John Gray, Η σιωπή των ζώων

1 σχόλιο

1459835_607648982627881_427762185_n
John Gray, Η σιωπή των ζώων: Για την πρόοδο και άλλους νεωτερικούς μύθους, μετάφραση: Γιώργος Λαμπράκος, εκδόσεις Οκτώ, Αθήνα 2013, ISBN 978-618-5077-00-6.

Την προηγούμενη Τρίτη 19 Νοεμβρίου κυκλοφόρησε στα βιβλιοπωλεία το νέο βιβλίο του John Gray με τίτλο Η σιωπή των ζώων. Σε κάπως διαφορετικό ύφος  απ’ αυτό που τον έχουμε συνηθίσει ο Gray αναπτύσσει όψεις της προβληματικής του που είχε επεξεργαστεί και στα Αχυρένια σκυλιά. Στο νέο του πόνημα επικαλείται τη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία αλλά και ετερόκλητα ιστορικά στοιχεία και φτάνει σε μια μοναδική σύνθεση. Το βιβλίο διαβάζεται απνευστί. Μπορείτε να ανατρέξετε (για του λόγου το αληθές) στην προδημοσίευση του κεφαλαίου «Οι αλχημιστές της χρηματοπιστωτικής οικονομίας» (σελ. 71- 76), στην εφημερίδα των Συντακτών.

Αποσπάσματα από το βιβλίο:

Ι

Στο τέλος του περασμένου αιώνα εγκαθιδρύθηκε ένας νέος τύπος πολιτικής οικονομίας. Στο παρελθόν ο καπιταλισμός είχε αναγνωρίσει τον κίνδυνο του χρέους. Οι τράπεζες περιόριζαν τα δάνεια ώστε η οικονομία να μη βασίζεται στον υπέρμετρο δανεισμό. Σύμφωνα με τον νέο καπιταλισμό, το χρέος δημιουργεί πλούτο: δάνεισε αρκετά χρήματα σε αρκετούς ανθρώπους και σύντομα όλοι θα είναι πλούσιοι.

Ο πραγματικός πλούτος είναι φυσικός και εγγενώς πεπερασμένος, και καθώς αποτελείται από πράγματα που αναλώνονται ή φθείρονται, ο χρόνος τον μειώνει. Το χρέος είναι δυνητικά απεριόριστο, τρέφεται με την ίδια του τη σάρκα και αυξάνεται μέχρι το σημείο που δεν μπορεί να αποπληρωθεί. Ο άυλος πλούτος που δημιούργησε ο νέος καπιταλισμός ήταν επίσης δυνητικά απεριόριστος. Η πρακτική της προσφοράς ενυπόθηκων δανείων υψηλού κινδύνου, δανείων που δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποπληρωθούν με το εισόδημα των δανειζομένων, έχει περιγραφεί ως αρπακτικός δανεισμός. Από μια άποψη, όντως ήταν. Αν οι τιμές των κατοικιών εξακολουθούσαν να ανεβαίνουν, οι δανειζόμενοι ήταν καταδικασμένοι να αθετήσουν τις υποχρεώσεις τους. Οι μόνες ξεκάθαρα ωφελημένες ήταν οι τράπεζες, που είχαν την άδεια να δίνουν δάνεια για τα οποία γνώριζαν πως δεν επρόκειτο να αποπληρωθούν.(…)

John Gray, Η σιωπή των ζώων: Για την πρόοδο και άλλους νεωτερικούς μύθουςεκδόσεις Οκτώ, Αθήνα 2013, σελ. 71-72.

***

ΙΙ

Μεταξύ των πολλών πλεονεκτημάτων που έχει η πίστη στην πρόοδο, το σημαντικότερο είναι ότι αποτρέπει την υπερβολική αυτογνωσία.

John Gray, Η σιωπή των ζώων: Για την πρόοδο και άλλους νεωτερικούς μύθουςεκδόσεις Οκτώ, Αθήνα 2013, σελ. 16.

***

ΙΙΙ

(…)Ενώ οι εργατικές τάξεις χάνουν τη δουλειά τους, οι μεσαίες τάξεις μετατρέπονται σε ένα νέο προλεταριάτο. Το τελικό αποτέλεσμα της οικονομικής έκρηξης είναι η διάβρωση των αποταμιεύσεων και η διάλυση των επαγγελμάτων.(…)

John Gray, Η σιωπή των ζώων: Για την πρόοδο και άλλους νεωτερικούς μύθουςεκδόσεις Οκτώ, Αθήνα 2013,σελ. 73.

Fredric Jameson, Μια μοναδική νεωτερικότητα

Σχολιάστε

b123937

Fredric R. Jameson, Μια μοναδική νεωτερικότητα: Δοκίμιο για την οντολογία του παρόντος, μετάφραση: Σπύρος Μαρκέτος, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2007, ISBN 978-960-221-389-6.

