Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, Μητέρα Θεσσαλονίκη

Σχολιάστε

Νίκος Γαβριήλ ΠεντζίκηςΜητέρα Θεσσαλονίκη, ἐκδόσεις Κέδρος, 7η ἔκδοση, Ἀθήνα 2008, ISBN: 978-960-04-3004-2.

Ι

(…) Πόσον ἀγώνα  πρέπει νὰ σηκώσει ὁ καθεὶς προκειμένου  νὰ ξεπεράσει τὴν ἐπὶ τῶν φαινομένων δόκηση; Γνωρίζουμε τὴν προσφορὰ τῆς δοκιμασίας, τὸ εἰλικρινὲς καὶ ἀήττητο νόημα ποὺ κρύβεται μέσα στὸ σχῆμα τοῦ ἀνθρώπου. (…)

Νίκος Γαβριήλ ΠεντζίκηςΜητέρα Θεσσαλονίκη, ἐκδόσεις Κέδρος, 7η ἔκδοση, Ἀθήνα 2008, σελ. 40 (ἀπόσπασμα)

***

ΙΙ

(…) Ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀποτελεῖται ἀπὸ τὸ ἄτομο, ἀλλὰ ἀπ’ ὅλους μαζὶ κατὰ συνέχεια διαδοχῆς. Ἄλλοι ἔρχονται καὶ βρίσκουν τὴ μνήμη μας κι ἀπ’ ἄλλους πρὶν τὴ βρήκαμε ἔμεῖς. Τὸ ἄτομο εἶναι ἔνα δοχεῖο, ποὺ δοκιμάζεται στὴν πλατύτερη ὕπαρξη ποὺ μᾶς περιέχει καὶ διαρκεῖ. (…)

Νίκος Γαβριήλ ΠεντζίκηςΜητέρα Θεσσαλονίκη, ἐκδόσεις Κέδρος, 7η ἔκδοση, Ἀθήνα 2008, σελ. 52 (ἀπόσπασμα)

Ν. Γ. Πεντζίκης, Μητέρα Θεσσαλονίκη, ζ’ έκδοση, εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 2008. Απόσπασμα από τη σελίδα 131 του βιβλίου.

***

ΙΙΙ

(…) Ἡ ὀμορφιὰ τοῦ πραγματικοῦ, μονάχα σὲ ὅσους τὸ ὑπομένουν ἀποκαλύπτεται. Ὀμορφιὰ δὲν εἶναι ὁ ἔρωτας τοῦ προικισμένου προσώπου· εἶναι ἡ ἐγκαρτέρηση δίπλα, κοντὰ σ’ αὐτὸ ποὺ δὲν εἶσαι. (…)

Νίκος Γαβριήλ ΠεντζίκηςΜητέρα Θεσσαλονίκη, ἐκδόσεις Κέδρος, 7η ἔκδοση, Ἀθήνα 2008, σελ. 131 (ἀπόσπασμα)

Ν. Γ. Πεντζίκης, Μητέρα Θεσσαλονίκη, ζ’ έκδοση, εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 2008. Απόσπασμα από τη σελίδα 75 του βιβλίου.

***

IV

(…)Εἶχε ἀγαπήσει πολὺ τὸ Τολέδο, μὲ τὴν παράξενη του ὀμορφιά. Ἀλλὰ μήπως δὲν ἐμπνέει ἀνάλογα αἰσθήματα ἔρωτος ἡ Θεσσαλονίκη σὲ ὅσους τὴν προσέχουν καὶ τὴν ἀναγνωρίζουν; Μήπως δίχως νὰ ξέρει γιατί καὶ μὲ ποιὸ θέλγητρο τὸν συγκρατεῖ, δὲν αἰσθάνεται κανεὶς ὅτι τοῦ εἶναι δύσκολο νὰ ἀποχωριστεῖ εὔκολα, αὐτὴν ποὺ προσφυῶς χαρακτηρίσθηκε “φτωχομάνα”; (…)

Νίκος Γαβριήλ ΠεντζίκηςΜητέρα Θεσσαλονίκη, ἐκδόσεις Κέδρος, 7η ἔκδοση, Ἀθήνα 2008, σελ. 75 (ἀπόσπασμα)

Νικόλας Κάλας, [Ποίηση και Ιστορία]

1 σχόλιο

Νικόλας Κάλας, Υπερρεαλισμός και η δημιουργία της ιστορίας, μετάφραση: Ανδρέας Παππάς, εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 2016, ISBN: 978-960-505-248-5.

 

Αν η Ιστορία στις κορυφαίες στιγμές της είναι η πιο ποιητική απ’ όλες τις επιστήμες, η Ποίηση στις πιο βαθιές στιγμές της είναι η πιο απόκρυφη απ’ όλες τις ιστορίες.

