Ο Θάνος Λίποβατς για τον αντισημιτισμό

Σχολιάστε

Ακολουθεί μικρό απόσπασμα από το μελέτημα του Θάνου Λίποβατς «Ψυχαναλυτική και πολιτισμική ανάλυση του εθνικοσοσιαλισμού και του αντισημιτισμού», που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Σύναξη, τεύχος 125/ Ιανουάριος- Μάρτιος 2013, σελ. 47-55.

t125

(…) Ωστόσο η κύρια αιτία της διαιώνισης του αντισημιτισμού στην νεωτερική εποχή είναι η κυριαρχία μιας οιονεί γνωστικής στάσης απέναντι στα πράγματα, μέσω των εκκοσμικευμένων πολιτικών θρησκειών που αποτελούν οι νεωτερικές ιδεολογίες. Η ιδεολογία της αυτονομίας δίχως τον Θεό τονίζει μεν αρχικά τη σημασία του Νόμου. Όμως συγχρόνως τον υπονομεύει μέσω της άκρατης ατομικιστικής στάσης των αυτόνομων υποκειμένων, καθώς και της κυριαρχίας της ποζιτιβιστικής επιστήμης και της τεχνολογίας, για την οποίαν «τα πάντα είναι δυνατά». Στην ύστερη νεωτερικότητα η ελευθερία του υποκειμένου υπάρχει ενάντια στον ηθικό Νόμο, ως απόλυτη, αμοραλιστική, ηδονιστική στάση. (…)

Θάνος Λίποβατς, «Ψυχαναλυτική και πολιτισμική ανάλυση του εθνικοσοσιαλισμού και του αντισημιτισμού», στο περιοδικό Σύναξη, τεύχος 125/ Ιανουάριος- Μάρτιος 2013, σελ. 47-55  (εδώ: σελ.52, απόσπασμα).

Χριστιανοί και ναζισμός

Σχολιάστε

Σύναξη: Τριμηνιαία έκδοση σπουδής στην Ορθοδοξία, τεύχος 125, Ιανουάριος-Μάρτιος 2013.

t125

Κυκλοφόρησε το νέο (αρ. 125) τεύχος του περιοδικού Σύναξη, αφιερωμένο σε ένα διάπυρο ζήτημα: την ανάδυση του Ναζισμού και τη στάση των Χριστιανών απέναντί του. Με απερίφραστη αφετηριακή θέση, ότι Ναζισμός και Ευαγγέλιο είναι μεγέθη ασύμβατα και αντιθετικά, το τεύχος προσεγγίζει διάφορες πλευρές του ζητήματος.

Με ένα ιστορικό μελέτημα εξόχως χρήσιμο για την κατανόηση του σήμερα, ο Χάινριχ Χόλτσε φωτίζει τη διάβρωση της χριστιανικής συνείδησης στη ναζιστική Γερμανία. Ο Θανάσης Ν. Παπαθανασίου εντοπίζει χρόνιες αλλοιώσεις του εκκλησιαστικού φρονήματος, οι οποίες στις μέρες μας διευκολύνουν τη διείσδυση της εθνικοσοσιαλιστικής οπτικής σε ορισμένους εκκλησιαστικούς χώρους. Στη χιτλερική περίοδο εστιάζει και ο Δημήτρης Μόσχος, για να δείξει πόσο εναργή και πόσο συγκεχυμένα, κατά περίπτωση, υπήρξαν τα αντανακλαστικά των Ορθοδόξων. Ο Θάνος Λίποβατς ερμηνεύει ψυχαναλυτικά και πολιτισμικά τον εθνικοσοσιαλισμό και τον αντισημιτισμό. Ο Βασίλης Αργυριάδης διαβάζει τη «Μαύρη Βίβλο» της «Χρυσής Αυγής». Η Ελένη Ταμαρέση παρουσιάζει τον τάφο του αγίου Αλεξάνδρου Σμορέλ και άλλων Χριστιανών αντιναζιστών Γερμανών μαρτύρων. Η φωνή, τέλος, του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη έρχεται ως πονεμένη μαρτυρία κατά του αντισημιτισμού.