Από το οπισθόφυλλο:

Είναι ώρα να αναλογιστούμε το ενδεχόμενο μιας οριστικής επιστροφής ή επανεφεύρεσης του παρωχημένου μέσα στους κόλπους της πλήρους μετανεωτερικότητας· μιας επανόδου που είναι αναμφίβολα η πιο παράδοξη απ’ όλες, αφού, όπως αποδεικνύεται, πρόκειται για την επάνοδο της ίδιας της έννοιας της νεωτερικότητας, που όλοι είχαμε αφελώς υποθέσει προ πολλού ότι είχε ξεπεραστεί, αλλά στην πραγματικότητα έχει αναβιώσει ανά τον κόσμο και είναι πρακτικά αδύνατο να την αποφεύγει κανείς στις πολιτικές συζητήσεις από τη Λατινική Αμερική ως την Κίνα, για να μη μιλήσουμε για τον ίδιο τον πρώην Δεύτερο Κόσμο. Ωστόσο, ο υποτιθέμενος θρίαμβος της Δύσης πανηγυρίζεται επίμονα με όρους κατηγορηματικά μεταμοντέρνους, σαν να ήταν καμιά υπέρβαση των παλιών ουτοπικών και παραγωγιστικών αξιών τον μοντερνισμού, το «τέλος» της ιδεολογίας και μαζί της ιστορίας, η ονοματοκρατική δόξα του ιδιαίτερου και της Διαφοράς -είτε όλα αυτά αρθρώνονται σε αριστερή είτε σε δεξιά φρασεολογία (πράγματι, η καταγγελία κάθε διάκρισης μεταξύ δεξιάς και αριστεράς είναι συχνά το κεντρικό μοτίβο κάθε τέτοιας «μεταμοντέρνας» ρητορικής)… Πρέπει κατά κάποιον τρόπο να είναι κάτι το μεταμοντέρνο, αρχίζει κανείς να υποπτεύεται, τούτη η αναλαμπή της γλώσσας μιας παλιότερης νεωτερικότητας.

Frederic Jameson

Μοντερνισμός, νεωτερικότητα, μετανεωτερικότητα, εκσυγχρονισμός, χρόνος, αφήγηση, υποκειμενικότητα… Ποιος θα μπορούσε να ξαναφωτίσει αυτούς τους πολυσυζητημένους όρους της σύγχρονης φιλοσοφίας και της πολιτισμικής θεωρίας καλύτερα από τον Φρέντρικ Τζέιμσον, πρωτεργάτη της σχετικής προβληματικής; Όπως λέει ο διάσημος στοχαστής, η προσωρινή απουσία εναλλακτικών λύσεων απέναντι στον καπιταλισμό μπορεί να παίζει ένα ρόλο στην παγκόσμια αναβίωση του ιδεώδους της «νεωτερικότητας»· ωστόσο τα παράδοξα της έννοιας υποδεικνύουν την αληθινή ιστορία και δυναμική της στα πεδία της κοινωνίας, της πολιτικής και της τέχνης -καθώς και ορισμένα κριτήρια για να αποφύγουμε τις καταχρήσεις της.

Απόσπασμα από το βιβλίο (συνίσταται η ανάγνωση ολόκληρου του έργου):

(…)Δεν μπορεί κανείς να προτείνει τη συνολική εγκατάλειψη ενός όρου όπως η «νεωτερικότητα» χωρίς να βρεθεί στη γελοία θέση εκείνων των μανιακών που οι γνωστοί τους μας προειδοποιούν να μη χρησιμοποιούμε την προσβλητική λέξη μπροστά τους. Σε κάθε περίπτωση, εγώ πρότεινα πως η «νεωτερικότητα», όταν εφαρμόζεται αποκλειστικά στο παρελθόν, αποτελεί έναν χρήσιμο ρητορικό τρόπο για να γεννηθούν εναλλακτικές ιστορικές αφηγήσεις, παρά το ιδεολογικό φορτίο που αναγκαία εξακολουθεί να φέρει. Όσο για την οντολογία του παρόντος, είναι καλύτερο να συνηθίσει κανείς να σκέφτεται το «μοντέρνο» ως μια μονοδιάστατη έννοια (ή ψευδοέννοια), η οποία δεν έχει ούτε ιστορικότητα ούτε μελλοντικότητα. Αυτό σημαίνει πως ούτε και το «μεταμοντέρνο» υποδηλώνει κανένα μέλλον (αλλά μόνον, όταν χρησιμοποιείται ορθά, το δικό μας παρόν), ενώ το «μη μοντέρνο» αναπόφευκτα αποτραβιέται πίσω σ’ ένα δικό του δυναμικό πεδίο μέσα στο οποίο τείνει να συνδηλώνει αποκλειστικά το «προ-μοντέρνο» (και επίσης να το σημαίνει στο δικό μας παγκόσμιο παρόν). Τις ριζοσπαστικές εναλλακτικές λύσεις, τους συστημικούς μετασχηματισμούς δεν μπορεί κανείς να τους θεωρητικοποιήσει, ή έστω να τους φανταστεί, μέσα στο εννοιακό πεδίο που διέπεται από τη λέξη «μοντέρνο».(…)