 

Νικόλας Κάλας, Υπερρεαλισμός και η δημιουργία της ιστορίας, μετάφραση: Ανδρέας Παππάς, εκδόσεις Άγρα, Αθήνα 2016, σελ. 38.

Χρήστος Γιανναράς, [Περί σχέσης]

Σχολιάστε

Χρήστος Γιανναράς, Για το «νόημα» της πολιτικής, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 2019, ISBN: 978-960-572-283-8.

(…) Η σχέση έχει απεριόριστη γνωστική δυναμική, συνεχώς συντελούμενη και ουδέποτε περατούμενη, ενεργά κατορθούμενη και ουδέποτε εξαντλούμενη. (…)

Χρήστος Γιανναράς, Για το «νόημα» της πολιτικής, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 2019, σελ. 67.

***

(…)Σχέση είναι εκείνη η γνωστική πρόσβαση στην πραγματικότητα, που πραγματώνεται ως ελευθερία από κάθε αναγκαιότητα, επομένως από κάθε σκοπιμότητα. (…)

Χρήστος  Γιανναράς, ό. π., σελ. 74

ΘΕΣΕΙΣ, ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΣΕΙΣ: ΣΚΕΨΕΙΣ ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ Θ. Ι. ΡΗΓΙΝΙΩΤΗ «ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΚΕΠΤΟΜΕΝΟ ΑΘΕΟ»

Σχολιάστε

 

Του Γ. Μ. Βαρδαβά

Θεολόγου 3ου ΓΕΛ Ηρακλείου

 

[Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Χανιώτικα Νέα»αρ. φ. 15808/13-7-2019, σελ. 42]

Θ. Ι. Ρηγινιώτης, Επιστολή προς τον σκεπτόμενο άθεο: Δοκίμιο πνευματικής και κοινωνικής αναζήτησης, εκδόσεις Λεξίτυπον, Αθήνα 2019, σσ. 250, ISBN: 978-960-597-204-2.

Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Λεξίτυπον» το νέο πόνημα του γνωστού θεολόγου εκ Ρεθύμνης Θ. Ι. Ρηγινιώτη με τίτλο: «Επιστολή προς τον σκεπτόμενο άθεο». Η προβληματική που απασχόλησε το συγγραφέα στο μυθιστόρημα του Εναντίον του Θεού (εκδόσεις Όμορφος Κόσμος, Ρέθυμνο 2006, βλ. σχετικό σημείωμα μας για το βιβλίο στην εφημερίδα «Πατρίς», αρ. φ. 17991/20-12-2006, σελ. 16) εδώ επεκτείνεται και διευρύνεται σε μια εξαντλητική διαπραγμάτευση. Στόχος του συγγραφέα είναι να πραγματώσει έναν οιονεί διάλογο με τον «σκεπτόμενο άθεο» της εποχής μας. Ο παραπάνω όρος δεν χρησιμοποιείται τυχαία από το συγγραφέα, δοθέντος του γεγονότος, ότι υπάρχουν άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως «άθεοι» αλλά εμφορούνται από τέτοιο βαθμό φανατισμού και καχυποψίας που καθιστούν απαγορευτική κάθε καλοπροαίρετη απόπειρα διαλόγου. Τα άτομα αυτά εμμένοντας με δογματισμό στις αθεϊστικές τους βεβαιότητες ουσιαστικά εγκλωβίζονται στην «απόλυτη αλήθεια» της «πίστης» τους στην ανυπαρξία του Θεού. Το οντολογικό ερώτημα, ωστόσο, είναι διαχρονικό και δεν προσφέρεται για επιδερμικές προσεγγίσεις ή ιδεολογικοποιημένες απολυτοποιήσεις του τύπου «άσπρο-μαύρο». Πέραν τούτου, σαφώς υπάρχουν και καλοπροαίρετοι άνθρωποι που μπορεί να δηλώνουν άθεοι, άθρησκοι, άπιστοι, αγνωστικιστές, σχετικιστές, σκεπτικιστές κ.α.π. (δικαίωμα τους βεβαίως, ελεύθεροι άνθρωποι είμαστε, δεν είναι εδώ Ιράν, όπως διατείνονται ορισμένοι) αλλά είναι ανοικτοί έμπρακτα στο διάλογο και τη γόνιμη ανταλλαγή επιχειρημάτων και απόψεων. Οι συγκεκριμένοι έχουν μια αρετή: έχουν μάθει να ακούνε και να σέβονται τη γνώμη του άλλου, ακόμα κι αν διαφωνούν· είναι με άλλα λόγια απροκατάληπτοι,γεγονός καθόλου αυτονόητο στους χαλεπούς καιρούς μας. Για να μην παρεξηγηθούμε, οι ανωτέρω παρατηρήσεις ισχύουν ενίοτε και για όσους δηλώνουν «ένθεοι», «πιστοί» κ.α.π., που δεν έχουν διάθεση να ακούσουν την αντίθετη άποψη αλλά θωρακίζονται πίσω από τις «βεβαιότητες» τους. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι εν λόγω έχουν κατασκευάσει έναν χριστιανισμό «κατ’ εικόνα και ομοίωσιν» τους, έναν χριστιανισμό φονταμενταλιστικό και παραδοσιαρχικό, που δεν έχει καμιά σχέση με τον αυθεντικό χριστιανισμό.