 [πηγή]

***

Από το προλογικό σημείωμα του τεύχους 125:

Για τους Χριστιανούς η ιστορία προχωρά ως εκτύλιξη μιας αναμέτρησης: κάθε λεπτό –ασταμάτητα– η Ανάσταση αναμετράται με τη θανατίλα του παλιού κόσμου. Υπάρχουν, ωστόσο, και στιγμές με μια ένταση ξεχωριστή ένταση, με μια κρισιμότητα αποκαλυπτική: Είναι οι στιγμές στις οποίες εγείρεται με ορμή ένα αντι-ευαγγέλιο και ο άνθρωπος καλείται να διακρίνει μεταξύ αυτού του αντι-ευαγγελίου και του ευαγγελίου του Χριστού, και να ξεκαθαρίσει με ποιο συντάσσεται, ποιο αποτάσσεται.

Ο Ναζισμός, μόρφωμα του 20ού αιώνα και ήδη παρών στον 21ο, εδράζεται στην αρχαία αποστασία. Στην αυτοθέωση μέσω της ισχύος, στην απόρριψη της «εξ ενός αίματος» συγγένειας πάντων των ανθρώπων, στην εξολόθρευση του αδύναμου ως ελαττωματικού. Αυτή η πίστη, που συμποσούται στην ανακήρυξη της γενέθλιας γης και του φυλετικού αίματος σε πηγές του νοήματος, αποτελεί αντίποδα του εκκλησιαστικού γεγονότος. Η χριστιανική συνείδηση οφείλει να είναι σαφής. Και ακριβώς γι’ αυτό προκύπτει θεόρατο πρόβλημα όταν, ευθέως ή εμμέσως, με θράσος ή με κρυφτούλι λέξεων, συνειδήσεις Χριστιανών συντάσσονται με αυτό(ν) που εκ της ταυτότητός τους αποτάσσονται.

Ενδεικτικό αυτής της αποκαλυπτικής έντασης είναι ο τρόπος με τον οποίον αντιμετώπισε το ανίερο αγκάλιασμα εθνικισμού και εκκλησίας ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, δέκα χρόνια πριν την άνοδο του Χίτλερ στην καγκελαρία. Τα σχετικά αποσπάσματα έχουν αναδημοσιευτεί πολλάκις. Η συγκυρία, όμως, στην οποία βρίσκεται η χώρα μας σήμερα, μας ικανώνει να προσέξουμε ιδιαίτερα τους σκληρούς και ατόφια θεολογικούς χαρακτηρισμούς τους, με τους οποίους δείχνει ότι το ζήτημα δεν αφορά ένα σφάλμα παραπάνω, ένα σφάλμα παρακάτω, αλλά καθαυτή την παραμονή των εκκλησιαστικών ανθρώπων στην αλήθεια του Χριστού ή την έξοδό τους από αυτήν.

«Αποτελεί βλασφημίαν, ασυγχώρητον βλασφημίαν εναντίον του Χριστού και του Αγίου Πνεύματος, το να κάμωμεν την Εκκλησίαν ένα εθνικόν ίδρυμα […]. Ο σκοπός της είναι υπερεθνικός, οικουμενικός, πανανθρώπινος: να ενώση εν τω Χριστώ όλους τους ανθρώπους, όλους άνευ εξαιρέσεως εθνικότητος ή φυλής ή κοινωνικού στρώματος. “Ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην […]”».

