Πιὲρ Μπεττενκούρ, Τὰ πλοῖα βγῆκαν σεργιάνι, μετάφραση: Ἐ.Χ.Γονατᾶς, ἐκδόσεις Στιγμή, Ἀθήνα 2001.

Δὲν ἔχω ἀκόμα παραλύσει ὁλότελα∙ μὲ βοηθᾶνε δυὸ νοσοκόμες, καὶ μπορῶ νὰ στέκομαι ὄρθιος καὶ ν’ ἀνοίγω τὸ στόμα μου∙ μιὰ λέξη θὰ βγεῖ. Δὲ βγαίνει, δὲ βγῆκε σήμερα, ὅμως αὔριο ἴσως,αὔριο ἀσφαλῶς. Θὰ πῶ ὅλα ὅσα ἔχω νὰ πῶ, ὅλα ὅσα φύλαγα τόσον καιρὸ στὴν καρδιά μου. Θὰ πῶ…, ὄχι τίποτα δὲν θὰ πῶ∙ θὰ πεθάνω χωρὶς να’ χω πεῖ τίποτα. Ἀλλὰ πάνω στὸν τάφο μου θὰ γράψουν μὲ μικροσκοπικὰ κεφαλαῖα γράμματα:

NIHIL OBSTAT.

db5a68c4-3c58-41d8-b422-e1495459aa16

Πιὲρ Μπεττενκούρ, Τὰ πλοῖα βγῆκαν σεργιάνι, μετάφραση:Ἐ.Χ.Γονατᾶς, ἐκδόσεις Στιγμή, Ἀθήνα 2001, σελ.24.