Ο συγγραφέας προσπάθησε με τρόπο τω όντι εξαντλητικό να παρουσιάσει στα δοκίμια του την αυθεντική ορθοδοξία (αποστασιοποιούμενος επιτυχημένα από τις πολυποίκιλλες παραφθορές της), δίδοντας τη ζωντανή μαρτυρία της στους ρευστούς μετανεωτερικούς καιρούς μας. Είναι νομίζουμε γνωστό ότι λάθος εικόνα περί ορθοδοξίας έχουν διαμορφώσει τόσο οι «ένθεοι», όσο και οι «άθεοι». Οι πρώτοι εμμένουν σε μια παραδοσιαρχία που εκβάλλει στη λογική των αλήστου μνήμης θρησκευτικών οργανώσεων ή σε έναν πιετισμό προτεσταντικού τύπου ή σε έναν υφέρποντα φονταμενταλισμό που εγγίζει τα όρια του παλαιοημερολογητισμού. Φαίνεται, ωστόσο, να απουσιάζει η μέση οδός αφού από την άλλη πλευρά υπάρχει η λεγόμενη «εκσυγχρονιστική» μερίδα που εμμένει σε μια ελιτίστικη πρόσληψη της θεολογίας, καθιστώντας την τελευταία «θεολογία του σαλονιού», μια θεολογία για λίγους και εκλεκτούς θεολογίζοντες, στα όρια της σέκτας, μη έχουσα σχέση με τα προβλήματα, τα βάσανα, τις ανάγκες και τις πνευματικές ανησυχίες του λαού μας. «Αλλά ταύτα περιττά», καθότι γνωστά για να θυμηθώ την εισαγωγή του βιβλίου (σελ. 11). Από την άλλη πλευρά, η μερίδα των «αθέων» προσλαμβάνει στη συντριπτική της πλειοψηφία το χριστιανισμό με τους όρους της δυτικής σκέψης και διανόησης αγνοώντας το κοσμοσυστημικό ελληνικό παράδειγμα: αγνοούν πεισματικά και με ιδεολογική προκατάληψη το γεγονός ότι στον ελληνικό χώρο ποτέ δεν βιώσαμε φεουδαρχία, ιερά εξέταση, θρησκευτικούς πολέμους κ.α.π. αλλά αντιθέτως κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας άκμασαν οι ελληνικές κοινότητες, τα λεγόμενα κοινά, που όπως επαρκώς έχει αποδείξει ο καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης ήταν αυτοδιοίκητες, ήταν «κοινωνίες εν ελευθερία». Όλα αυτά αγνοούνται παντελώς και υιοθετούνται μεταπρατικά τα δυτικά ιδεολογήματα (E. Hobsbawm, B. Anderson, J. P.Fallmerayer κλπ)

Ο συγγραφέας δεν αγνοεί ότι ζούμε σε καιρούς μεταχριστιανικούς (βλ. σελ. 11) αλλά εκείνο που θέλει να μεταδώσει στον αναγνώστη είναι η αυθεντική ορθοδοξία, η πνευματική κληρονομιά της καθ’ ημάς Ανατολής, η παρακαταθήκη της νηπτικής και ασκητικής θεολογίας των αγίων, των οσίων και όλων όσοι διέβησαν τη χαρισματική οδό μέσω των τριών σταδίων (κάθαρση, φωτισμός, θέωση, βλ. μεταξύ πολλών, σελ. 221 κ.ε.), που όμως δεν πρέπει να απολυτοποιούνται, ούτε να ιδεολογικοποιούνται.