«Είναι πλέον καιρός, είναι η δωδεκάτη ώρα, να παύσουν οι εκκλησιαστικοί μας αντιπρόσωποι να είναι αποκλειστικά δούλοι του εθνικισμού, και να γίνουν αρχιερείς και ιερείς της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Η από τον Χριστόν δοσμένη και από τους Αγίους Πατέρας πραγματοποιημένη αποστολή της Εκκλησίας είναι: να φυτεύεται και να καλλιεργήται μέσα εις την ψυχήν του λαού μας η αίσθησις και η επίγνωσις ότι κάθε μέλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι πρόσωπον καθολικόν, πρόσωπον αιώνιον και θεανθρώπινον· ότι είναι του Χριστού και δια τούτο αδελφός όλων των ανθρώπων και διάκονος όλων των ανθρώπων και των κτισμάτων. Αυτός είναι ο από Χριστού δεδομένος σκοπός της Εκκλησίας· κάθε άλλος σκοπός δεν είναι από τον Χριστόν αλλ’ από τον αντίχριστον».[1]

Ο π. Ιουστίνος δεν περιμένει να βρει τον αριθμό 666 πάνω στον εθνικισμό, για να τον χαρακτηρίσει προϊόν του αντιχρίστου! Και ποιος χαρακτηρισμός θα μπορούσε να είναι πιο εύστοχος από το «αντί-χριστος» για να σημάνει με διαύγεια την παντελή διαστροφή της εκκλησιαστικής συνείδησης, την οποία μάλιστα ο Πόποβιτς τολμηρά εξισώνει με το μοναδικό ασυγχώρητο –κατά το ευαγγέλιο- αμάρτημα, δηλαδή τη βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος; Ούτε και γιατρεύει πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν το να βρίσκεται κάποιος στον επισκοπικό θρόνο. Αυτομάτως συμβαίνουν όλα τα πράγματα στη μαγεία, αλλά ουδέν στην Εκκλησία. Ο οιοσδήποτε χειροτονημένος, λοιπόν, που κομπάζει ότι είναι προεστώς του ευχαριστιακού δείπνου και ταυτοχρόνως επαινεί τον εθνικισμό ως πατριωτισμό, δεν είναι και αληθώς επίσκοπος της Εκκλησίας του Χριστού! Καλείται να μετανοήσει, ώστε να δυνηθεί έτσι να γίνει αληθινά ιερωμένος της! Επί πλέον, στο ευαγγέλιο η «ενδεκάτη ώρα» σημαίνει αυτό που σήμερα λέμε «στο παρά πέντε», σημαίνει δηλαδή την έσχατη ευκαιρία του ανθρώπου για να ανταποκριθεί στο χρέος του. «Δωδέκατη ώρα» είναι η επόμενη στιγμή, η στιγμή της Κρίσης. Ο Πόποβιτς, λοιπόν, θεωρεί ότι με την κρισιμότητα του ζητήματος αυτού βρισκόμαστε στη δωδεκάτη ώρα! Με αυτήν, άλλωστε, την αίσθηση η Σύναξη έχει δημόσια ζητήσει από τον Νοέμβριο του περασμένου έτους την καταδίκη του ναζισμού, σε κάθε του εκδοχή και μεταμφίεση (τ. 124 / 2012, σ. 82) […].

Στις σελίδες […] που ακολουθούν προσεγγίζονται παράμετροι του ζητήματος, όπως αυτό ορθώνεται μπροστά μας σήμερα. Από τη μια αναζητούνται οι χρόνιες αλλοιώσεις του εκκλησιαστικού φρονήματος, οι οποίες ευθύνονται για τη σημερινή απήχηση του εθνικοσοσιαλιστικού πνεύματος σε εκκλησιαστικούς χώρους, και από την άλλη φωτίζεται η ιστορία, για να διδάξει πότε και πώς τα αντανακλαστικά των Χριστιανών ίστανται εναργή ή βουλιάζουν μέσα στη σύγχυση και την εθελοδουλία. Με βαθειά την πεποίθηση ότι κάθε ολοκληρωτισμός είναι απανθρωπία, τα κείμενα του τεύχος πασχίζουν να είναι ταυτόχρονα μαρτυρία και σπουδή, ώστε να συνδράμουν ουσιαστικά την ορθοστασία όσων δεν είναι πρόθυμοι να κλίνουν γόνυ στα είδωλα των ταγμάτων εφόδου.