Fredric R. Jameson, Μια μοναδική νεωτερικότητα: Δοκίμιο για την οντολογία του παρόντος, μετάφραση: Σπύρος Μαρκέτος, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2007,σελ. 226-227(αποσπάσματα)

G.W.F.Hegel, Το πνεύμα του χριστιανισμού και το πεπρωμένο του

Σχολιάστε

b191074

G.W.F.Hegel, Το πνεύμα του χριστιανισμού και το πεπρωμένο του, μετάφραση: Γιώργος Σαγκριώτης, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2013, ISBN: 978-960-05-1580-0.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Ο νεαρός Έγελος (G.W.F. Hegel, 1770-1831), στην περίοδο κατά την οποία κατοικεί στη Φραγκφούρτη (1797-1800), αναπτύσσει καινούργιους τρόπους σκέψης που θα φέρουν έπειτα στο φως έναν νέο τρόπο του φιλοσοφείν. Χαρακτηριστικό της περιόδου είναι ότι τότε προσφεύγει σε ένα νέο λεξιλόγιο για να περιγράψει τις δομές σκέψης που αποκαλύπτει, ενώ αργότερα θα επιλέξει, αντίστροφα, να διευρύνει τις παραδοσιακές έννοιες εμπλουτίζοντάς τες με τις δομές σκέψης που έχει ανακαλύψει. Εδώ ονομάζει «αγάπη» τη σχέση δύο αυτοσχετιζόμενων όρων που αργότερα θα θεωρήσει ότι είναι χαρακτηριστική της «έννοιας». Εδώ ονομάζει «πεπρωμένο» το γεγονός ότι η πραγματικότητα αντιδρά στη φιλοδοξία μιας μεμονωμένης όψης της να αποσπασθεί από την κοινή μοίρα, ενώ αργότερα θα εισαγάγει την ανάλυση των εννοιών βάσει της «διαδικασίας» που ενώνει τις όψεις τους.

Σκοπός της σκέψης του Έγελου στη Φραγκφούρτη είναι η απελευθέρωση της ανθρωπότητας. Αντικείμενο της κριτικής του η εβραϊκή θρησκεία και κυρίως η χριστιανική. Ο εβραϊσμός υποτάσσει τον άνθρωπο σε έναν δεδομένο νόμο, αποκόπτοντάς τον από τη φύση. Αλλά υφίσταται ως «πεπρωμένο» την αντίδραση της αποκλεισμένης πραγματικότητας. Ο χριστιανισμός έχει ως αφετηρία την προσπάθεια του ιδρυτή του να αποσυρθεί από τη σφαίρα του δούναι και λαβείν, των συμφερόντων, της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης, ώστε να γλυτώσει από μια τέτοια αντίδραση. Αλλά εν τέλει υφίσταται ένα χειρότερο ακόμη «πεπρωμένο», καθώς μετατρέπεται σε όργανο καταπίεσης και εκμετάλλευσης ο ίδιος.

Ορισμένοι θεωρούν ότι το κείμενο αυτό προτρέχει την υλιστική κριτική του άθεου Φόυερμπαχ (Ludwig Feuerbach, 1804-1872) στον χριστιανισμό, άλλοι ότι εισάγει, αντίθετα, μια υπαρξιστική πρόσληψη του χριστιανισμού όπως αυτή του πιστού Κίρκεγκωρ (Sοren Kierkegaard, 1813-1855). Είναι εντυπωσιακό βέβαια ότι δημοσιεύθηκε μόνο το 1907, οπότε κανένας από τους δύο δεν το είχε διαβάσει. Και είναι ενδιαφέρον ότι κι οι δύο θεωρούν τις απόψεις τους κατ’εξοχήν αντιεγελιανές…

Απόσπασμα από τη σελ. 145 (συνίσταται η ανάγνωση ολόκληρου του βιβλίου):

(…)Η ουσία του Ιησού, ως μια σχέση του γιού προς τον πατέρα, δεν μπορεί να συλληφθεί ἐν τῇ ἀληθείᾳ παρά μόνο με την πίστη, και εκείνο που ζητούσε ο Ιησούς από τον λαό του ήταν πίστη καθ’ εαυτήν. Η πίστη αυτή χαρακτηρίζεται από το αντικείμενο της, το θείο∙ η πίστη σε κάτι πραγματικό είναι η γνώση ενός οποιουδήποτε αντικειμένου, ενός περιορισμένου  [πράγματος]∙ και όσο ένα  αντικείμενο είναι κάτι άλλο από τον Θεό, τόσο η γνώση αυτή διαφέρει από την πίστη στο θεϊκό [στοιχείο] (…)

G.W.F.Hegel, Το πνεύμα του χριστιανισμού και το πεπρωμένο του, μετάφραση: Γιώργος Σαγκριώτης, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 2013,σελ. 145 (απόσπασμα)

Δείτε και:

Γιώργος Σαγκριώτης, Ο νεαρός Χέγκελ, ο χριστιανισμός και οι απορίες της νεωτερικότητας, (Ελευθεροτυπία, 19/11/2011)