θεώρηση κατατίθεται στις τριακόσιες σελίδες του βιβλίου σε πέντε κεφάλαια «θερμού» δοκιμιακού λόγου, με έναν πρόλογο που προετοιμάζει για την «αναδίφηση γεγονότων στοιχειωμένων στη συλλογική συνείδηση» και έναν επίλογο μοναδικής αναστοχαστικής συμπύκνωσης των απόψεών του. Θα αποτολμήσω μιαν ελαχίστη «γνωριμία» με τα κεφάλαιά του, που την καθιστά πολύ δύσκολη το ότι σ’ αυτά είναι όλα μείζονα απ’ την πρώτη ως τη τελευταία τους γραμμή.

Στο πρώτο: Κυριαρχεί η αναδίφηση του εθνεγερτικού ιδεολογικού υποστρώματος του ’21 και η ερμηνευτική σύζευξη «ηρώων-αγωνιστών» και πατρίδας, με ιδιαίτερες αναφορές στις φυσιογνωμίες μεγάλων πρωταγωνιστών, όπου και η συναρπαστική ανατομία του αμφίθυμου «Εγώ» του Καραϊσκάκη.

Στο δεύτερο: Η θεώρηση της εθνικής ευεργεσίας, της άλλης δηλαδή όψης της δοτικότητας, και η ερμηνευτική σύζευξη «ηρώων-εργοποιών» και πατρίδας, με ιδιαίτερες αναφορές σε φυσιογνωμίες μεγάλων ευεργετών, όπως ο Ζάππας, ο Βαρβάκης και ο Καπλάνης, αλλά και στο πάθος των Ηπειρωτών ευεργετών για την παιδεία των Ελλήνων.

Στο τρίτο: Η ανάλυση της κακοδαιμονίας του νεότευκτου κράτους μας, που το αποκαλεί «δέσμιο κράτος», και μαζί της οδυνηρής πολιτικής μας παθολογίας, τόσο επίκαιρης και διδακτικής στις μέρες μας. Επίσης η ιδιαίτερη αναφορά στη διχαστική αντιπαράθεση «Τρικουπικών – Δηλιγιαννικών», στη χρεοκοπία του ’93 και στην ταπείνωση του ’97, με επιστέγασμα τη συναρπαστική ανατομία της φυσιογνωμίας του Παύλου Μελά, όπου και μερικές απ’ τις καλύτερες σελίδες της δοκιμιογραφίας μας.

Στο τέταρτο: Η ανατομία του μεγάλου διχασμού (Βενιζελικοί – Βασιλικοί), της Μεγάλης Ιδέας και της Μικρασιατικής Καταστροφής, αλλά και τα εκπληκτικά πορτρέτα του Βενιζέλου και του Ιωνα Δραγούμη.

Και στο πέμπτο: Η αναφορά στο ελληνικό κομμουνιστικό φαινόμενο, η ανατομία του έπους του ’40 και της Αντίστασης (με την εξαιρετικής πυκνότητας ερμηνεία, που επαναφέρει στη σύζευξη ηρωικής δοτικότητας και πατρίδας, αλλά και στην αμφίθυμη σχέση με την πατρίδα και την κοινωνία!), η επίσης συναρπαστική ανατομία της φυσιογνωμίας του Αρη Βελουχιώτη και ο εφιάλτης του Εμφυλίου.

Σε τούτη τη δύσθυμη περίοδο του έρποντος (χρεοκοπημένου!) τέλους της Μεταπολίτευσης, χωρίς ακόμη επόμενη μέρα για τον τόπο μας, με τη συλλογική αυτοεκτίμησή μας να πιάνει πάτο και να εκφράζεται με γενικευμένη κατήφεια και κατάμεμψη, το δοκίμιο του Βασίλη Καραποστόλη, που πολύ ελλειπτικά και υπαινικτικά παρουσιάσαμε, είναι υψηλού επιπέδου μάθημα στοχαστικού διαλόγου με την πρόσφατη ιστορία μας και την ταυτοτική μας αυτο-συνείδηση. Ενός τόσο αναγκαίου διαλόγου, αν θέλουμε να ξαναβρούμε το χαμένο νήμα της δοτικότητάς μας και μαζί τα πατήματά μας, πρωτίστως αξιακά, προς την επόμενη μέρα. Γιατί, να μην το ξεχνάμε, η κρίση που περνάμε… έχει αγγίξει το πολιτιστικό μας κύτταρο.

π. Φιλόθεος Φάρος για συγκρητισμό και δυτικό πολιτισμό

2 Σχόλια

π. Φιλόθεος Φάρος, Η αλλοίωση του χριστιανικού ήθους, εκδ. Αρμός, 4η έκδοση, Αθήνα 2000, ISBN: 960-527-157-5.

Απόσπασμα από τον πρόλογο του βιβλίου (σελ. 12-13):

Ο συγκρητισμός είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των παρακμιακών κοινωνιών, για τις οποίες, σε τελική ανάλυση το μόνο πράγμα που μετράει είναι η άνεση και η καλοπέραση. Οι πεποιθήσεις και η αναγνώριση της αλήθειας προκαλούν πολύ συχνά δυσφορία και μπορούν να διαταράξουν την άνετη ζωή. Όμως τίποτε τελικά δεν προκαλεί περισσότερη δυσφορία και ταλαιπωρία στον άνθρωπο όσο η αποκλειστική επιδίωξη άνετης και τρυφηλής ζωής.

Ο συνειδητός ορθόδοξος δεν είναι κάποιος που έχει μια διαφορετική ιδεολογία και αισθητική απο έναν παπικό ή ένα προτεστάντη, αλλά είναι κάποιος που γνωρίζει και υιοθετεί ένα τρόπο ζωής που αναδεικνύεται στην πράξη λειτουργικώτερος από εκείνον που προτείνουν ο παπισμός και ο προτεσταντισμός και οι άλλες μη χριστιανικές θρησκευτικές παραδόσεις.

Φυσικά αυτό δεν το υποπτευόμεθα όλοι εμείς που ανεξάρτητα από τις «ορθόδοξες» ομολογιακές μας διακηρύξεις ζούμε τον δυτικό πολιτισμό, που δεν είναι τίποτε άλλο από την πολιτιστική έκφραση της δυτικής χριστιανικής παραδόσεως. Δεν υποπτευόμεθα τη σχιζοφρένεια μεταξύ του ήθους του δυτικού τρόπου ζωής μας και του δραματικά διαφορετικού ήθους της λειτουργίας στην οποία υποτίθεται ότι συμμετέχουμε.

Share