«Η Ορθόδοξη Εκκλησία, πιστή στο Αρχέτυπό της [την Αγία Τριάδα], καλείται […] να κηρύττη με θάρρος μέσα στον ενθουσιασμό και του πιο δίκαιου πολέμου την αγάπη, την κατανόηση, την Ειρήνη, αλλά και μέσα στο πιο στυγνό δικτατορικό καθεστώς το απαραβίαστο των δικαιωμάτων του ανθρώπου, την ιερότητα του ανθρωπίνου προσώπου, την Ελευθερία. Το αν δε μιά Εκκλησία κρύττει παντού και πάντοτε, ανεξάρτητα από τις ιστορικές συνθήκες στις οποίες βρίσκεται, το ιδανικό αυτό και στις δυό του πτυχές, αποτελεί κριτήριο της ορθοδοξίας της…»[2].

 

Θ.Ν.Π.

 


[1] Αρχιμ. Ιουστίνου Πάποβιτς, Άνθρωπος και Θεάνθρωπος. Μελετήματα Ορθοδόξου θεολογίας (μτφρ. ιερομ. Αθανασίου Γιέβτιτς), εκδ. Αστήρ, Αθήναι 1974, σσ. 55-56.

[2] Παναγιώτης Νέλλας, «Τρεις βιβλικές προϋποθέσεις στο πρόβλημα Ορθοδοξία και Πολιτική», Μαρτυρία Ορθοδοξίας 1971, εκδ. Εστίας, σ. 179.

[πηγή]

***

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ του τεύχους 125 της Σύναξης

ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ 

ΧΑΪΝΡΙΧ ΧΟΛΤΣΕ, Προσεγγίζοντας ἕνα δύσκολο παρελθόν

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Σημεῖα ἐθνικοσοσιαλισμοῦ στὴν ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία;

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Ν. ΜΟΣΧΟΣ, Ὄψεις ἀντιπαράθεσης Ὀρθοδοξίας καὶ γερμανικοῦ ναζισμοῦ κατὰ τὴν περίοδο τοῦ μεσοπολέμου

ΘΑΝΟΣ ΛΙΠΟΒΑΤΣ, Ψυχαναλυτικὴ καὶ πολιτισμικὴ ἀνάλυση τοῦ ἐθνικοσοσιαλισμοῦ καὶ τοῦ ἀντισημιτισμοῦ

ΕΛΕΝΗ ΤΑΜΑΡΕΣΗ-ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Μνήματα μαρτύρων

ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΡΓΥΡΙΑΔΗΣ, Τέσσερις πλάνες κι ἕνα βιβλίο

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ, Ὁ ἀντίκτυπος τοῦ νοῦ

ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΕΣΠΟΤΗΣ, Παῦλος: Βίος καὶ Θεολογία

ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ, Μνήμη Γιώργου Τσανανᾶ

Διάλογος μὲ τοὺς ἀναγνῶστες

Το Βιβλίο

[πηγή]

Ξαναδιαβάζοντας το «Δοκίμιο για τη Γνώση και τον Γνωστικισμό» του Θ.Λίποβατς

1 σχόλιο

Θάνος Λίποβατς , Δοκίμιο για τη γνώση και τον γνωστικισμό, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2006, ISBN 960-435-110-9.