Eνθυμούμενος τις πολυποίκιλλες παραφθορές του χριστιανισμού ο συγγραφέας παραθέτει τα παρακάτω σοφά λόγια του π. Ι. Ρωμανίδη στο οπισθόφυλλο του βιβλίου: «Αν η Ορθοδοξία ήταν αυτή που διδάσκουν τα νεοελληνικά εγχειρίδια, εγώ σήμερα θα ήμουν άθεος».Αξίζει στο σημείο αυτό να θυμηθούμε τις καίριες επισημάνσεις του Χρήστου Γιανναρά: «Ἄν ὁ Θεὸς ὁριζόταν μὲ τοὺς κανόνες τῆς συλλογιστικῆς τῶν Σχολαστικῶν, μὲ τὶς ἐπιταγὲς ἀναγκαιότητας τοῦ νευτώνειου κοσμοειδώλου, μὲ τὶς κανονιστικὲς ἀπαιτήσεις ἤ ἠθικὲς σκοπιμότητες τῶν Διαφωτιστῶν, θὰ ἦταν «θεὸς» ὑποδεέστερος καὶ τῆς ἔκπληξης τοῦ ὑποατομικοῦ πεδίου. Τὸ συμπαντικὸ θαῦμα καὶ δράμα τῆς ἐλευθερίας μεταγραμμένο σὲ ψευδαισθήσεις εἰδωλοποιημένης αὐτάρκειας. Κι ὁ ἔρωτας κενὸ στολισμένο αἰσθήματα». (Χρ. Γιανναρά, Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων, εκδόσεις Δόμος, Αθήνα 2003, σελ.101)

Το βιβλίο περιλαμβάνει δοκίμια του συγγραφέα που έχουν δημοσιευθεί κατά καιρούς σε διάφορα έντυπα και ιστοσελίδες στο διαδίκτυο αλλά έχουν ξαναδουλευθεί και πήραν την τελική τους μορφή στο εν λόγω έργο.

Στο Α’ μέρος του βιβλίου (σελ. 15-125) με τίτλο «Η περί Θεού επιστήμη» ο συγγραφέας προσπαθεί να προσεγγίσει το περί Θεού ερώτημα μέσα από την ορθόδοξη προοπτική. Αναλύονται εξαντλητικά πλήθος συναφών θεμάτων εκ των οποίων σταχυολογούμε ελάχιστα μόνο εν συνεχεία: α) Ο νεώτερος αθεϊσμός (σελ. 18-22), β) Η γνώση του Θεού (σελ. 19, 45 κ.ε. και αλλ.), γ) Ορθοδοξία και Δύση (σελ. 22-28), δ) Περί αγάπης (σελ. 28 κ.ε., σελ. 40 κ.ε. και αλλ.), ε) Ήθος και ηθικισμός (σελ. 30-39), στ) Το ασκητικό βίωμα στο χριστιανισμό (σελ. 50 κ.ε., σελ. 59 κ.ε.), ζ) Η αποφατική θεολογία (σελ. 52), η) Η θεολογία ως θεοπτία (σελ. 55), θ) Ψευδείς πνευματικές εμπειρίες στην ορθοδοξία (σελ. 73 κ.ε.), ι) Η διάκριση των πνευμάτων (σελ. 90 κ.ε.), ια) Περί πίστεως (σελ. 105 κ.ε.).

Στο Β΄ μέρος του βιβλίου (σελ. 129-232) με τίτλο «Ιχνηλασίες σε μύθους και αλήθεια» ο συγγραφέας αναφέρεται σε ορισμένους αντιχριστιανικούς μύθους, τους οποίους και ανατρέπει τεκμηριωμένα, ενώ παράλληλα τον απασχολούν δογματικά και λειτουργικά θέματα. Ο πιο κλασικός εξ αυτών των μύθων, που επανέφερε στο προσκήνιο προ ετών η -ήδη ξεπερασμένη- μόδα του «ντανμπραουνισμού», αναφέρει ότι δήθεν ο χριστιανισμός που ξέρουμε πήρε την τελική του μορφή στην Α’ Οικουμενική σύνοδο της Νικαίας (325) από τον Μ. Κωνσταντίνο. Ο συγγραφέας ανατρέπει με πλήρη τεκμηρίωση τον εν λόγω μύθο (σελ. 129-134).

Τα ζητήματα της τριαδολογίας και της χριστολογίας, που αποτελούν την πεμπτουσία της ορθοδόξου διδασκαλίας, απασχολούν ιδιαίτερα το συγγραφέα (σελ. 135-162). Αναφέρεται αναλυτικά στις μαρτυρίες για την Αγία Τριάδα της Βίβλου (Παλαιάς και Καινής Διαθήκης) και στις μαρτυρίες των πατέρων και εκκλησιαστικών συγγραφέων της μεταποστολικής εποχής.