Ημερολόγιο ανάγνωσης (26-28 Μαρτίου 2012)

Ι

«Ο Λακάν συμφωνεί ως προς αυτό με τον Παύλο…»

(…) Ο Λακάν συμφωνεί ως προς αυτό με τον Παύλο ότι δεν υπάρχει μια απλή δικαίωση δια των έργων: κανείς δεν δικαιώνεται μόνον μέσα από την εκπλήρωση του χρέους απέναντι στον Νόμο, αλλά πρέπει να υπάρξει μετάνοια εκ μέρους του υποκειμένου, ο προσανατολισμός άνευ όρων προς τον λόγο του απόλυτου Άλλου -μόνον τότε μπορούν  να αποκτήσουν οι πράξεις του ένα νόημα(…).

Θάνος Λίποβατς, Δοκίμιο για τη γνώση και τον γνωστικισμό, εκδόσεις Πόλις,  Αθήνα 2006, σελ. 72-73.

ΙΙ

«Το μίσος ενάντια στον Άλλο είναι αυτό που κυριαρχεί στη Γνώση»

(…) Το μίσος ενάντια στον Άλλο είναι αυτό που κυριαρχεί στη Γνώση: είναι το μίσος και η μνησικακία ενάντια στο Θεό που έφτιαξε «ατελή» τον κόσμο. Έτσι ο άνθρωπος απορρίπτει κάθε δική του ευθύνη για τα εγκόσμια και δεν βλέπει ότι η «ατέλεια» του κόσμου, η έλλειψη, είναι η προϋπόθεση για να πραγματοποιήσει δημιουργικά την ελευθερία του, επωμιζόμενος τις ευθύνες και το χρέος του απέναντι στον Άλλο: τον Θεό και τον άλλον άνθρωπο, όλους τους άλλους ανθρώπους.

Θάνος Λίποβατς, Δοκίμιο για τη γνώση και τον γνωστικισμό, εκδόσεις Πόλις,  Αθήνα 2006, σελ.76.

ΙΙΙ

Η φονταμενταλιστική αθεΐα και η σύμπλευση (νεο)γνωστικών και παγανιστών

(…)όσο πιο φανατικά επιτίθενται οι αθεϊστές ενάντια στις μονοθεϊστικές θρησκείες, τόσο πιο πολύ ενισχύουν τους φονταμενταλιστικούς μονοθεϊστές, αλλά και ευνοούν την αναβίωση της Γνώσης και του παγανισμού(…).

Θάνος Λίποβατς, Δοκίμιο για τη γνώση και τον γνωστικισμό, εκδόσεις Πόλις,  Αθήνα 2006, σελ. 81.

Δείτε και:

Θάνος Λίποβατς, Δοκίμιο για τη Γνώση και τον Γνωστικισμό

Μόλις κυκλοφόρησε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο: Θάνος Λίποβατς,Η απατηλή σαγήνη και η διαβρωτική βία του κακού

1 σχόλιο

Θάνος Λίποβατς, Η απατηλή σαγήνη και η διαβρωτική βία του κακού, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2012, ISBN:978-960-435-340-8.

Μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις το νέο, εξαιρετικά ενδιαφέρον  βιβλίο του Θάνου Λίποβατς. Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου διαβάζουμε:

Ο Λόγος περί του κακού αποτελεί, για έναν συγγραφέα, μια πρόκληση και ένα στοίχημα. Προσπάθησα να εντοπίσω τα σημεία εκείνα που καθιστούν το κακό αντικείμενο της απώθησης, της απάρνησης ή της απόρριψης, και τα οποία το δικαιολογούν, το ωραιοποιούν και το λατρεύουν. Το κακό είναι αυτό που αποτελεί σε όλους μας το πιο οικείο αλλά και το πιο ανοίκειο κομμάτι του εαυτού μας.

Το Πρώτο Μέρος αναφέρεται στη φιλοσοφική και θεολογική προσέγγιση του κακού από την Ύστερη Αρχαιότητα μέχρι τον Ύστερο Μεσαίωνα.