Το ακανθώδες ζήτημα των σχέσεων θρησκείας και επιστήμης απασχολεί ιδιαίτερα το συγγραφέα (βλ. σελ. 162-182), ο οποίος αναφέρεται στην εικονολογική γλώσσα του βιβλίου της Γενέσεως, στους ποικίλλους ανθρωπομορφισμούς αλλά και στις σχετικές αναφορές της πατερικής ερμηνευτικής, χωρίς να παραλείπει να αναφερθεί στο απαράδεκτο του δημιουργισμού και του εξ ΗΠΑ ορμώμενου «ευφυούς σχεδιασμού» (σελ. 179). Παράλληλα τονίζει ότι θρησκεία και επιστήμη έχουν διακριτούς ρόλους και δεν πρέπει να εμπλέκεται η μια στα ζητήματα της άλλης. Διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει απόλυτη εμμένεια στις επιστημονικές διατυπώσεις (πρβλ π.χ. κβαντομηχανική, εντροπία, απροσδιοριστία κλπ): «(…) ο επιστημονικός κόσμος συνειδητοποιεί ότι υπάρχει μια πλευρά της πραγματικότητας -η πιο θεμελιώδης- απρόσιτη στην ανθρώπινη κατανόηση, καθότι εντελώς διαφορετική από την καθημερινή μας εμπειρία(…)» (σελ. 171). Κατά συνέπεια η ενδεχομενικότητα και η πιθανότητα αμβλύνουν τις όποιες θετικιστικές βεβαιότητες, όπως χαρακτηριστικά έχει επισημάνει ο γνωστός φυσικός Paul Davies: «Η επιστήμη, μέσω της κβαντικής μηχανικής, έχει σχεδόν διαψεύσει τον ισχυρισμό ότι «κάθε συμβάν έχει μια αιτία». (…) Η συμπεριφορά των υποατομικών σωματιδίων είναι γενικά απρόβλεπτη. Δεν γίνεται να είστε σίγουροι τι πρόκειται να κάνει ένα σωματίδιο από τη μια στιγμή στην άλλη» (Paul Davies, Θεός και μοντέρνα φυσική, β’ έκδοση, εκδόσεις Κάτοπτρο, Αθήνα 2009, σελ. 67).

Το συγγραφέα απασχολούν ακόμη καίρια θέματα λειτουργικής θεολογίας (σελ. 182-197), ιεραποστολικής στην Αφρική (Ουγκάντα- Κένυα, σελ. 197-207) και σωτηριολογίας (ένα σημαντικό δοκίμιο που δημοσιεύεται στις σελ. 208-232). Σχετικά με τη «μέση κατάσταση των ψυχών» (σελ. 225 κ.ε.) υπενθυμίζουμε ότι συνιστά θεολογούμενο για την ορθόδοξη εκκλησία.

Στον Επίλογο του βιβλίου δημοσιεύεται μια λίαν ενδιαφέρουσα «Επιστολή σε γονιό, που η έφηβη κόρη του είναι έγκυος» (σελ. 233-237) και ακολουθεί αναλυτική Βιβλιογραφία.

Συνελόντι ειπείν, το βιβλίο αποτελεί ένα εξαιρετικό οδηγό για τον αυθεντικό χριστιανισμό μακριά από παραφθορές, παραναγνώσεις, «ιδιωτικές θεολογίες», θεολογισμούς, ηθικισμούς και εστετισμούς. Θα κλείσουμε με μια σπουδαία φράση του συγγραφέα: «(…) ο άνθρωπος καθώς γίνεται άγιος, είναι ουσιαστικά ελεύθερος, άσχετα από τις εξωτερικές συνθήκες ζωής του» (σελ. 33, υποσημείωση 24). Τεράστιο το διακύβευμα. Αντέχετε;

Ηράκλειο, 10 Ιουλίου 2019

[πηγή]

HENRI CARTIER-BRESSON, H ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΣΤΙΓΜΗ

Σχολιάστε

[…]Η φωτογραφία είναι για μένα η αναγνώριση μέσα στην ίδια την πραγματικότητα ενός ρυθμού επιφανειών, γραμμών ή αξιών∙ το μάτι αποσπά το θέμα κι η μηχανή δεν έχει παρά να κάνει τη δουλειά της, να αποτυπώσει στο φιλμ την απόφαση του ματιού. Μια φωτογραφία βλέπεται στο σύνολό της, με μια ματιά, σαν πίνακας∙ η σύνθεση είναι μια συγχρονισμένη συμμαχία, ο οργανικός συντονισμός κάποιων ορατών στοιχείων. Δεν συνθέτουμε δίχως λόγο, χρειάζεται μια αναγκαιότητα, και δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε τη μορφή από το περιεχόμενο. Στη φωτογραφία υπάρχει μια καινούργια πλαστική, έργο των στιγμιαίων γραμμών∙ δουλεύουμε με την κίνηση, μ’ ένα είδος προαισθήματος της ζωής, και η φωτογραφία οφείλει να αγγίζει μέσω της κίνησης την εκφραστική ισορροπία[…].

Henri Cartier-Bresson, Η αποφασιστική στιγμή: Λόγος για τη φωτογραφία, μετάφραση: Σοφία Διονυσοπούλου, εκδόσεις Άγρα (σειρά: Ο άτακτος λαγός β’-11), μετάφραση: Σοφία Διονυσοπούλου, Αθήνα 2013, σελ. 19 (απόσπασμα)

  [πηγή]

Μανώλης Πιμπλής: Υψηλές προσδοκίες, φρούδες ελπίδες (για το βιβλίο των Ζygmunt Bauman-Thomas Leoncini «Γεννημένοι ρευστοί»)

Σχολιάστε

Zygmunt Bauman – Thomas Leoncini, Γεννημένοι ρευστοί: μεταμορφώσεις της τρίτης χιλιετίας, μετάφραση: Σώτη Τριανταφύλλου, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2019, ISBN: 978-960-16-8116-0.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Ο Ζύγκμουντ Μπάουμαν, συνομιλώντας με τον Ιταλό δημοσιογράφο Τόμας Λεοντσίνι, περιγράφει όψεις του τρόπου ζωής των Millennials, των ανθρώπων που γεννήθηκαν μετά το 1980, και που συχνά ονομάζονται «Γενιά Υ». Ο μεγάλος Πολωνός στοχαστής στο τελευταίο του κείμενο μιλάει για το πώς η Γενιά Υ σχετίζεται με το σώμα της, με τα κοινωνικά δίκτυα και με τις μεταμορφώσεις της δημόσιας σφαίρας. Ο Μπάουμαν επισημαίνει και σχολιάζει μερικά φαινόμενα της δεύτερης ή «ρευστής» νεωτερικότητας, όπου τίποτα δεν είναι μόνιμο, σταθερό και συνεχές και όπου οι ανθρώπινες σχέσεις στηρίζονται στο «δίκτυο» – και εξάλλου περιγράφονται ως «δικτύωση». Το Γεννημένοι ρευστοί είναι κατά κάποιο τρόπο και μια μικρή εισαγωγή στο έργο του Μπάουμαν περί καταναλωτικής κοινωνίας -ως μηχανισμού κατασκευής απορριμμάτων (τόσο αντικειμένων όσο και ανθρώπων)-, περί διαδικτύου -ως μηχανισμού ψευδών σχέσεων- καθώς και γενικότερα περί σύγχρονου κράτους και παγκοσμιοποίησης.

***

Παραθέτουμε την κριτική του Μ. Πιμπλή που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Εποχή» στις 30/6/2019: 

Υψηλές προσδοκίες, φρούδες ελπίδες

Σύμφωνα με μια έρευνα στις ΗΠΑ, το 47% των πολιτών, εκεί, της γενιάς των λεγόμενων Millenials (είναι αυτοί που γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1980 και το 2000) έχουν τατουάζ. Αλλά και το 36% της προηγούμενης γενιάς, στις ΗΠΑ πάντα, δηλαδή των γεννημένων από το 1965 μέχρι το 1980 -αυτή είναι η λεγόμενη γενιά Χ-, επίσης έχει τατουάζ. Αντίθετα το ποσοστό περιορίζεται στο 13% στους Baby Boomers, δηλαδή στους γεννημένους την εικοσαετία 1944-1964.
Εκτός του ότι σε λίγα χρόνια θα γεμίσουμε συνταξιούχους με τατουάζ, το εύρημα δηλώνει πολλά παραπάνω.