Το Δεύτερο Μέρος επικεντρώνεται στο κορύφωμα της νεωτερικής κλασικής φιλοσοφίας, στον γερμανικό ιδεαλισμό και στην υπέρβασή του. Παρουσιάζονται τρία κλασικά κείμενα αναφορικά με το κακό: του Kant, του Schelling και του Kierkegaard, σε κριτικό διάλογο με τη σκέψη του Hegel.

Το Τρίτο Μέρος εντοπίζεται στη θέση της ψυχανάλυσης αναφορικά με το κακό στην ύστερη νεωτερικότητα. Ο Freud μετέθεσε το κέντρο βάρους της συζήτησης στις έννοιες του Ασυνείδητου, των Ορμών και των Φαντασιώσεων. Ο Lacan, από την άλλη, ανέδειξε παραπέρα τη σημασία της Γλώσσας, του Άλλου, της Έλλειψης, της Επιθυμίας και του Πράγματος.

Το Τέταρτο Μέρος επιχειρεί τη σύνθεση των τεσσάρων Λόγων (Discours) οι οποίοι «συν-θέτουν» το κείμενο. Αποτελεί τη μορφή μιας «Com-position», όπως αυτή της μουσικής φούγκας με τέσσερις φωνές. Οι επαναλήψεις είναι θεμελιακό στοιχείο και τελούνται συνειδητά. Οι τέσσερις Λόγοι είναι: η θεολογία, η πολιτική φιλοσοφία, η φιλοσοφία της ύπαρξης, η ψυχανάλυση. Η σύνθεση επικεντρώνεται στη σχέση ανάμεσα στα συναισθήματα, ιδιαίτερα το Άγχος, την Επιθυμία, τη Θέληση και την Αγάπη.

Το Πέμπτο Μέρος αναφέρεται στην ανανέωση της θεολογίας του 20ού αιώνα και στον διάλογο ανάμεσα στην καθολική και την προτεσταντική θεολογία.

Το Έκτο Μέρος εντοπίζεται στο κακό μέσα στο πλαίσιο του Πολιτικού στον 20ό αιώνα. Το ανοίκειο χαρακτήρισε εδώ το Πολιτικό πρώτα με το Άουσβιτς και τα γκουλάγκ, αλλά η διάλυση των αξιών και των ταυτοτήτων που τα συνόδευσε υπάρχει και σήμερα με άλλο τρόπο, και συγκαλύπτεται από τις αυταπάτες της προόδου του πολιτισμού.

Παραθέτουμε ένα μικρό απόσπασμα απ’ το βιβλίο:

(…) [σελ. 396] Η αγάπη δεν δωρίζει απλώς κάτι στον Άλλο, αλλά τον ίδιο του τον εαυτό. Ο αγαπών, όμως, είναι ευάλωτος: αγάπη και πάσχειν πηγαίνουν μαζί. Η αμφιροπία εδώ έγκειται στο ότι ο Θεός εγκαταλείπεται ενεργά στο άγγιγμα του Άλλου. Ο Σταυρός, έτσι, είναι το σύμβολο της εσχατολογικής δοξολογίας. Η αιώνια ενδοθεϊκή διαφορά Πατέρας-Υιός αποτελεί την υπερβατολογική θεολογική προϋπόθεση της δυνατότητας αυτοεξωτερίκευσης του Θεού στην Ενσάρκωση και στη Σταύρωση.

Θάνος Λίποβατς, Η απατηλή σαγήνη και η διαβρωτική βία του κακού, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2012, σελ. 396.

Το νέο πόνημα του Θάνου Λίποβατς αξίζει την προσοχή μας. Μην το χάσετε!

Θάνος Λίποβατς, Δοκίμιο για τη Γνώση και τον Γνωστικισμό

1 σχόλιο

Θάνος Λίποβατς , Δοκίμιο για τη γνώση και τον γνωστικισμό, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2006, ISBN 960-435-110-9.

Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου διαβάζουμε:

Η μυστική Γνώση, μέσω της αντίθεσης τόσο με τη μονοθεϊστική Πίστη, όσο και με τον ορθό Λόγο, γίνεται αισθητή όταν το υποκείμενο θέτει με επιμονή το ερώτημα του νοήματος της πεπερασμένης ύπαρξης και του κακού στον κόσμο. Τότε το υποκείμενο μπορεί, με την προσπάθεια αντιμετώπισης της υπαρξιακής έλλειψης, να έρθει σε επαφή με τον ορθό Λόγο, τον ηθικό Νόμο και την ιστορικότητα.

Η Γνώση, από την ύστερη αρχαιότητα μέχρι σήμερα, οδηγεί -αντίθετα- στην απάρνηση της πάντοτε ελλειμματικής πραγματικότητας και στη μυστικιστική φυγή από αυτήν. Αποτέλεσε και αποτελεί, δε, μια απάντηση στο σύμπτωμα της «δυσφορίας μέσα στον πολιτισμό», όπως αυτό εκφράζεται με τον «θάνατο του Θεού» και τον «θάνατο του ανθρώπου».

Απαντώντας στο ερώτημα πώς βιώνουν τα υποκείμενα τη σχέση τους με τον εαυτό τους και με τον Άλλο, εμφανίζεται το ηθικό αίτημα, με τις απορίες και τα παράδοξα που παρουσιάζει. Ως συνέχεια αυτού, τίθεται το αίτημα της ορθής πολιτικής πράξης στην υστερονεωτερική εποχή. Θεωρίες της συνωμοσίας, αποκρυφισμός, αποκαλυπτική τρομοκρατία, ρατσισμός, αντισημιτισμός και μηδενισμός φέρουν πάντα ίχνη της Γνώσης.

Παραθέτουμε ένα μικρό απόσπασμα από τις σελ. 38 και 39 του βιβλίου (οι υπογραμμίσεις  είναι του συγγραφέα):

(…) Η αποκαλυπτική πόλωση χωρίζει όλον τον κόσμο ανάμεσα στο καλό και στο κακό, όπου το «κακό» κυριαρχεί στον κόσμο και την ψυχή του ανθρώπου. Όταν αυτή η απαισιόδοξη, καταθλιπτική στάση περάσει στην πράξη τότε έχει ολέθριες συνέπειες. Κι αυτό, γιατί δεν βλέπει τον σύνθετο, μερικώς αναποφάσιστο και διφορούμενο χαρακτήρα των ανθρωπίνων πραγμάτων, που απαιτούν την ορθή κρίση και καλή θέληση για τη (μερική πάντα) λύση των προβλημάτων και συγκρούσεων που αναπόφευκτα προκύπτουν, εξαιτίας της περατότητας του ανθρώπου. Σε αυτήν τη σκέψη λείπει η διαφοροποίηση και η διαμεσολάβηση ως μέσον αντιμετώπισης των αντιφάσεων και αντιθέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους. Η αποκαλυπτική στάση ήταν και είναι η μήτρα όλων των εξτρεμιστών στην ιστορία.(…)

(…) Η αποκαλυπτική στάση διαφέρει ουσιωδώς από την προφητική εσχατολογία, η οποία είναι γνήσιο στοιχείο του ιουδαϊσμού και του χριστιανισμού. Οι χριστιανοί πρέπει να αγωνίζονται όχι για την «ψυχή» τους και για την «εσωτερική γνώση», αλλά για μια πιο δίκαιη κοινωνία, καθώς και για την αναγνώριση της αλήθειας του αδιαλείπτως διχασμένου εαυτού τους. Να αγωνίζονται όχι όμως με βίαια μέσα και να μην θεωρούν ότι από μόνοι τους, ως πάντοτε ατελείς άνθρωποι, θα επιφέρουν την «τέλεια κοινωνία».(…)

Θάνος Λίποβατς, Δοκίμιο για τη Γνώση και το Γνωστικισμό, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2006, σελ. 38-39.