Μια πρώτη παρατήρηση είναι η επιβεβαίωση ότι η έννοια της «κοινότητας», που ήταν άλλοτε πολύ ισχυρή άρχισε εδώ και πολλά χρόνια – όπως το είχε προαναγγείλει ο σπουδαίος ιστορικός Έρικ Χομπσμπάουμ – να υποχωρεί και να περιθωριοποιείται στο χώρο της σκέψης και της κοινωνικής πρακτικής, και στη θέση της αναδύθηκε η έννοια της «ταυτότητας» και η «αναγνώριση του εαυτού». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι δύο έννοιες δεν συνυπάρχουν. Η μεταξύ τους διαλεκτική, μάλιστα, λέει ο άλλος σπουδαίος στοχαστής που χάθηκε πρόσφατα, ο κοινωνιολόγος Ζίγκμουντ Μπάουμαν, παράγει ούτε λίγο ούτε πολύ τη μόδα.
Το σώμα, λέει ο Μπάουμαν, είναι όλο και περισσότερο το μέρος όπου τοποθετούνται τα σημάδια των ελπίδων και των προσδοκιών. Εκεί αποτυπώνονται δυσεπίλυτα διλήμματα, λ.χ. ανάμεσα στο «ανήκειν» και στην αυτοεπιβεβαίωση, στη μονιμότητα και την ευελιξία, εκφράζοντας ταυτόχρονα πρόθεση σταθερότητας και ελευθερία επιλογής. Και ενώ το ρούχο είναι απολύτως παροδικός συμβολισμός ταυτότητας (που αλλάζει ανά πάσα στιγμή), το τατουάζ δηλώνει μονιμότερη δέσμευση. Και όλα αυτά παρόλο που ήδη ο Μποντλέρ, το 19ο αιώνα, έλεγε πως οι τρόποι συναγωνισμού στο επίπεδο της εξωτερικής εμφάνισης δεν είναι παρά μια προσπάθεια να αιχμαλωτιστεί η αιωνιότητα σε μια φευγαλέα στιγμή.
Φαίνεται πάντως ότι οι ουλές και τα τατουάζ εκφράζουν μια βαθιά και αντιφατική σχέση ανάμεσα στην επιφάνεια και τη σοβαρότητα, τον πόνο και την απόλαυση της αυτοεπιβεβαίωσης, τη συλλογική και την ατομική ταυτότητα. Ειδικά ο πόνος της εγχάραξης, δηλώνει ταυτόχρονα έμπρακτη έκφραση μιας ατομικής ελευθερίας επιλογής και διάθεση ένταξης σε μια ομάδα με κοινές πεποιθήσεις με όρους σταθερότητας.

Surface και surfing

Αυτά -και όχι μόνο- αποτελούν θέμα συζήτησης μέσω ανταλλαγής e-mail ανάμεσα στον Ζίγκμουντ Μπάουμαν και έναν νεαρό Ιταλό δημοσιογράφο, τον Τόμας Λεοντσίνι. Είχε συμφωνηθεί ότι η εκτενής αυτή συνέντευξη – κατά την οποία καταθέτει σοβαρές απόψεις και ο Λεοντσίνι – θα δημοσιευτεί μετά το θάνατο του Μπάουμαν, ο οποίος συντελέστηκε το 2017. Πρόκειται δηλαδή για το κύκνειο άσμα του θεμελιωτή της θεωρίας της «ρευστής νεωτερικότητας» και ο Λεοντσίνι πιστεύει ότι, αν διάλεξε κάποιον τόσο νέο όσο αυτός για συνομιλητή, είναι για να δηλώσει ότι οι γενιές δεν (πρέπει να) παίζουν πια κανέναν απολύτως ρόλο στη δόμηση των επιχειρημάτων και την ερμηνεία του κόσμου.
Συνεχίζοντας πάνω στο ίδιο θέμα, και προεκτείνοντάς το στο πεδίο των αισθητικών επεμβάσεων, ο Λεοντσίνι επισημαίνει ότι το καινούριο στοιχείο είναι πως και πολύ νεαρά κορίτσια κάνουν αισθητικές επεμβάσεις, κάτι που στο παρελθόν ήταν αδιανόητο. Ο Μπάουμαν επισημαίνει το ζήτημα της λατρείας της επιφάνειας, είτε αυτό αφορά τις επεμβάσεις στην επιφάνεια του σώματος (surface) είτε την επιφάνεια του υπολογιστή και το σερφάρισμα (surfing). Υπερθεματίζει, μάλιστα, στην παρατήρηση του Λεοντσίνι ότι η αισθητική επέμβαση είναι συχνά και επίδειξη πλούτου, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Μια τέλεια φυσική κατάσταση, λαμπερή, αψεγάδιαστη, σημαίνει ευημερία, φουσκωμένο πορτοφόλι και ανώτερη κοινωνική θέση, ίσως ακόμα περισσότερο από τα ακριβά και επώνυμα ρούχα. Η υψηλότερη κοινωνική θέση που μαρτυρεί η προσεγμένη εμφάνιση συνοδεύεται από δημόσια εκτίμηση. Διακηρύσσει σε αλάνθαστη γλώσσα: “Έχω την οικονομική άνεση, σε αντίθεση με σένα καημένε! Βγάλε τα συμπεράσματά σου, κατάλαβε τη θέση σου και μείνε εκεί”».

Δωρεάν χώρος για υπονοούμενα και ψέματα

Ως προς το σερφάρισμα, πάντως, ο πωλονοεβραίος Μπάουμαν, καθηγητής πολλά χρόνια στο Πανεπιστήμιο του Λιντς, κάνει την εύστοχη παρατήρηση ότι η πλειοψηφία των χρηστών του διαδικτύου δεν έλκεται από την είσοδο σε έναν κόσμο, αλλά από την ευκαιρία εξόδου από έναν άλλο. Δεν θέλει δηλαδή να επωφεληθεί από τον πλούτο της online γνωστικής πληροφορίας, όσο θέλει να ξεφύγει από τον offline κόσμο, τον πραγματικό κόσμο δηλαδή. Η βασική μάλιστα διαφορά που καθιστά το διαδίκτυο μια «ζώνη άνεσης», όπως λέει, είναι ότι από τον online κόσμο μπορείς να αποσυνδεθείς, ενώ από τον offline όχι.
Ένα άλλο σημαντικό θέμα που θίγεται ως προς το διαδίκτυο, είναι η υποτιθέμενη ή μη δημοκρατικότητά του. Ο Λεοντσίνι λέει ότι ο «κραυγαλέος» χαρακτήρας του διαδικτύου βρίσκεται πιο κοντά στον ολοκληρωτισμό παρά στη δημοκρατία. Και ο Μπάουμαν φαίνεται να συμφωνεί λέγοντας ότι το κύριο χαρακτηριστικό του διαδικτύου είναι ότι αποτελεί συνδυασμό υψηλών προσδοκιών και φρούδων ελπίδων. Υποσχέθηκε έναν «ιδανικό τόπο, δημοκρατικό» αλλά «σήμερα βιώνουμε κρίση της δημοκρατίας και επιδείνωση των ανισοτήτων και των πολιτικών και ιδεολογικών συγκρούσεων. Αντί να διευρύνει την ποσότητα και να βελτιώνει την ποιότητα της ανθρώπινης ολοκλήρωσης, της αμοιβαίας κατανόησης, της συνεργασίας και της αλληλεγγύης, έχει διευκολύνει τις πρακτικές απομόνωσης, διαχωρισμού, αποκλεισμού, εχθρότητας και διαμάχης. Προσφέρει δε σε όλους δωρεάν χώρο για υπονοούμενα, κουτσομπολιό, συκοφαντία, δυσφήμιση και ψέματα».

Η επανάληψη «ομαλοποιεί» το συγκλονιστικό

Ο Όσβαλντ Σπέγκλερ, ήδη πριν από έναν αιώνα ακριβώς, στη μνημειώδη «Παρακμή της Δύσης», έλεγε ότι ενώ «ο άνθρωπος του πνευματικού πολιτισμού στρέφεται προς τα μέσα, ο άνθρωπος του πρακτικού πολιτισμού στρέφεται προς τα έξω, στο χώρο μεταξύ των σωμάτων και των “γεγονότων”». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τα πράγματα είναι κατ’ ανάγκην γραμμικά και απαισιόδοξα, όπως τα έβλεπε ο Σπέγκλερ. Αν και στο μεταξύ, κάτι που έχει συμβεί στην εποχή μας και που δεν έχει τίποτα το ευχάριστο, είναι ότι έχουμε εξοικειωθεί με πολλά εγκλήματα και εγκληματικές συμπεριφορές, κάποιες από τις οποίες δεν έχουν καν σαφές κίνητρο – προς επίρρωσιν του λόγου περί ρευστότητας. Ο Μπάουμαν, αφού θυμίζει τις εμβληματικές ως προς αυτό ταινίες του Μίκαελ Χάνεκε, επισημαίνει το στοιχείο της κοινοτοπίας του κακού που έφερε ο 20ός αιώνας και που έχει εγκατασταθεί για τα καλά στη ζωή μας: «όσο συγκλονιστικό και τρομακτικό είναι κάτι την πρώτη φορά που συμβαίνει, η μονοτονία της επανάληψης το “ομαλοποιεί”, το κάνει “τετριμμένο”. Το τετριμμένο, η κοινοτοπία, διασκεδάζει. Δεν σοκάρει». Ισχύει και για γεγονότα και για πρόσωπα…

Μανώλης Πιμπλής

http://epohi.gr/ypshles-prosdokies-froudes-elpides/

***

Απόσπασμα από τη σελίδα 37 του βιβλίου: 

[…] Η καταναλωτική οικονομία ακμάζει (ή έστω επιβιώνει) χάρη στο μαγικό κόλπο της μετατροπής της ευκαιρίας σε υποχρέωση ή, σύμφωνα με την ορολογία των οικονομολόγων, της προσφοράς σε ζήτηση. […]

Zygmunt Bauman – Thomas Leoncini, Γεννημένοι ρευστοί: μεταμορφώσεις της τρίτης χιλιετίας, μετάφραση: Σώτη Τριανταφύλλου, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2019, σελ. 37 (απόσπασμα)